Περίπου 25,5 εκατ. τουρίστες αναμένει η Ισπανία το δεύτερο τρίμηνο του έτους (Απρίλιος-Ιούνιος), 8,9% περισσότερους από το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018, ενώ τα τουριστικά έσοδα γι αυτό το τρίμηνο υπολογίζονται σε 36,5 δισ.ευρώ, 9,3% περισσότερα από αυτά του αντίστοιχου τριμήνου πέρυσι.
Η πρόβλεψη αυτή αναφέρεται στο τελευταίο Δελτίο Τουρισμού, Coyuntur,, του Υπουργείο Βιομηχανίας, Εμπορίου και Τουρισμού της Ισπανίας.
Ο υπουργός Βιομηχανίας, Εμπορίου και Τουρισμού, Reyes Maroto, σε δήλωσή του τόνισε ότι τόσο οι αφίξεις όσο και τα έσοδα επανέρχονται πάλι σε υψηλούς θετικούς ρυθμούς μετά από μια περίοδο επιβράδυνσης, με ιδιαίτερα θετικό στοιχείο ότι τα έσοδα θα αυξηθούν με υψηλότερους ρυθμούς από τις αφίξεις.
Συνολικά, στο α' εξάμηνο του 2019 αναμένονται 39,7 εκατ. τουρίστες, 7% περισσότεροι από το α' εξάμηνο του 2018, ενώ τα έσοδα θα προσεγγίσουν τα 41,9 δισ.ευρώ, με αύξηση 7,4%.
Από τις αγορές, οι προβλέψεις δείχνουν αύξηση 1,4% στις αφίξεις τουριστών από το Ηνωμένο Βασίλειο στο β τρίμηνο και συνολικά 0,4% στο εξάμηνο, φτάνοντας στα 8,5 εκατ., σημαντική αύξηση κατά 12,9% στο β τρίμηνο αναμένεται στις αφίξεις Ιταλών, οι οποίοι θα φτάσουν στα 2,1 εκατ. το α' εξάμηνο (+10,5%), από τη Γερμανία αναμένονται 11% περισσότερες τουριστικές αφίξεις από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο, με εκτίμηση για αύξηση 7,3% στο εξάμηνο (5,5 εκατομμύρια) και από τη Γαλλία, αναμένεται αύξηση 1,3% στις αφίξεις επισκεπτών κατά το δεύτερο τρίμηνο και 0,9% στο εξάμηνο (3,2 εκατ. Γάλλοι στο β τρίμηνο και συνολικά 4,9 εκατ. στο εξάμηνο).
Ελαφρά πτώση 0,8% προβλέπεται στις αφίξεις Σκανδιναβών στο β τρίμηνο και συνολικά μείωση κατά 3,4% στο εξάμηνο (2,7 εκατ.)
Όσον αφορά τις αεροπορικές μεταφορές, ο αριθμός των διεθνών πτήσεων προς την Ισπανία θα αυξηθεί κατά 1,3% μεταξύ Μαΐου και Ιουνίου , σύμφωνα με την Turespaña, η οποία για πρώτη φορά παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις αεροπορικές ικανότητες των κύριων αγορών- πηγών για τον ισπανικό τουρισμό. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις στη χωρητικότητα θέσεων παρουσιάζονται στην Αυστρία (+ 47%) και στην Ιαπωνία (+ 67%) κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ενώ σημαντικές μειώσεις υπάρχουν από την Πολωνία (-19%) και τη Δανία (-16%).