Η Ελλάδα αποτελεί έναν ολοένα και πιο ελκυστικό τουριστικό προορισμό – γεγονός θετικό για την εθνική οικονομία, το οποίο ωστόσο αποτελεί δίκοπο μαχαίρι για τους ντόπιους, με τον υπερτουρισμό να επιβαρύνει σημαντικά τις πλέον δημοφιλείς περιοχές της χώρας, από περιβαλλοντικής σκοπιάς και όχι μόνο.
Σε συνέντευξη που παραχωρεί στη WELT η υπουργός Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη παραδέχεται πως τα τουριστικά ρεκόρ και η ανάπτυξη του κλάδου «φέρνουν και ορισμένες προκλήσεις. Σε ορισμένες περιοχές υπάρχει υπερβολική πίεση στις υποδομές σε συγκεκριμένες περιόδους. Γι’ αυτό και πρέπει να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα στην οικονομική δυναμική του τουρισμού και την επιβάρυνση των τοπικών κοινοτήτων λόγω των πολλών επισκεπτών – εξ ου και δεν εστιάζουμε στην ποσοτική, αλλά στην ποιοτική ανάπτυξη, […] δηλαδή στην επιμήκυνση της τουριστικής σεζόν, […] όπως και στην προώθηση νέων, λιγότερο γνωστών ταξιδιωτικών προορισμών στην Ελλάδα, για παράδειγμα μέσω θεματικών προσφορών για πεζοπορίες, σκι, καταδύσεις […] και γενικώς ιδιαίτερες γαστρονομικές, πολιτιστικές και θρησκευτικές εμπειρίες».
Όσον αφορά το εάν οι διακοπές στην Ελλάδα γίνονται όλο και πιο ακριβές, η Κεφαλογιάννη αποκρίνεται πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει, προσθέτοντας πως «μας είναι σημαντικό να προσφέρουμε μία καλή σχέση ποιότητας-τιμής». Στόχος είναι «όποιος θέλει να επισκεφτεί την Ελλάδα, να έχει τη δυνατότητα να το κάνει».
Η ελληνική κυβέρνηση απαντά στον υπερτουρισμό με μέτρα όπως η επιβολή τέλους στους επιβάτες κρουαζιερόπλοιων με κατεύθυνση τη Μύκονο και τη Σαντορίνη, «τα έσοδα από τα οποία θα διατεθούν μεταξύ άλλων για τη βελτίωση των υποδομών στις περιοχές», όπως εξηγεί η υπουργός Τουρισμού. Επιπλέον, η κυβέρνηση εγκαινιάζει τον επόμενο μήνα «ένα νέο ερευνητικό κέντρο στο Αιγαίο, το οποίο θα συλλέγει και θα αναλύει δεδομένα για τις οικολογικές, οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες του θαλάσσιου τουρισμού στην Ανατολική Μεσόγειο, με στόχο την προστασία των ταξιδιωτικών προορισμών, της φύσης και της θαλάσσιας ζωής».
Αναφορικά τέλος με το πρόβλημα των βραχυχρόνιων μισθώσεων ακινήτων, η Ελληνίδα υπουργός υπενθυμίζει στη WELT πως η ελληνική κυβέρνηση «ψήφισε πέρυσι ένα σχετικό φορολογικό πλαίσιο, […] ενώ σε ορισμένες περιοχές της Αθήνας, όπου ο αριθμός των βραχυχρόνιων μισθώσεων είναι πολύ υψηλός, από τον Ιανουάριο του 2025 και για τουλάχιστον έναν χρόνο δεν θα μπορούν να καταχωρισθούν άλλα ακίνητα σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης».