Η πανδημία του κορωνοϊού έπληξε την παραδοσιακά εξωστρεφή και εξαρτημένη από τις εξαγωγές γερμανική οικονομία, περιορίζοντας τη διεθνή ζήτηση για κεφαλαιουχικά αγαθά και μηχανολογικό εξοπλισμό.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του έγκριτου Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών του Μονάχου Ifo , στο πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους το ΑΕΠ της Γερμανίας υποχώρησε κατά 1,9%, ενώ στο δεύτερο τρίμηνο η ύφεση υπολογίζεται ότι εκτινάχθηκε στο 12%. Συνολικά, για το τρέχον έτος εκτιμάται ότι η γερμανική οικονομία θα αντιμετωπίσει ύφεση της τάξεως του 6,2%.
Σε ότι αφορά στην απασχόληση, το Ifo υπολόγισε τον αντίκτυπο της πανδημίας και της συνακόλουθης οικονομικής κρίσης σε απώλεια από 340 χιλ. έως και 750 χιλ. θέσεων πλήρους απασχόλησης, ανάλογα με τη διάρκεια του lockdown και την ταχύτητα ανάκαμψης της οικονομίας.
Ανάλογες επιπτώσεις θα υπάρχουν στα δημόσια οικονομικά, αφού η υποχώρηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η συρρίκνωση των επενδύσεων, η δραστική μείωση του κύκλου εργασιών και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, θα έχουν άμεσο αντίκτυπο στα δημόσια έσοδα.
Προκειμένου να αμβλύνει το οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας, το ομοσπονδιακό υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε, στις 23 Μαρτίου, τη δημιουργία ενός ειδικού "Ταμείου σταθεροποίησης της οικονομίας" συνολικού προϋπολογισμού 600 δισ. ευρώ με στόχο τη στήριξη των εγχώριων επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των ελεύθερων επαγγελματιών.
Πρόγραμμα παρεμβάσεων
Η γερμανική κυβέρνηση εκπόνησε ένα πρόγραμμα παρεμβάσεων που περιλαμβάνει μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων, μέσω προγραμμάτων δανειοδότησης ταχείας έγκρισης με την εγγύηση της κρατικής τράπεζας επενδύσεων KfW, φορολογικά μέτρα ελάφρυνσης, άμβλυνση των περιορισμών μερικής ή ευέλικτης απασχόλησης και καταβολής εργοδοτικών εισφορών.
Παράλληλα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση κατέθεσε σχέδιο συμπληρωματικού προϋπολογισμού που προβλέπει επιπρόσθετες δαπάνες 122,5 δισ., με βάση τα σενάρια εκτιμώμενης ύφεσης 6,5% του γερμανικού ΑΕΠ για το τρέχον έτος.
Tα προγράμματα κρατικής χρηματοδότησης της ρευστότητας των επιχειρήσεων και των θέσεων απασχόλησης ανεβάζουν το ύψος των προβλεπόμενων για το 2020 δημοσίων δαπανών από 362 σε 484 δισ., οδηγώντας έτσι σε παράκαμψη της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και σε προσωρινή, τουλάχιστον, εγκατάλειψη της πολιτικής του περιβόητου Schwarze Null – των μηδενικών δηλαδή δημοσιονομικών ελλειμμάτων.
Η συνετή δημοσιονομική διαχείριση η οποία επέφερε, για παράδειγμα, τη μείωση του δημοσίου χρέους από 81% το 2012 σε 60% περίπου το 2019, επιτρέπει σήμερα στη Γερμανία να διαθέσει τεράστια κεφάλαια και χρηματοδοτικούς πόρους για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
Το σύνολο των δημοσίων δαπανών και φορολογικών ελαφρύνσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης έφθασε ήδη το 6,9% του ΑΕΠ, ενώ οι διατιθέμενες κρατικές εγγυήσεις δανείων προς επιχειρήσεις αγγίζουν το 38,6% του ΑΕΠ.
Το Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων για την παρακολούθηση της γερμανικής οικονομίας – η αποκαλούμενη και επιτροπή σοφών – έδωσε στη δημοσιότητα μια μελέτη για τις επιπτώσεις της πανδημίας και τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας.
Η μελέτη αυτή προτείνει ένα ευρύ πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, μείωση φορολογικών συντελεστών, μεγάλη αύξηση των δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη, ταχύτερη ψηφιοποίηση υπηρεσιών, επιχειρήσεων και δημόσιας διοίκησης καθώς και αλλαγή των εργασιακών σχέσεων με τη μετάβαση σε μοντέλα τηλεργασίας που είναι αναγκαία σε συνθήκες περιορισμών της κυκλοφορίας και υποχρεωτικής κοινωνικής αποστασιοποίησης.
Στις αρχές Ιουνίου η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα πρόσθετο αναπτυξιακό πρόγραμμα ύψους 130 δισ. για την ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας.
Το πρόγραμμα αυτό περιλαμβάνει μέτρα για την ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης, όπως η μείωση των συντελεστών ΦΠΑ έως τα τέλη του 2020 από 19% σε 16%για το γενικό συντελεστή και από 7% σε 5% για τα είδη πρώτης ανάγκης, την καθιέρωση πλαφόν στις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, νέα φορολογικά μέτρα για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων την ερχόμενη διετία, πρόγραμμα αναπλήρωσης των αποδοχών των εργαζόμενων μερικής απασχόλησης, ενίσχυση των επιχειρήσεων των κλάδων τουρισμού και γαστρονομίας και παροχή χρηματοοικονομικής στήριξης στις κοινότητες οι οποίες υπέστησαν μεγάλη μείωση των φορολογικών τους εσόδων.
Παράλληλα, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ενέκρινε ένα πρόγραμμα στρατηγικής σημασίας για τον εκσυγχρονισμό και τη μακροπρόθεσμη στήριξη της γερμανικής οικονομίας ύψους 50 δισ, το οποίο στοχεύει κυρίως στην ταχύτερη μετάβαση στην πράσινη οικονομία και τη νέα ψηφιακή εποχή, καθώς και στην ενδυνάμωση του δημόσιου συστήματος υγείας και στην επανεγκατάσταση παραγωγικών μονάδων φαρμακευτικού και υγειονομικού υλικού στη Γερμανία.
Επιπρόσθετα, προβλέπεται πρόγραμμα ύψους 2 δισ. για την ενίσχυση των νεοφυών επιχειρήσεων (startups) που δραστηριοποιούνται στη Γερμανία, με στόχο τη διατήρηση της τεχνολογικής πρωτοπορίας και τη διασφάλιση θέσεων εργασίας πολύ υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Συνολικά, το ύψος των κρατικών ενισχύσεων για την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, περιλαμβανομένων των εκτεταμένων φορολογικών ελαφρύνσεων και των κρατικών εγγυήσεων για τη στήριξη και τη διασφάλιση της διεθνούς πιστοληπτικής ικανότητας της κρατικής Τράπεζας Επενδύσεων KfW, υπολογίζεται σε 1,3 τρισ. ευρώ.