Το 2021 η κατασκευαστική δραστηριότητα για επαγγελματικές χρήσεις κατέγραψε υψηλούς θετικούς ρυθμούς, μετά από μια χρονιά σημαντικής επιβράδυνσης της οικοδομικής δραστηριότητας τόσο εξαιτίας της αβεβαιότητας όσο και της προσωρινής αναστολής λειτουργίας των σχετικών υπηρεσιών του Δημοσίου εντός του πρώτου εξαμήνου του 2020 σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ όπως τονίζεται στην έκθεση για την περυσινή χρονιά, του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα.
Στο πλαίσιο αυτό, ο αριθμός των νέων αδειών σε σχέση με το 2020 αυξήθηκε κατά 29,7% για τα γραφεία, 67,9% για τα καταστήματα και 51,2% για τα ξενοδοχεία.
Οι Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία (ΑΕΕΑΠ) κατά τη διάρκεια του 2021 προχώρησαν σε νέες επενδύσεις που υπερβαίνουν τα 550 εκατ. ευρώ, ορισμένες από τις οποίες πραγματοποιήθηκαν σε ιδιαίτερα χαμηλές αποδόσεις. Υπολογίζεται ότι περίπου το 80% των επενδυτικών κεφαλαίων των ΑΕΕΑΠ κατευθύνθηκε ήδη ή προορίζεται να κατευθυνθεί στην ελληνική αγορά. Ποσοστό περίπου 36% των κεφαλαίων τους τοποθετήθηκε σε γραφεία, 30% σε καταστήματα, 12% σε ξενοδοχεία και 10% σε επαγγελματικές αποθήκες, ενώ το υπολειπόμενο ποσοστό επενδύθηκε σε άλλες επαγγελματικές χρήσεις ή οικόπεδα προς ανάπτυξη. Αναφορικά με τη γεωγραφική διασπορά των επενδύσεων, εκτιμάται ότι μόλις το 59% των κεφαλαίων κατευθύνθηκε στο νομό Αττικής, το οποίο συνιστά σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, κατά τα οποία η συντριπτική πλειοψηφία των επενδύσεων (άνω του 70%) πραγματοποιήθηκε εντός Αττικής. Αξιοσημείωτη επίσης διαφοροποίηση καταγράφεται και στη διασπορά των επενδύσεων εντός της ευρύτερης περιοχής της πρωτεύουσας, καθώς οι επενδύσεις δεν αφορούν πλέον μόνο τις εμπορικές θέσεις του κέντρου και των βορείων και νοτίων προαστίων, αλλά και θέσεις στην περιφέρεια της πρωτεύουσας και στα όρια του νομού Αττικής.
Αναφορικά με τη δραστηριότητα άλλων επενδυτικών χαρτοφυλακίων, εταιρειών ανάπτυξης ακινήτων, αλλά και δικτύων επιχειρήσεων, σημαντικός αριθμός επενδύσεων καταγράφεται στο κέντρο της Αθήνας και σε δημοφιλή τουριστικά νησιά και προορισμούς ανά την Ελλάδα, για την ανάπτυξη ή ανακατασκευή ξενοδοχειακών μονάδων υψηλών προδιαγραφών και στα ευρύτερα όρια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης για την αγορά ή ανάπτυξη επαγγελματικών αποθηκών, αλλά και την ανάπτυξη δικτύων καταστημάτων εμπορικών αλυσίδων.
Οι προσδοκίες για την ελληνική αγορά ακινήτων, αν και παραμένουν θετικές για το υψηλών προδιαγραφών τμήμα της, φαίνεται πλέον να επηρεάζονται από την όξυνση της αβεβαιότητας.
Οι γεωπολιτικές εξελίξεις και η σημαντική αύξηση του ενεργειακού κόστους και του κόστους των υλικών, εφόσον διατηρηθούν, εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν σε μείωση των καθαρών αποδόσεων των επενδύσεων και συμπίεση του περιθωρίου κεφαλαιακών υπεραξιών για τους επενδυτές και τους ιδιοκτήτες. Υπό τις παρούσες συνθήκες καθίσταται επιτακτικά αναγκαία η αντιστάθμιση των επιβαρύνσεων και επιβραδύνσεων με μεταρρυθμίσεις για τη στήριξη της αγοράς ακινήτων.
Η εμπλοκή πλήθους υπηρεσιών, διαδικασιών και δικαιολογητικών στις μεταβιβάσεις ακινήτων, αλλά και οι καθυστερήσεις στην εκδίκαση και επίλυση νομικών εκκρεμοτήτων αποτελούν παράγοντες οι οποίοι διαχρονικά αναστέλλουν ή καθυστερούν επενδύσεις και χρήζουν άμεσης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης. Παρά την πρόοδο των τελευταίων ετών στην κατεύθυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους, στον τομέα των μεταβιβάσεων και επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία χρειάζονται περαιτέρω σημαντικές τομές για την απλοποίηση και την επιτάχυνση των διαδικασιών που θα καθιστούν την αγορά πιο φιλική προς τους επενδυτές, ειδικά σε περιόδους αυξημένης αβεβαιότητας.