Την ανάγκη των ξενοδοχείων μικρότερων κατηγοριών (1*, 2* & 3* ) για πρόσβαση σε προγράμματα χρηματοδότησης προκειμένου να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της ποιοτικής, τεχνολογικής και ενεργειακής αναβάθμισής τους, αναδεικνύουν τα στοιχεία ειδικών ερευνών του ΙΤΕΠ για λογαριασμό του ΞΕΕ που παρουσιάστηκαν σήμερα στη διάρκεια συνέντευξης τύπου.
Όπως προκύπτει από το μητρώο του ΞΕΕ, τα ξενοδοχεία 1* - 3* αντιπροσωπεύουν το 74% του συνολικού ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας και το 47% σε όρους δωματίων. Στη συντριπτική τους πλειονότητα τα ξενοδοχεία 1* - 3* έχουν μέγεθος μέχρι 50 δωμάτια.
Βάσει των μελετών του ΙΤΕΠ, οι συγκεκριμένες κατηγορίες ξενοδοχείων έχουν σημαντική συμβολή για τις τοπικές οικονομίες και την απασχόληση του τοπικού ανθρώπινου δυναμικού. Τα ελληνικά προϊόντα που καταναλώνουν τα ξενοδοχεία 1 έως 3* ανέρχονται στο 90% με 94% των συνολικών αγορών τους, το 38% από παραγωγούς εντός νομού. Επίσης, το 86% των εργαζομένων στα ξενοδοχεία 2* και το 76% στα ξενοδοχεία 1* προέρχονται από την τοπική κοινωνία.
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός πως στα ξενοδοχεία των συγκεκριμένων κατηγοριών παρατηρείται μεγαλύτερο μερίδιο Ελλήνων επισκεπτών σε σχέση με υψηλότερες κατηγορίες.
Τα ξενοδοχεία 1* - 3* δαπανούν ένα σημαντικό ποσοστό του τζίρου τους για επισκευές, ανακαίνιση και συντήρηση και τα ευρήματα της έρευνας αποτυπώνουν την πρόθεσή τους για περαιτέρω εκσυγχρονισμό και αναβάθμιση. Εντούτοις, το υψηλό κόστος των τεχνικών λύσεων πράσινου μετασχηματισμού, ενεργειακής και τεχνολογικής αναβάθμισης αποτελεί το κυριότερο εμπόδιο στην υλοποίηση αυτών των επενδύσεων, γι’ αυτό και κρίνεται αναγκαία η δημιουργία των κατάλληλων προγραμμάτων χρηματοδότησης.
Κατά την τελευταία 10ετία 2013-23 παρατηρήθηκε μια αναβάθμιση του ξενοδοχειακού δυναμικού με αύξηση των ξενοδοχείων, κυρίως των δύο ανώτερων κατηγοριών, και μείωσης των ξενοδοχείων των δύο χαμηλότερων κατηγοριών.
Σχολιάζοντας τις διαπιστώσεις και τα στοιχεία των ερευνών, ο Πρόεδρος του ΞΕΕ κ. Αλέξανδρος Βασιλικός επισημαίνει:
«Τα ξενοδοχεία μικρότερων κατηγοριών, από τα Τζουμέρκα μέχρι τη Νίσυρο, αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής φιλοξενίας και είναι οι θεματοφύλακες της τοπικής παράδοσης, με σημαντική συμβολή στην τοπική οικονομία και την απασχόληση. Τα ξενοδοχεία αυτά πρέπει να έχουν τουλάχιστον τις ίδιες ευκαιρίες και τα ίδια χρηματοδοτικά εργαλεία με τις υπόλοιπες κατηγορίες προκειμένου να κερδίσουν το στοίχημα της μετάβασης προς το αύριο. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνουν «πεντάστερα», σημαίνει όμως να εκπληρώνουν συγκεκριμένα ποιοτικά κριτήρια, συμβάλλοντας στη συνολική ποιοτική αναβάθμιση του τουριστικού προϊόντος μας. Έχουμε λοιπόν την υποχρέωση να υποστηρίξουμε τις συγκεκριμένες κατηγορίες ξενοδοχείων όταν θέλουμε ένα ποιοτικό προϊόν οριζόντια, ιδίως όταν μιλάμε για τα μισά δωμάτια της χώρας.
Είναι σημαντικό να τονιστεί πως η εξασφάλιση της πρόσβασης των ξενοδοχείων μικρότερων κατηγοριών σε προγράμματα χρηματοδότησης συνάδει απόλυτα με τους στόχους της τουριστικής πολιτικής για χρονική επέκταση της σεζόν αλλά και για χωρική επέκταση της τουριστικής ανάπτυξης με βιώσιμους όρους. Για να επιτευχθούν ωστόσο αυτοί οι στόχοι, τα ξενοδοχεία 1*, 2* και 3* πρέπει να έχουν και τα διαθέσιμα εργαλεία για την ποιοτική αναβάθμισή τους, την ψηφιακή και ενεργειακή μετάβαση.
Η διαπιστωμένη βούληση του μικρού ξενοδόχου για εκσυγχρονισμό και αναβάθμιση παρά τις δυσκολίες του ευρύτερου περιβάλλοντος, είναι ώρα να βρει και την αντίστοιχη ανταπόκριση στον σχεδιασμό της Πολιτείας. Είναι συγκριτικό πλεονέκτημά μας, το οποίο οφείλουμε να προστατεύσουμε ως κόρη οφθαλμού.».