Με σημαντικές τοποθετήσεις και μεγάλο ενδιαφέρον ολοκληρώθηκε η 1η ημέρα του καθιερωμένου ετήσιου συνεδρίου του Ελληνο-αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου «Η Ωρα της Ελληνικής Οικονομίας | Αναμόρφωση της Οικονομίας-Αναβίωση της Επιχειρηματικότητας | Καινοτομία-Τεχνολογία-Ηθική-Εξωστρέφεια», το οποίο πραγματοποιείται στο ξενοδοχείο Athenaeum InterContinental.
Από το βήμα του συνεδρίου, ο Υπουργός Οικονομίας & Ανάπτυξης κ. Δημήτρης Παπαδημητρίου, τόνισε χαρακτηριστικά, «Είναι σημαντικό να γίνει σε όλους κατανοητό ότι η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε τροχιά ανάκαμψης με βασική κινητήρια δύναμη την δημοσιονομική προσαρμογή, την υλοποίηση των συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων, την εποικοδομητική συνεργασία με τους εταίρους μας και τη βαθμιαία αλλά ουσιαστική αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πιστωτών, των αγορών και των επενδυτών στην ικανότητα της χώρας να ισορροπήσει και να αναπτυχθεί.
Όλοι οι επιμέρους τομείς της οικονομίας, από τον τουρισμό, τη βιομηχανία, τις εξαγωγές και τις ξένες άμεσες επενδύσεις μέχρι τους κλάδους που μέχρι πρότινος υπέφερεαν εξαιτίας της δημοσιονομικής και εισοδηματικής λιτότητας, όπως είναι οι κατασκευές, το εμπόριο ή άλλες υπηρεσίες, βρίσκονται όλοι τους σε φάση επανεκκίνησης. Κλείνοντας την ομιλία του, μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στις Ελληνοαμερικανικές εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις οι οποίες βρίσκονται σε πολύ καλό δρόμο και τα περιθώρια ανάπτυξής τους πραγματικά είναι μεγάλα, επί τη ευκαιρία της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης το 2018 που η τιμώμενη χώρα είναι οι ΗΠΑ προσφέροντας ασύγκριτες δυνατότητες προώθησης ελληνοαμερικανικών εξαγωγών και επενδύσεων.
Ο Αμερικανός επενδυτής και ιδρυτής της Japonica partners κ. Πολ Καζάριαν, κατά την ομιλία του μεταξύ άλλων παρουσίασε έρευνα-μελέτη της ΕΥ, στην οποία εμφανίζεται η Ελλάδα με τη καλύτερη επίδοση μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης ως προς το monthly government financial reporting, συγκεντρώνοντας την υψηλότερη βαθμολογία με 152 αφήνοντας στη δεύτερη θέση την Πορτογαλία με 118 και κοιτώντας αφ’ υψηλού την Γερμανία με 74 βαθμούς και τη Γαλλία με 48, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο την πρωτιά έχει η Νέα Ζηλανδία με 312 πόντους.
Αναφερόμενος στη μελέτη τόνισε, «πριν από λίγα χρόνια μιλούσαμε για Greek Statistics. Τα συνολικά asset του ελληνικού κράτους, ανέρχονται σε 527 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε 49.000 ευρώ ανά κάτοικο, καλώντας εμμέσως πλην σαφώς την ελληνική κυβέρνηση να τα αξιοποιήσει». Κατά την ομιλία του στο Δείπνο που παρέθεσε το Ελληνο-αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και Πρόεδρος της Ν.Δ., κ. Κυριάκος Μητσοτάκης μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στο επιχειρείν το οποίο όπως τόνισε ταυτίστηκε με το κράτος και ως εκ τούτου το κράτος λειτούργησε πελατειακά απέναντι όχι μόνο στους πολίτες αλλά και στην επιχειρηματική κοινότητα. Αναφερόμενος στον προϋπολογισμό σημείωσε ότι η κυβερνητική πρόβλεψη είναι υπεραισιόδοξη καθώς για να επαληθευτεί η πρόβλεψη του προϋπολογισμού για ετήσια αύξηση 1,6%, στο τέταρτο τρίμηνο θα πρέπει να καταγραφεί αύξηση του Α.Ε.Π. κατά 3%. Σχετικά με τους πλειστηριασμούς είπε χαρακτηριστικά, «Πρωταρχικό μέλημα της Πολιτείας οφείλει να είναι η αποκάλυψη και η τιμωρία των «στρατηγικών κακοπληρωτών», των πονηρών που εκμεταλλεύονται το πλαίσιο προστασίας του Κράτους για τους αδύναμους. Το οφείλουμε σε όλους τους συνεπείς δανειολήπτες που, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους.»
Αναφερόμενος στη γενιά των 360€, σημείωσε, «Το brain drain σε συνδυασμό με την αρνητική δημογραφική τάση συνιστούν εκρηκτικό μηχανισμό στα θεμέλια της οικονομίας μας. Η Ελλάδα είναι μία αναπτυγμένη χώρα. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να μετακινηθεί προς δραστηριότητες που βασίζονται σε φθηνά και ανειδίκευτα εργατικά χέρια. Ο στόχος μας πρέπει να είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας όχι όμως με περαιτέρω μείωση του εργασιακού κόστους, όχι δηλαδή με χαμένες γενιές των 360 ευρώ. Το εκπαιδευτικό σύστημα σε όλες τις βαθμίδες του, οφείλει να παράγει αποφοίτους με δεξιότητες οι οποίοι να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες μιας οικονομίας που πρέπει να μετασχηματιστεί γρήγορα. Για το σκοπό αυτό χρειάζεται μια ριζική αναθεώρηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, την οποία έχουμε σχεδιάσει. Δεν είναι χρονικά εφικτό να αναφερθώ σε μεγάλη λεπτομέρεια σήμερα σε αυτό το κεφαλαιώδες ζήτημα. Η δημόσια εκπαίδευση για εμάς δεν είναι απλώς ένα μέσο για την ώθηση της οικονομίας προς δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η δημόσια εκπαίδευση ήταν και παραμένει στη χώρα μας ο βασικότερος μηχανισμός κοινωνικής κινητικότητας και δημιουργίας ευκαιριών για τους πιο αδύναμους».