Η Ελλάδα θα αυξήσει τον αριθμό των εισόδων σε Ρώσους πολίτες από τους 500 σε 4.000 εβδομαδιαίως, ώστε να εξυπηρετηθεί μεγαλύτερος αριθμός επιβατών. Αυτό ανέφερε ο Αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης στον Ρώσο Υπουργό Μεταφορών Βιτάλι Σαβέλιεφ σε τηλεδιάσκεψη γνωριμίας που είχε χθες μαζί του.
Ειδικότερα, ο κ. Βαρβιτσιώτης, αφού αναφέρθηκε στην επαναλειτουργία της αεροπορικής σύνδεσης μεταξύ των δύο χωρών, τόνισε την πρόθεση της Ελλάδας να αυξήσει τον αριθμό των εισόδων σε Ρώσους πολίτες από τους 500 σε 4000 εβδομαδιαίως, ώστε να εξυπηρετηθεί μεγαλύτερος αριθμός επιβατών. Άλλωστε, όπως σημείωσε, «από τον Μάιο θα είμαστε σε θέση να υποδεχτούμε με πνεύμα φιλοξενίας στην Ελλάδα όλους τους Ρώσους φίλους που θέλουν να επισκεφτούν τη χώρα μας».
Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύονται σε ρωσικά μέσα ενημέρωσης, η αύξηση σε 4.000 αφίξεις από τη Ρωσία θα τεθεί σε ισχύ την επόμενη εβδομάδα.
======
Διαβάστε επίσης
========
Οι δύο συμπρόεδροι της Μεικτής Διϋπουργικής Επιτροπής Ελλάδας-Ρωσίας υπογράμμισαν τους ιστορικούς δεσμούς των δύο χωρών, που επιβεβαιώνονται και από την παρουσία του Πρωθυπουργού της Ρωσικής Ομοσπονδίας Mikhail Mishustin στην Αθήνα για τους εορτασμούς των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821.
Περαιτέρω, ο Αναπληρωτής Υπουργός επισήμανε τη βούληση διεύρυνσης των εμπορικών ελληνο-ρωσικών σχέσεων και σε άλλους τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος πέραν του τουρισμού, όπως η ενέργεια, οι οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές, οι υποδομές, οι ψηφιακές υπηρεσίες, οι κατασκευές, η τεχνολογία και τα αγροτικά προϊόντα. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην τόνωση των εξαγωγών ελληνικών αγροτικών προϊόντων και στη διευκόλυνση κοινοπραξιών μεταξύ ελληνικών και ρωσικών επιχειρήσεων.
Τέλος, ο Αναπληρωτής Υπουργός επανέλαβε το αίτημα της ελληνικής πλευράς για επαναπατρισμό των αρχείων των Ελληνικών Ισραηλιτικών Κοινοτήτων, που μεταφέρθηκαν από το Βερολίνο στη Μόσχα στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά, «είναι σημαντικό και για τις δύο πλευρές, στο πλαίσιο του Κοινού Έτους Ιστορίας, να δώσουμε λύση σε αυτό το πρόβλημα, στέλνοντας ουσιαστικά το μήνυμα ότι και οι πολιτιστικές και οι ιστορικές μας σχέσεις προχωρούν με γοργούς ρυθμούς».