Οι τουριστικοί προορισμοί που δέχονται μεγάλο αριθμό Βρετανών τουριστών παρακολουθούν ιδιαίτερα αυτή την περίοδο ενόψει του Βrexit τις εξελίξεις στη βρετανική οικονομία.
Το διαθέσιμο εισόδημα των Βρετανών για τις διακοπές τους αποτελεί σίγουρα μία βασική παράμετρος για την πορεία του εξερχόμενου τουριστικού ρεύματος από τη Βρετανία. Τα τελευταία νέα πάντως ήταν ευχάριστα από το μέτωπο της οικονομίας αν και είναι πολύ νωρίς για την εξαγωγή συμπερασμάτων για το 2020 καθώς υπάρχει αναμονή για το πως το Βrexit εν ισχύ θα λειτουργήσει στην ψυχολογία των δυνητικών ταξιδιωτών από τη Βρετανία τη προσεχή περίοδο.
Σύμφωνα με ανακοινωθέντα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, η βρετανική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 0,3% το τρίτο τρίμηνο του έτους σε σχέση με το προηγούμενο. Δεδομένου ότι το δεύτερο τρίμηνο η οικονομία είχε συρρικνωθεί κατά 0,2%, το αποτέλεσμα Ιουλίου – Σεπτεμβρίου έγινε δεκτό με ανακούφιση, καθώς αποφεύχθηκε η καταγραφή μιας μικρής εξάμηνης περιόδου ύφεσης. Σε ετήσια βάση πάντως μέχρι το Σεπτέμβριο, η οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό 1%, που είναι ο χαμηλότερος από το 2010, ενώ ενδέχεται λόγω επιβραδυνόμενης πορείας του να πέσει ακόμα χαμηλότερα. Η επιβράδυνση αυτή δεν αντανακλά μόνο την αβεβαιότητα η οποία προέρχεται από την έκβαση της διαδικασίας εξόδου της χώρας από την ΕΕ, αλλά και από τις προοπτικές ασθενέστερων οικονομικών επιδόσεων παγκοσμίως.
Το θετικό αποτέλεσμα του τριμήνου οφείλεται κατά βάση στον τομέα των υπηρεσιών (κυρίως πληροφορική και επικοινωνίες), που αναπτύχθηκε κατά 0,4%. Καλή επίδοση σημείωσαν και οι κατασκευές, που αναπτύχθηκαν κατά 0,6%, χάρη στην αύξηση της ζήτησης νέας κατοικίας και εμπορικής στέγης. Αντίθετα η βιομηχανική παραγωγή έμεινε στάσιμη.
Η ιδιωτική κατανάλωση και η δαπάνη του κράτους εξακολούθησαν να συνεισφέρουν θετικά στο ΑΕΠ, καταγράφοντας αύξηση 0,4% και 0,3% αντίστοιχα. Αντίθετα, στάσιμες παρέμειναν οι ιδιωτικές επενδύσεις εν μέσω συνεχιζόμενης αβεβαιότητας για την ημερομηνία εξόδου του ΗΒ από την ΕΕ. Οι ιδιωτικές επενδύσεις μειώθηκαν κατά 1,2% τα τελευταία τρία χρόνια, ενώ στην τελευταία έκθεση για τη νομισματική πολιτική, η Τράπεζα της Αγγλίας εκτιμά ότι το συνολικό επίπεδο των ιδιωτικών επενδύσεων σήμερα είναι περίπου 11% χαμηλότερο από αυτό που θα είχε επιτευχθεί αν η χώρα δεν είχε αποφασίσει υπέρ του Brexit στο δημοψήφισμα.
Ο περιορισμός των επενδύσεων έχει άμεσο αντίκτυπο στην παραγωγικότητα, που αποτελεί και το μεγαλύτερο πρόβλημα της βρετανικής οικονομίας σύμφωνα με την Τράπεζα της Αγγλίας, η οποία εκτιμά ότι η μέση ετήσια αύξηση της παραγωγικότητας κατά 0,3% από το 2008 βρίσκεται πολύ χαμηλά σε σχέση με τον προ χρηματοπιστωτικής κρίσης μέσο όρο του 2,25%, γεγονός που αντικατοπτρίζει την παγίωση της τάσης που διαμορφώθηκε στη μετά την κρίση εποχή, τη συγκράτηση των ιδιωτικών επενδύσεων και τον περιορισμό της εξωστρέφειας, καθώς το ΗΒ βρίσκεται σε διαδικασία μετάβασης στη νέα εμπορική του σχέση με την ΕΕ.
Η αγορά εργασίας αποδεικνύεται από τις ανθεκτικότερες παραμέτρους της βρετανικής οικονομίας, καθώς η ανεργία ανήλθε σε 3,8% το τρίτο τρίμηνο και η απασχόληση έφτασε σε ιστορικά υψηλό επίπεδο το καλοκαίρι. Συνολικά στο τρίμηνο πάντως, ο αριθμός των απασχολούμενων μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων τεσσάρων χρόνων, ενώ και η αύξηση μισθών περιορίστηκε πέραν του αναμενόμενου. Το ποσοστό του πληθωρισμού σε δωδεκάμηνη βάση μέχρι το Σεπτέμβριο του 2019 ήταν 1,7%, χωρίς μεταβολή σε σχέση με τον Αύγουστο.