Το φετινό καλοκαίρι παρατηρούμε σε όλον τον κόσμο ακραία καιρικά φαινόμενα, καύσωνες σε κάποια σημεία του πλανήτη και καταιγίδες σε κάποια άλλα. Αυτή η αλλαγή του κλίματος είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης παρέμβασης στη φύση; Θα συνεχιστούν τα ακραία καιρικά φαινόμενα; Πως μπορούμε να προστατευθούμε; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που τίθενται το τελευταίο διάστημα, ειδικά μετά τις τραγικές συνέπειες της πυρκαγιάς στην Αττική.
Το Tornos News μίλησε με τον καθηγητή Χρήστο Ζερεφό, Επόπτη του Κέντρου Ερεύνης Φυσικής της Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας της Ακαδημίας Αθηνών και Πρόεδρο της Διεθνούς Επιτροπής Όζοντος, ο οποίος εξηγεί:
«Η ανθρωπογενής συνεισφορά στην αλλαγή του κλίματος δεν είναι το 100% των μεταβολών που βλέπουμε. Περίπου το 30% είναι εκείνο που ερεθίζεται από τον άνθρωπο και το υπόλοιπο 70% γίνεται από την ίδια τη φύση. Γι’ αυτό και είναι πολύ δύσκολο να πει κανείς κατά πόσο κάθε ένα από τα ακραία φαινόμενα που βλέπουμε συνδέεται άμεσα με την ανθρωπογενή παρέμβαση ή όχι».
Στο ερώτημα αν θα συνεχιστούν τα ακραία καιρικά φαινόμενα, ο κ. Ζερεφός υποστηρίζει πως θα έχουν αυξητική τάση: "Με βάση τα στοιχεία που συγκεντρώνουμε από τις δεκαετίες που πέρασαν, όλες οι ενδείξεις οδηγούν σε μια αύξηση της συχνότητας εμφάνισης των καυσώνων, παγκοσμίως, κάτι που ισχύει και για την Ελλάδα. Η αύξηση αυτή, σε σχέση με τις δεκαετίες πριν το 1950, είναι σημαντική. Η εξέλιξη που αναμένουμε από πλευράς καυσώνων για τα περοσεχή 50 χρόνια είναι ότι θα συνεχίσουν να αυξάνουν σε συχνότητα. Τείνουμε να φτάσουμε στο σημείο που κάθε 2-3 χρόνια θα έχουμε έναν καλό καύσωνα στις περισσότερες περιοχές του βορείου ημισφαιρίου».
Όπως εξηγεί ο κ. Ζερεφός, το ζήτημα του καύσωνα είναι πολύπλοκο καθώς επηρεάζει με διαφορετικό τρόπο τις διάφορες περιοχές της γης. Οι συνέπειες του καύσωνα στον άνθρωπο δεν εξαρτώνται μόνο από τη θερμοκρασία αλλά και από τη σχετική υγρασία και άλλους περιβαλλοντικούς πράγοντες οι οποίοι διαφέρουν σημαντικά από τόπο σε τόπο.
«Για παράδειγμα, οι καύσωνες στην περιοχή της Μεσογείου δίνουν θερμοκρασίες που ξεπερνούν ακόμα και τους 40 βαθμούς κελσίου. Αν εκτεθεί κανείς σε μια περιοχή που έχει τέτοια θερμοκρασία και παράλληλα υψηλή σχετική υγρασία, θα αισθανθεί μεγάλη δυσφορία. Αντίθετα σε μια περιοχή με την ίδια θερμοκρασία αλλά με δυνατούς ανέμους και η χαμηλή σχετική υγρασία, τότε οι επιπτώσεις δεν είναι σοβαρές. Ο ΣΕΤΕ μας είχε ζητήσει να μελετήσουμε τις επιπτώσεις της ανθρωπογενούς παρέμβασης στην κλιματική αλλαγή. Ακόμα και στα χειρότερα σενάρια, η περιοχή του Αιγαίου, συγκριτικά με ανταγωνίστριες περιοχές στη Δυτ. Μεσόγειο, υπερτερεί σημαντικά».
Αυτό αποτελεί άμεση απάντηση στη φετινή αντίδραση πολλών Ευρωπαίων, οι οποίοι αποφάσισαν να μην φύγουν για διακοπές επειδή στη χώρα τους επικρατούσαν συνθήκες καύσωνα και αισθάνονταν πιο ασφαλείς στα σπίτια τους παρά σε κάποια χώρα όπως η Ελλάδα.
Και αυτό είναι ένα από τα στοιχεία που θα πρέπει να χρησιμοποιήσει η χώρα μας στις καμπάνιες της στο εξωτερικό, το άνετο κλίμα του ελληνικού καλοκαιριού.
Υπό το πρίσμα αυτών των επιστημονικών ευρημάτων, το ερώτημα «τι πρέπει να κάνουμε;» τίθεται πιο επιτακτικά από ποτέ. Αφενός γιατί ο τοπικός πληθυσμός θα πρέπει να θωρακιστεί επαρκώς προκειμένου να μην σημειωθούν άλλα τέτοια περιστατικά όπως αυτό στην Ανατολική Αττική με τους δεκάδες νεκρούς και αφετέρου για να διαφυλάξουμε τη συνέχιση της ροής τουριστών στη χώρα μας.
Δεδομένου ότι υπάρχουν όλες οι απαραίτητες μελέτες αλλά και η σχετική νομοθεσία για την προσαρμογή των περιφερειών, ο κ. Ζερεφός υποστηρίζει ότι αυτό που θα ενισχύσει την προστασία μας είναι η εκπαίδευση. «Θα πρέπει να εντάξουμε τη συστηματική εκπαίδευση στην αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων, όπως κάνουμε πλέον για τους σεισμούς. Με βάση μελέτη που έχει διενεργηθεί για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος, με τη συμμετοχή και του ΙΝΣΕΤΕ, το κόστος αποκατάστασης από ακραία φαινόμενα έως το 2100, υπολογίζεται στα 800 δις. ευρώ, δηλαδή ποσό διπλάσιο του χρέους της Ελλάδας. Αν εφαρμοστεί η προσαρμογή στην υπάρχουσα νομοθεσία και εκπαιδευτεί ο πληθυσμός, το ποσό αυτό μειώνεται στο μισό».
Οι μελέτες για την αντιμετώπιση των ακραίων φαινομένων υπάρχουν ήδη ενώ η νέες τεχνολογίες είναι σε θέση να λειτουργήσουν βοηθητικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Navarino Environmental Observatory της Costa Navarino, στη Διευθύνουσα Επιτροπή του οποίου συμμετέχει ο κ. Ζερεφός, όταν ιδρύθηκε πριν από οκτώ χρόνια, είχε εκπονήσει μελέτη του μικροκλίματος της περιοχής και δημιούργησε μια εφαρμογή για τα κινητά, μέσω της οποίας οι επισκέπτες του συγκροτήματος μπορούν να παρακολουθούν την εξέλιξη των καιρικών φαινομένων ενώ τους δίνονται οδηγίες για τους τρόπους αντίδρασης στην περίπτωση κάποιου επικίνδυνου περιστατικού.
Λύσεις λοιπόν υπάρχουν. Το μόνο που πρέπει να γίνει είναι να εφαρμοστούν.