Τα 17,8 δισ. ευρώ φθάνει η συνεισφορά των αερομεταφορών στο ελληνικό ΑΕΠ αντιπροσωπεύοντας το 10,2% του συνόλου και στηρίζοντας 457.000 θέσεις εργασίας.
Ωστόσο, την ώρα που η αεροπορική συνδεσιμότητα είναι αυξημένη κατά 106% από το 2013 έως το 2018 τοποθετώντας την Ελλάδα στην 8η θέση της κατάταξης ευρωπαϊκών χωρών με το μεγαλύτερο πλήθος αεροπορικών συνδέσεων, μελέτη της ΙΑΤΑ σχετικά με την ανταγωνιστικότητα στον κλάδο των αερομεταφορών στην Ελλάδα δείχνει ότι για να διασφαλιστεί η ανάπτυξη της συμβολής του κλάδου στην ελληνική οικονομία χρειάζονται προϋποθέσεις.
Αυτές σχετίζονται με το ότι η Ελλάδα θα πρέπει να εργαστεί στην κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού του εναέριου χώρου της, να διατηρήσει υπό έλεγχο τις χρεώσεις των υπηρεσιών αεροδρομίου και να επεκτείνει τη χωρητικότητα τερματικών σταθμών και διαδρόμων προσγείωσης, προκειμένου να είναι σε θέση να ικανοποιήσει μελλοντική αύξηση στη ζήτηση από την πλευρά των επιβατών και να συνεχίσει να αξιοποιεί την επιτυχία του κλάδου.
Πιο συγκεκριμένα, η μελέτη με τίτλο "Ελλάδα - Δείκτες Ανταγωνιστικότητας Ρυθμιστικού Πλαισίου Αερομεταφορών", τα κυριότερα συμπεράσματα της οποίας παρουσιάσθηκαν σήμερα σε συνέντευξη τύπου σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας, που παραχώρησαν ο γενικός διευθυντής και διευθύνων σύμβουλος της IATA, κ. Alexandre de Juniac, ο περιφερειακός αντιπρόεδρος της ΙΑΤΑ Ευρώπης, κ. Rafael Schvartzman και ο πρόεδρος της Aegean, Ευτύχιος Βασιλάκης, αποκαλύπτει ότι:
-Η Ελλάδα θα πρέπει να επιδιώξει τον εκσυγχρονισμό του εναέριου χώρου και των συστημάτων της, προκειμένου να βελτιωθεί η διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και να μειωθούν οι καθυστερήσεις κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου. Μεταξύ 2015 και 2017, οι σχετικές επενδύσεις ήταν πρακτικά ανύπαρκτες, με αποτέλεσμα σήμερα το σύνολο των στοιχείων ενεργητικού να βρίσκεται πολύ κάτω από το επίπεδο που έχει συμφωνηθεί στο σχετικό πλάνο απόδοσης. Επίσης, στα αεροδρόμια όπου παρατηρείται κυκλοφοριακή συμφόρηση χρειάζεται να προστεθεί ένας αριθμός ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας.
-Η Ελλάδα θα πρέπει να προστατεύει τους επιβάτες και τις αεροπορικές εταιρείες από υπερβολικές χρεώσεις στις υπηρεσίες αεροδρομίου, ενισχύοντας την αρμοδιότητα της ρυθμιστικής Αρχής να διατηρεί τις χρεώσεις σε ευθεία συνάρτηση με το πραγματικό κόστος. Αυτό είναι ιδιαιτέρως σημαντικό, δεδομένου ότι η ιδιωτικοποίηση των ελληνικών αεροδρομίων συνεχίζεται. Περιθώριο βελτίωσης υπάρχει επίσης και στη σχέση κόστους - αποδοτικότητας σε όλα τα αεροδρόμια της χώρας.
-Η ανάπτυξη νέων υποδομών - τερματικοί σταθμοί και διάδρομοι προσγείωσης- θα πρέπει να συνεχιστεί σύμφωνα με τα υπάρχοντα σχέδια, ώστε να μπορεί να καλυφθεί μελλοντική αύξηση της ζήτησης από την πλευρά των επιβατών. Θα πρέπει επίσης να υπάρχει αποτελεσματική διαβούλευση με τις αεροπορικές εταιρείες, τους βασικούς χρήστες των αεροδρομίων, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι υποδομές καλύπτουν επαρκώς τις ανάγκες τους και ότι το κόστος ανάπτυξης και λειτουργίας τους παραμένει προσιτό.
Ο κ. de Juniac, αναφέρθηκε στο θετικό αντίκτυπο των αερομεταφορών στην ελληνική οικονομία και σχολίασε: «Η Ελλάδα έχει μια μοναδική ευκαιρία να διασφαλίσει ότι ο κλάδος είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις προκλήσεις του μέλλοντος, εντείνοντας τις προσπάθειες για αύξηση της ανταγωνιστικότητας στον τομέα των αερομεταφορών. Η IATA είναι έτοιμη να προσφέρει εξειδικευμένες γνώσεις και διεθνή εμπειρία ούτως ώστε να βοηθήσει την Ελλάδα να αποκομίσει τα μέγιστα από τον κλάδο των αερομεταφορών, προς όφελος του ελληνικού λαού και της οικονομίας της».
Για το ζήτημα της κατάρρευσης διαδικτυακών ιστοσελίδων κρατήσεων αεροπορικών εισιτηρίων στην Ελλάδα οι εκπρόσωποι της ΙΑΤΑ δήλωσαν ότι πλέον εφαρμόζονται τεχνολογίες για μεγαλύτερη ασφάλεια στις πληρωμές των αεροπορικών εταιριών, και ότι οι κανόνες διαπίστευσης της ΙΑΤΑ έχουν αλλάξει σε αυτή την κατεύθυνση.
Είμαστε η μοναδική βιομηχανία στον κόσμο με καλύτερες επιδόσεις από αυτές που σχεδιάζονται, όπως για παράδειγμα στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, οι οποίες μειώνονται ετησίως κατά 2,3% έναντι 1,5% που προέβλεπε ο σχεδιασμός, δήλωσε ο κ. de Juniac.