Oι ξενοδόχοι διαχρονικά βρίσκονται ανάμεσα σε δύο επιλογές: να διατηρήσουν ανεξάρτητα τα ξενοδοχεία τους ή να μπουν σε συμφωνίες franchise. Όμως πλέον αναδύεται μια τρίτη επιλογή για ιδιοκτήτες μικρότερων, αστικών ξενοδοχείων, χάρη σε startups όπως η Numa, που "δανείζεται" ξενοδοχεία και τα διαχειρίζεται.
Όπως γράφει το Skift, στις 27 Απριλίου, η Numa έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης για το σχέδιό της να δημιουργήσει ένα τρίτο ξενοδοχειακό μοντέλο. Το μοντέλο αυτό κέρδισε τη στήριξη της LaSalle, διαχειρίστριας επενδύσεων σε ακίνητα και θυγατρικής του σημαντικού συμβούλου επενδύσεων ξενοδοχείων JLL, η οποία θα επενδύσει 500 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία χαρτοφυλακίου ξενοδοχείων σε μεγάλες πόλεις της Δυτικής Ευρώπης, που θα διαχειρίζεται η Numa.
Η συμφωνία, όπως σημειώνει το Phocuswire.com, αποτελεί μέρος της αναπτυσσόμενης επιχειρηματικής στρατηγικής «Επενδύσεις Προστιθέμενης Αξίας» της LaSalle και θα στοχεύει ακίνητα σε αστικά κέντρα. Ήδη έχουν εντοπισθεί 15 ξενοδοχειακού τύπου ακίνητα στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, την Ιταλία και την Ολλανδία.
Οι εταίροι θα αποκτήσουν και θα ανακαινίσουν αστικά κυρίως μπουτίκ ξενοδοχεία, καθώς και διαμερίσματα.
Η Numa, με έδρα το Βερολίνο, ανήκει σε παρόμοιες startups: Στην Sonder με έδρα στις ΗΠΑ, στην Life House που συνεργάζεται με τη Kayak, στη Limehome με έδρα στη Γερμανία και στηρίζεται από την Lakestar, στην Casai που δραστηριοποιείται στο Μεξικό και τη Βραζιλία, στη Matsuri που αναπτύσσεται στην Ιαπωνία και σε μερικές άλλες Αμερικανικές startups όπως οι Placemakr, Frontdesk, The Guild και Mint House.
Το νέο μοντέλο συντίθεται από τα εξής τμήματα:
Το brand ουσιαστικά «δανείζεται» ξενοδοχεία ιδιοκτησίας επενδυτών, κατασκευαστών και εταιριών διαχείρισης ξενοδοχείων, διοικεί τα τμήματα είτε ως αδειοδοτημένα ξενοδοχεία ή αδειοδοτημένα διαμερίσματα σύντομης διαμονής (οι περισσότεροι ταξιδιώτες ταξιδεύουν για λόγους αναψυχής σε ταξίδια σύντομης διάρκειας ή για απομακρυσμένη εργασία μερικών μηνών) και οι εταιρίες αυτοματοποιούν πολλές διαδικασίες ώστε να περιορίσουν δραστικά τα κόστη μισθοδοσίας για εξοικονόμηση χρημάτων και μεγιστοποίηση των κερδών.
Η Numa κέρδισε τη στήριξη της LaSalle για τους παρακάτω λόγους...
-Έχει συμβόλαια με περισσότερα από 2.700 μονάδες και το ένα τρίτο βρίσκονται ήδη σε λειτουργία. Η συμφωνία με τη LaSalle θα προσθέσει τα επιπλέον καταλύματα.
-Η Numa αναφέρει ότι η μέση πληρότητα κατά την περασμένη χρονιά ανήλθε σε 85%, παρά το κύμα της Όμικρον. Όλα τα ξενοδοχεία είχαν κέρδη το τελευταίο 18μηνο.
-Το μέσο έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο ανήλθε σε 86 ευρώ, ποσό που κρίνεται καλύτερο σε σχέση με το γερμανικό μέσο όρο του κομματιού της αγοράς περιορισμένων υπηρεσιών.
-Τα περισσότερα ξενοδοχεία της βρίσκονται στη Γερμανία. Οι Γερμανοί φημίζονται για την επιλογή οικονομικών καταλυμάτων, επομένως όταν η startup εξαπλωθεί στη Γαλλία, την Ισπανία και άλλες ευρωπαϊκές αγορές, θα έχει ισχυρότερη τιμολογιακή πολιτική δημιουργώντας υψηλότερα περιθώρια κέρδους.
Η στήριξη της LaSalle είναι σημαντική γιατί θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλη ώθηση στην είσοδο θεσμικών κεφαλαίων στην ευρωπαϊκή βιομηχανία φιλοξενίας.
Οι Startups όπως η Numa στοχεύουν σε ένα κομμάτι αγοράς που μεγάλες αλυσίδες όπως οι Accor και Marriotts αγνοούν: Τα μικρά, αστικά ξενοδοχεία με λιγότερα από 100 δωμάτια. Στην Ευρώπη, η πλειονότητα των ξενοδοχείων διαθέτουν λιγότερα από 100 δωμάτια. Έτσι, η Numa αντιπροσωπεύει έναν δυνητικό συνεργάτη που μπορεί να καταστήσει τα καταλύματα αυτά κερδοφόρα για θεσμικούς επενδυτές.
Οι ιδιοκτήτες των ξενοδοχείων μπορούν να έχουν συμφωνίες «leasing» με τη Numa ή να τα πωλούν στην «κοινοπραξία» LaSalle-Numa.
Η Numa δεν διαθέτει χώρους υποδοχής στα ξενοδοχεία. Οι επισκέπτες κάνουν εικονικό τσεκ ιν, «ανεβάζουν» τις φωτογραφίες των ταυτοτήτων τους και τα δεδομένα όπως το όνομα και η ημερομηνία γέννησης εξάγονται μέσα από λογισμικό και ελέγχονται για την αυθεντικότητά τους. Οι επισκέπτες ξεκλειδώνουν επίσης τα δωμάτιά τους με ψηφιακό τρόπο. Η startup διαχειρίζεται απομακρυσμένα ειδικές απαιτήσεις των επισκεπτών, όπως το τσεκ ιν αργότερα.