Σε επίπεδα ρεκόρ ύψους 7,9% ανήλθε ο πληθωρισμός της Γερμανίας τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας, ω αποτέλεσμα της υψηλής αύξησης των τιμών ενέργειας (+38,3%) και των τιμών των τροφίμων (+11,1%), συγκριτικά με τον Μάιο του 2021.
Αυτό σημαίνει ότι ο πληθωρισμός στη Γερμανία παρέμεινε πάνω από το όριο του 7% για τρίτο συνεχόμενο μήνα. Πιο συγκεκριμένα εκτινάχθηκε στο 7,3% τον Μάρτιο και 7,4% τον Απρίλιο, ενώ οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν κατά 0,9% κατά το διάστημα Απριλίου- Μαΐου . Ο ρυθμός πληθωρισμού ήταν για τελευταία φορά εξίσου υψηλός τον χειμώνα του 1973-1974, όταν οι ενεργειακές τιμές αυξήθηκαν επίσης απότομα, ως αποτέλεσμα της πετρελαϊκής κρίσης. Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι, η αύξηση τιμών καταναλωτή, αναπτύσσεται πολύ διαφορετικά στα επιμέρους ομόσπονδα κρατίδια της χώρας. Επιπροσθέτως, οι τιμές παραγωγού σε όλα τα στάδια παραγωγής αυξήθηκαν ακόμη και κατά 33,5%- η υψηλότερη καταγραφόμενη τιμή από το 1949 .
Η απότομη άνοδος των τιμών καταναλωτή είχε αρνητικό αντίκτυπο στην αγοραστική δύναμη των Γερμανών. Αν και οι μισθοί αυξήθηκαν το πρώτο τρίμηνο κατά 4% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι, δεν κατάφεραν να ισοσκελίσουν τις αυξήσεις τιμών κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Ως εκ τούτου, οι πραγματικοί μισθοί επί της ουσίας μειώθηκαν κατά 1,8%.
Όπως ήταν αναμενόμενο, η ενεργειακή κρίση ήρθε να προστεθεί στην κρίση της πανδημίας, στην οποία η γερμανική οικονομία δεν είχε καταφέρει να διαχειριστεί και είχε ως αποτέλεσμα διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι η πληθωριστική πίεση θα παραμείνει πολύ υψηλή προς το παρόν, με την κατάσταση να εκτονώνεται πιθανότατα από το φθινόπωρο.
Ως αποτέλεσμα των υψηλών τιμών της ενέργειας, η κυβέρνηση έχει δρομολογήσει δύο πακέτα ανακούφισης των Γερμανών καταναλωτών, με όγκο 30 δις. ευρώ. Ωστόσο, σύμφωνα με το υπουργείο οικονομικών, η προσωρινή μείωση του ενεργειακού φόρου στα καύσιμα, δεν θα οδηγήσει σε απότομη μείωση των τιμών βενζίνης και πετρελαίου στα πρατήρια καυσίμων. Ο Γερμανός υπουργός οικονομικών έχει θέσει την καταπολέμηση του ζητήματος του υψηλού πληθωρισμού ως προτεραιότητα για τη γερμανική δημοσιονομική πολιτική και επανέφερε για μία ακόμη φορά στο προσκήνιο των συζητήσεων την ανάγκη συμμόρφωσης με το «φρένο χρέους», θέτοντας τέλος στην επεκτατική χρηματοπιστωτική πολιτική των τελευταίων ετών.
(*) Οι πληροφορίες προέρχονται από το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στο Βερολίνο.