Η μίσθωση σπιτιών σε τουρίστες ονομάστηκε "οικονομία διαμοιρασμού". Η ρητορική αυτή, ωστόσο, μοιάζει ως ανέκδοτο υπό το πρίσμα της είδησης ότι μόνο ένας χρήστης της Airbnb στη Βαρκελώνη διαχειρίζεται ένα χαρτοφυλάκιο ακινήτων που του αποφέρει έσοδα 33.000 λιρών ημερησίως την υψηλή περίοδο, γράφει σε άρθρο της η βρετανική εφημερίδα The Guardian.
Η έξαρση της μίσθωσης σπιτιών σε τουρίστες σε πόλεις, όπως η Βαρκελώνη, το Βερολίνο και η Νέα Υόρκη, έχει ωθήσει τα ενοίκια σπιτιών στα ύψη, τονίζεται στο άρθρο. Η Airbnb εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το λεξιλόγιο περί "οικοδεσπότη" αντί εισοδηματία και "φιλοξενίας" αντί επιχείρησης, παρόλο που πλέον η συντριπτική πλειονότητα των καταχωρίσεων είναι αυτόνομα διαμαρίσματα και σπίτια και όχι ένα ελεύθερο δωμάτιο, που αρμόζει στην "οικονομία διαμοιρασμού".
Στη Βαρκελώνη η άδεια για βραχυπρόθεσμη μίσθωση κόστιζε 250 ευρώ. Τώρα που οι άδειες αυτές δεν εκδίδονται, αλλάζουν χέρια με ποσά που φτάνουν τα 80.000 ευρώ.
Το άνοιγμα αυτής της αγοράς ξεκίνησε παγκοσμίως χωρίς την εφαρμογή των τοπικών νόμων, καθώς δεν πρόβλεψαν τη διάσταση αυτού του φαινομένου. Όπως η Uber ήταν στην πραγματικότητα μια εταιρεία ταξί έτσι και η Airbnb ήταν στην πραγματικότητα μια ξενοδοχειακή επιχείρηση, υπογραμμίζεται στο άρθρο. Γι αυτό, είναι απαραίτηση η ρύθμισή τους.
Αυτό που πρέπει να γνωρίζουν οι ρυθμιστικές αρχές είναι η πραγματική κατάσταση της οικονομίας διαμοιρασμού, κάτι που είναι δύσκολο καθώς η Airbnb δεν δημοσιοποιεί τα δεδομένα της. Όμως αυτό μπορεί να αποκαλύψει ενδιαφέροντα δεδομένα, όπως για παράδειγμα ότι η πιο ακριβή καταχώρηση στην Airbnb στη Ρώμη είναι πολυτελείς οικίες που αγόρασε για αυτή τη χρήση αμερικανός επιχειρηματίας στο χώρο της τεχνολογίας (σύμφωνα με τον συγγραφέα του βιβλίου What’s Yours Is Mine: Against the Sharing Economy, Tom Slee).
Σε ακαδημαϊκή έρευνα των Albert Arias Sans και Alan Quaglieri το 2016, για τον ισχυρισμό της Airbnb στη Βαρκελώνη οτι αναζωογονεί τις γειτονιές, αποκαλύφθηκε οτι οι γειτονιές με τη μεγαλύτερη παρουσία στην πλατφόρμα είναι εκείνες που χάνουν κατοίκους στο μεγαλύτερο βαθμό, επομένως οι κάτοικοι αναγκάζονται να μετακινηθούν λόγω αύξησης του κόστους των ενοικίων.
Η λύση για μερικούς βρίσκεται στις τοπικές αρχές οι οποίες πρέπει να είναι πιο ενεργητικές στη λήψη αποφάσεων. Σε έρευνα για τον αντίκτυπο της Airbnb στο Λονδίνο το 2016, αποκαλύφθηκε οτι κάθε ιδιοκτήτης θα μπορούσε να έχει το δικαίωμα να ενοικιάσει βραχυχρόνια το σπίτι του για μια συγκεκριμένη περίοδο. Οι τοπικές αρχές θα μπορούσαν να διαχειρίζονται αυτά τα δικαιώματα μοιράζοντας τα έσοδα στις γειτονιές και στις ίδιες, επεμβαίνοντας έτσι ώστε να αποφευχθεί η μετατροπή ορισμένων περιοχών σε hotspot.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπως της Βαρκελώνης, η μοναδική απάντηση θα ήταν οι περικοπές, την ώρα που η Airbnb έχει οφειλές στην πόλη ύψους 600.000 ευρώ από το 2016.
Άλλοι προορισμοί εφαρμόζουν περιορισμούς σε επίπεδο διανυκτερεύσεων ανά σπίτι και μια καλή ιδέα, αναφέρει το άρθρο, θα ήταν να τίθεται περιορισμός και στον αριθμό των σπιτιών που καταχωρεί ένας ιδιοκτήτης, ή στον αριθμό των σπιτιών στην ίδια περιοχή. Το ηθικό δίδαγμα θα ήταν οτι καμία εταιρία δε μπορεί να υπερισχύει της νομοθεσίας.
Στην περίπτωση της Airbnb το κλειδί στην αλλαγή συμπεριφοράς της είναι να αναγκαστεί να εφαρμόσει μεγαλύτερη διαφάνεια στις επιχειρήσεις της. Σε έρευνα για την Airbnb στην Αυστραλία το 2018, η ερευνήτρια Laura Crommelin και οι συνεργάτες της επιχειρηματολογούν υπέρ της διαφάνειας στα δεδομένα της πλατφόρμας σχετικά με τους ιδιοκτήτες, και κοινοποίησή τους στη δημοτική αρχή έτσι ώστε να λαμβάνονται αποφάσεις βάσει πραγματικών δεδομένων.