Ένας στους 1.000 επιβάτες των πτήσεων από τη Γερμανία έχει κορωνοϊό, σύμφωνα με υπολογισμούς του καθηγητή αεροσκαφών στη Σχολή Τεχνολογίας και Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Εφαρμοσμένων Επιστημών του Αμβούργου, Dieter Scholz.
Ο κ. Scholz, σε συνέντευξη που παραχώρησε στη σελίδα lilos-reisen.de, προειδοποιεί ότι ο κίνδυνος μόλυνσης από κορωνοϊό στις πτήσεις είναι πραγματικός λόγω της ανεπάρκειας προληπτικών μέτρων.
Όπως τονίζει, η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασφάλειας Αεροπορίας (ΕΑSA) έχει την αρμοδιότητα να εντοπίσει τους κινδύνους στις πτήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας και από αυτούς να δώσει οδηγίες. Δυστυχώς, όπως είπε, αντί αυτού, η ΕΑSA έχει εκδώσει απλώς συμβουλές που τα αεροδρόμια και οι αερομεταφορείς της Γερμανίας δεν ακολουθούν πλήρως.
Όπως θεωρεί ο ίδιος, υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να μολυνθεί κανείς στη διάρκεια της πτήσης. Η EASA επικαλείται την προσωπική ευθύνη των επιβατών όσον αφορά τη συμμόρφωση με τους κανονισμούς υγιεινής. Οι αεροπορικές εταιρίες απαιτούν απλώς τη χρήση καθημερινών μασκών. Ωστόσο, μόνο αυτές σε συνδυασμό με το πλύσιμο των χεριών δεν είναι αρκετά για να προστατεύσουν τους επιβάτες. Ο βασικός κίνδυνος ξεκινά όταν ένας άνθρωπος με κορωνοϊό μπαίνει στην καμπίνα του αεροσκάφους.
Επί του παρόντος, 6.000 άνθρωποι στη Γερμανία έχουν κορωνοϊό και σύμφωνα με το Ινστιτούτο Robert Koch (RKI), περίπου 16. 83 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν στη Γερμανία και δεν ελέγχονται για κορωνοϊό πριν την αναχώρησή τους.
Αυτό σημαίνει ότι περίπου ένας στους 1.000 επιβάτες στις πτήσεις έχει κορωνοϊό. Σε ένα αεροσκάφος με 200 επιβάτες, συμπεραίνουμε ότι θα επιβαίνει ένα άτομο με κορωνοϊό στο ένα πέμπτο των πτήσεων.
Ας υποθέσουμε, είπε, ότι κάθε άρρωστος μολύνει μόνο το 0,1% των γύρω του στο αεροσκάφος κάθε ώρα πτήσης. Ένα αεροσκάφος 200 θέσεων και μια πτήση άνω των 5 ωρών θα μόλυνε ένα άτομο. Όμως εφόσον αυτό συμβαίνει στο ένα πέμπτο των πτήσεων, η πιθανότητα μόλυνσης θα ήταν μία στις 1.000. Αυτό αντιστοιχεί σε 4 σωστά νούμερα στο λαχείο. Επομένως, ο κίνδυνος είναι πραγματικός στις πτήσεις.
Όσον αφορά την πιθανότητα μόλυνσης στις πτήσεις, ο κ. Scholz είπε ότι αυτή εξαρτάται από την απόσταση που υπάρχει από το άρρωστο άτομο και από τη διάρκεια της πτήσης. Όσον μεγαλύτερη είναι η πτήση, τόσο συντομότερα μπορούμε να μολυνθούμε.
Η βιομηχανία αερομεταφορών απέρριψε την πρόταση για κενή ενδιάμεση θέση στο αεροσκάφος, λόγω αυξημένου κόστους. Επομένως, η αποτελεσματική εξωτερική και εσωτερική προστασία επιτυγχάνεται μόνο με το φιλτράρισμα των μασκών χωρίς βαλβίδα εκπνοής. Ωστόσο, θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται μάσκες FFP2, με προστασία που είναι τουλάχιστον στο 95%, με την EASA να συστήνει απλώς ιατρικές μάσκες, οι οποίες χρησιμοποιούνται κυρίως για εξωτερική προστασία.
Μάλιστα υπογράμμισε ότι με τον ισχυρισμό ότι ο αέρας στο αεροσκάφος είναι το ίδιο καθαρός με των χειρουργείων, η βιομηχανία αερομεταφορών ντροπιάζει τον εαυτό της και πλήττει την ίδια την εικόνα της.
Συστήνει δε στους επιβάτες να μην εμπιστεύονται κανέναν που επικαλείται την ασφάλεια ή μη οποιασδήποτε υπηρεσίας και να φορούν ποιοτικές επαγγελματικές μάσκες στις πτήσεις για εξωτερική προστασία. Οι μάσκες θα πρέπει να βρίσκονται κοντά στο κεφάλι και δεν θα πρέπει να βγαίνουν κατά τη διάρκεια της πτήσης. Συστήνει ακόμα στους επιβάτες να προτιμούν τις θέσεις δίπλα σε παράθυρο και τη παραμονή στις θέσεις τους και την αποφυγή των άσκοπων μετακινήσεων.