Επιδείνωσε και παρέτεινε η τρόικα την οικονομική και δημοσιονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008; Απαίτησε από τις κυβερνήσεις χωρών που κατέφυγαν σε προγράμματα βοήθειας υπερβολικές μειώσεις δαπανών και αύξηση εισφορών; Τα ερωτήματα αυτά απασχολούν τον αρθρογράφο της οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt με αφορμή πρόσφατη μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ΕΚΤ για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Διαβάστε το θέμα από την DW...
Η αυστηρή δημοσιονομική πολιτική στραγγάλισε την ανάπτυξη
Η εφημερίδα παραπέμπει καταρχήν σε άρθρο του Ντάνιελ Λι, αναπληρωτή επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ, το οποίο θα μπορούσε να είναι και ομολογία ενοχής, όπως σημειώνεται. Γιατί υποστηρίζει ότι σε χώρες με μνημόνια η οικονομική συγκυρία υπέστη πιο ισχυρό πλήγμα από όσο είχε προβλεφθεί. «Το συμπέρασμά του Ντάνιελ Λι, όπως και του προϊσταμένου του Ολιβιέ Μπλανσάρ, επικεφαλής οικονομολόγου του Ταμείου από το 2008 μέχρι το 2015, είναι ότι οι προσπάθειες δημοσιονομικής λιτότητας πνίγουν την οικονομική δραστηριότητα περισσότερο από όσο είχε αρχικά θεωρηθεί. Διατυπωμένο με τεχνικούς όρους, ο πολλαπλασιαστής δημοσίων δαπανών δεν πρέπει να υπολογίζεται με βάση το 0,5 όπως νομίζονταν μέχρι τώρα, αλλά πάνω από τη μία μονάδα. Κατά συνέπεια, μείωση των κρατικών δαπανών κατά ένα ευρώ, δεν μειώνει αντίστοιχα την απόδοση της οικονομίας μόνο κατά μισό ευρώ, αλλά πάνω από ένα ευρώ, που σημαίνει ότι η πολιτική λιτότητας με τη μείωση των δημοσίων επενδύσεων έρχεται σε αντίθεση με τον στόχο μείωσης του χρέους».
Η εφημερίδα υπενθυμίζει ότι η συζήτηση για την επίδραση της πολιτικής λιτότητας έγινε αντικείμενο θυελλωδών συζητήσεων, κυρίως ανάμεσα σε οικονομολόγους και πολιτικούς της Γερμανίας και του αγγλοσαξονικού χώρου. Οι πρώτοι υποστήριζαν αυστηρή δημοσιονομική πολιτική, οι δεύτεροι δημοσιονομική πολιτική που προσανατολίζεται στην ενίσχυση της ανάπτυξης.
Τέσσερις οικονομολόγοι της ΕΚΤ δημοσίευσαν στο ενημερωτικό δελτίο της τράπεζας μελέτη με τον τίτλο «Learning about fiscal multipliers during European sovereign debt crisis». Σε αυτήν εξετάζουν το ύψος του πολλαπλασιαστή κρατικών δαπανών και καταλήγουν στην καθόλου κολακευτική για την Κομισιόν διαπίστωση ότι τα πρώτα χρόνια της κρίσης υπολόγιζε τον πολλαπλασιαστή όχι με βάση το σύνηθες 0,5 αλλά πολλές φορές γύρω στο μηδέν, κάτι που την οδήγησε στη διαπίστωση ότι η μείωση των δημοσίων δαπανών έχει σχεδόν μηδενική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα…
Στα επόμενα χρόνια η Κομισιόν αύξανε σταδιακά τον πολλαπλασιαστή, έτσι ώστε πολλοί οικονομολόγοι να αποδώσουν την οικονομική ανάπτυξη κρατών, επί χρόνια συνδεδεμένα σε πρόγραμμα στήριξης, στον μετριασμό των όρων αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής». Και ο αρθρογράφος καταλήγει: «Εάν η ανάλυση της ομάδας από την ΕΚΤ ισχύει, τότε οι αγγλοσάξονες με την κριτική του είχαν δίκιο και η κρίση κυρίως στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου θα είχε λιγότερη διάρκεια και δεν θα ήταν τόσο βαθιά, εάν οι Βρυξέλλες και η Φραγκφούρτη άκουγαν τα επιχειρήματά τους».