Με σκοπό την κατανόηση της πιστωτικής πολιτικής των επιχειρήσεων σήμερα και των μέτρων που εκείνες λαμβάνουν για τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, η ICAP εκπόνησε για 4η συνεχή χρονιά, εξειδικευμένη έρευνα στα στελέχη του Credit Risk στην Ελλάδα.
Τα κύρια συμπεράσματα:
4/10 επιχειρήσεις είτε περιόρισαν το ύψος των πιστώσεων τους την τελευταία διετία, είτε μείωσαν τον χρόνο τους.
Το 35% εισπράττει τις απαιτήσεις μετά από 3 μήνες.
Παραπάνω από το 1/3 αντιμετωπίζουν επισφάλειες μεγαλύτερες του 1% επί των συνολικών τους πωλήσεων.
Η εξασφάλιση ρευστότητας αποτελεί το μεγαλύτερο άγχος σε σύγκριση με τα "προ κρίσης χρόνια" για 7 στους 10 Credit Controllers.
Το 60% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι οι νέες τεχνολογίες στο χώρο της ανάλυσης δεδομένων θα επηρεάσουν τη διαδικασία αξιολόγησης του πιστωτικού κινδύνου μιας εταιρείας.
Η πλειοψηφία των εταιρειών που συμμορφώθηκαν με τον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων (GDPR) συνεργάστηκαν είτε με συμβουλευτική εταιρεία, είτε με νομικό σύμβουλο για να το επιτύχουν.
Η έρευνα διεξήχθη το διάστημα Σεπτεμβρίου - Οκτωβρίου, με τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου. Το δείγμα της έρευνας περιελάμβανε 354 ελληνικές επιχειρήσεις, με κύκλο εργασιών άνω των €5 εκατ., το 2017. Τα αποτελέσματα παρουσίασε στο 11ο Συνέδριο Διαχείρισης Πιστωτικού Κινδύνου της ICAP, ο Εκτελεστικός Διευθυντής Πωλήσεων & Marketing της ICAP, Σέρκο Κουγιουμτζιάν ο οποίος σχολίασε:
«Τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαίωσαν ότι η εξασφάλιση ρευστότητας και το ασταθές οικονομικό περιβάλλον αποτελούν το μεγαλύτερο «πονοκέφαλο» για τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν περιορίσει αισθητά την αξία και τον χρόνο πίστωσης στους πελάτες τους, και επενδύσει σε εφαρμογές διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου.»