Ο ελληνικός τουρισμός έχει άμεση εξάρτηση από τη γερμανική αγορά με αποτέλεσμα οι όποιες εξελίξεις συντελούνται στη γερμανική οικονομία και άρα στο διαθέσιμο εισόδημα των Γερμανών για ταξίδια στο εξωτερικό να αποτελεί πεδίο συζήτησης στους τουριστικούς κύκλους της χώρα μας.
Παρά την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης το 2018, την οποία «σηματοδότησαν» οι αρνητικοί ρυθμοί του 3ου τριμήνου 2018, μετά από 13 συναπτά τρίμηνα μεγέθυνσης, η γερμανική οικονομία αναμένεται να παραμείνει σε αναπτυξιακή τροχιά το 2019, δεδομένου ότι οι επιδόσεις αυτής ανέκαμψαν, ελαφρώς, κατά το τέλος του 2018.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία της Γερμανικής Στατιστικής Αρχής, η γερμανική οικονομία αναπτύχθηκε με 0,4% το 1ο τρίμηνο του τρέχοντος έτους (Ιαν. Μαρ. 2019), έναντι 0,0% το 4ο τρίμηνο 2018 (Οκτ.-Δεκ.). Κεφαλαιοποίησε κυρίως την ισχυρή άνοδο της εγχώριας ιδιωτικής κατανάλωσης (+1,2% ισχυρότερη από το 2011), καθώς και τις επενδύσεις σε εξοπλισμό και κτιριακές εγκαταστάσεις, ενώ η ζήτηση γερμανικών προϊόντων και υπηρεσιών από το εξωτερικό αυξήθηκε, κατά το ίδιο διάστημα, επιτρέποντας σχετική αισιοδοξία για τη δυναμική της οικονομίας το υπόλοιπο του έτους.
Κατά πάγια τακτική, η Γερμανική Στατιστική Αρχή συγκέντρωσε και συνέκρινε, στις αρχές του τρέχοντος έτους, τις προβλέψεις σειράς Διεθνών Οργανισμών και Οικονομικών Ινστιτούτων, σχετικά με τις επιδόσεις της γερμανικής οικονομίας για το 2019, οι οποίες κυμαίνονται από 1,8% (πρόβλεψη Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης) ή 1,9% (κοινή πρόβλεψη των 5 σημαντικότερων γερμανικών Ινστιτούτων Οικονομικών Μελετών) , έως 1,1% (Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Μονάχου), με τον «εμπειρικό» μέσο όρο των αρχικών τούτων προβλέψεων να κινείται περί του 1,6%.
Όπως το 2018, κινητήριο μοχλό της ανάπτυξης για το 2019 αναμένετο να αποτελέσουν, αφενός η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία υποδαυλίζεται από την αύξηση της απασχόλησης και την άνοδο των μισθών και του διαθέσιμου εισοδήματος, αφετέρου η αύξηση των επενδύσεων σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό, η οποία υποκινείται από την άνοδο της εσωτερικής και εξωτερικής ζήτησης σε κεφαλαιουχικά αγαθά. Σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις, ώθηση αναμένετο και από την αγορά εργασίας, η αδιαλείπτως ανοδική πορεία της οποίας, επί δωδεκαετία και πλέον, οδηγεί στον χαρακτηρισμό της ως το «γερμανικό εργασιακό θαύμα».
Ταυτόχρονα, παρά τις εντάσεις που έχει πυροδοτήσει η αστάθμητη εμπορική πολιτική της Αμερικανικής Κυβέρνησης και τις επιπλοκές αποχώρησης του Ην. Βασιλείου από την Ε.Ε. , το διεθνές οικονομικό και εμπορικό περιβάλλον το 2018 παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερό, ενώ θετικότερα του αναμενόμενου ήταν τα μηνύματα και από τους ρυθμούς ανάπτυξης σε Ευρωζώνη και ΕΕ-28 και στις αρχές του 2019.
Παρά ταύτα, η αναπτυξιακή πορεία της γερμανικής οικονομίας του 2019, υπό το φως της διεθνούς συγκυρίας, εκτιμάται ότι θα εμφανίσει επιβράδυνση, αντικατοπτριζόμενης ταύτης, κατά τους έγκυρους οικονομικούς αναλυτές, στην καταγραφείσα τελευταίως απομείωση των προσδοκιών προς ανάπτυξη παραγγελιών της γερμανικής βιομηχανίας και της επιχειρηματικής κοινότητας, λόγω εξασθένησης της εξωτερικής ζήτησης, η οποία συναρτάται ευθέως με τις εξελίξεις στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι. Η υποχώρηση της παγκόσμιας ζήτησης προϊόντων, η διεθνής πολιτική, οικονομική και εμπορική συγκυρία, η κλιμάκωση της εμπορικής διαμάχης μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας και ΗΠΑ-ΕΕ, αλλά και διαφαινόμενοι πολιτικοί κίνδυνοι, ένεκα καταστάσεως σε Ιράν και Μέση Ανατολή, θα επηρεάσουν βεβαίως την ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας, η οποία είναι σαφώς εξωστρεφής και εξαρτώμενη, σε μεγάλο βαθμό, από το εξωτερικό εμπόριο.
Έντονες αναταράξεις ομοίως δημιουργεί και η παρατεταμένη βεβαιότητα και η, όλο και πιθανότερη, «άτακτη» αποχώρηση του Ην. Βασιλείου από την ΕΕ (Brexit). Ανησυχία προκαλεί επίσης, στο διεθνές περιβάλλον, η επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης της Κίνας, δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου, κινητήριος δύναμη του παγκόσμιου εμπορίου και υπ’ αριθμ. 1 εμπορικού εταίρου της Γερμανίας. Τέλος, ως οιονεί επικίνδυνη, χαρακτηρίζεται, από τους οικονομολόγους, η συνεχιζόμενη αδυναμία των εγχώριων επιχειρήσεων να προσλάβουν εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, συνεπεία του πολύ υψηλού επιπέδου απασχόλησης, γεγονός που επηρεάζει, τόσον την απόδοση των επιχειρήσεων (παραγωγή), όσο και το μισθολογικό κόστος. Η λειτουργία της οικονομίας σε επίπεδο «πλήρους εξαντλήσεως των παραγωγικών ικανοτήτων» (full capacity), εγκυμονεί, δυνητικά, κίνδυνο «υπερθέρμανσης», ο οποίος θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε υφεσιακή «διόρθωση».
Εντός αυτού του γενικότερου πλαισίου, οι εκτιμήσεις για την πορεία της γερμανικής οικονομίας το 2019, παραμένουν συγκρατημένα αισιόδοξες. Υπό το πρίσμα συνεπώς των ανωτέρω εκτεθέντων Κρατικοί και Θεσμικοί Φορείς της γερμανικής οικονομίας, Διεθνείς Οργανισμοί και οικονομικά Ερευνητικά Ιδρύματα, αναπροσάρμοσαν προσφάτως τις προβλέψεις ως προς τη μεγέθυνση της γερμανικής οικονομίας το 2019, κάνοντας λόγο για επιβράδυνση και συγκρατημένη αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης της γερμανικής οικονομικής δραστηριότητας.