Ο τουρισμός στην Κύπρο μπορεί να συνεχίσει να καταγράφει αυξητικές τάσεις και να προσεγγίσει το 2023 τις αφύσικα υψηλές επιδόσεις του 2019, αν συνεχιστεί η σημερινή πολιτική και οι σημερινές πρακτικές. Ωστόσο, σημειώνεται πως οι εκτιμήσεις για τον τουρισμό παραμένουν διεθνώς θετικές μεν, αλλά με υψηλό ρίσκο ανατροπής, κάτι που δεν μπορεί να αφήσει την Κύπρο ανεπηρέαστη.
Αυτό υπογραμμίζεται στην ετήσια έκθεση του δημοσιονομικού συμβουλίου της Κύπρου.
Όπως αναφέρεται:
- Η προσέλκυση τουρισμού από ευρωπαϊκές χώρες και χώρες της Μέσης Ανατολής (ιδίως Σαουδική Αραβία όπου διαμορφώνεται νέα αεροπορική σύνδεση) θα αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα για την πορεία του 2023. Οι πιέσεις αναμένεται πως θα επιδεινωθούν στην εξωτερική ζήτηση λόγω της συνέχισης των μακροοικονομικών πιέσεων, κάτι που μπορεί να αντισταθμιστεί εν μέρει μέσα από την ανάπτυξη των νέων αγορών αλλά και νέων προϊόντων εντός Κύπρου.
- Η ολοκλήρωση της συμφωνίας του Υπουργείου Μεταφορών και της Hermes Airport, για παροχή κινήτρων προς τις αεροπορικές εταιρείες, αποτελεί εκ πρώτης όψεως θετική εξέλιξη, αφού η ανάκαμψη της ζήτησης από ευρωπαϊκές χώρες, θα αποτελέσει κλειδί για τα επόμενα χρόνια.
Οι εκτιμήσεις για τον παγκόσμιο τουρισμό
Παρά τις δύσκολες μακροοικονομικές συνθήκες, οι προβλέψεις για την παγκόσμια ταξιδιωτική βιομηχανία παραμένουν θετικές, με ευνοϊκές εκτιμήσεις για την παγκόσμια βιομηχανία τουρισμού, επισημαίνεται στην έκθεση. Αναφέρονται σχετικά τα ακόλουθα:
- Η κατάρρευση του τομέα κατά την επέλαση της πανδημίας τη διετία 2020-2021 συνεπάγεται ότι ισχυροί ρυθμοί ανάπτυξής του είναι σχεδόν αναπόφευκτοι, μετά την άρση των ταξιδιωτικών περιορισμών ανά το παγκόσμιο.
- Το 2022 χαρακτηρίστηκε από ταχεία ανάκαμψη του τουρισμού, κάτι που οι σχετικές αναλύσεις αναμένουν πως θα συνεχιστεί και το 2023, ειδικά αν η Κίνα αρχίσει σταδιακά να χαλαρώνει την αυστηρή πολιτική διαχείρισης του COVID-19.
- Τα υψηλά κόστη καυσίμων, ενέργειας, τροφίμων και εργοδότησης όμως, έχουν ήδη περάσει στην πραγματική οικονομία και θα επηρεάσουν αδιαμφισβήτητα και τις προοπτικές ανάκαμψης του παγκόσμιου τουρισμού. Ενώ μέχρι πέρυσι αναμενόταν ότι ο τομέας θα έφθανε τα προ-πανδημίας επίπεδά του μέχρι το τέλος του 2023, μια σειρά από εξελίξεις έχουν επιβραδύνει την ανάκαμψη και οδηγούν σε μερική αναθεώρηση των αρχικών εκτιμήσεων. Οι εν λόγω εξελίξεις περιλαμβάνουν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την πολιτική αβεβαιότητα που προκάλεσε, την επιβράδυνση της Κινεζικής οικονομίας, τον «αγώνα δρόμου» κατά του πληθωρισμού και τις αυξήσεις επιτοκίων που αυτός συνεπάγεται και την αποκλιμάκωση της οικονομικής ανάπτυξης ανά το παγκόσμιο.
- Σύμφωνα και με αναλύσεις, η ολική ανάκαμψη του τουρισμού αναμένεται για το 2024, με αρκετές αναταραχές στο μεσοδιάστημα. Λόγω συσσωρευμένης ζήτησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αναμένεται αύξηση 30% σε παγκόσμιες αφίξεις, οδηγώντας τις στο 1.6 δισεκατομμύριο (παγκόσμιες αφίξεις 2019: 1.8 δισεκατομμύριο), μετά από αύξηση 60% το 2022.
- Η Μέση Ανατολή φαίνεται να έχει ήδη ανακάμψει πλήρως, η Ανατολική Ευρώπη ίσως χρειαστεί και μέχρι το 2025, λόγω του πολέμου, ενώ οι υπόλοιπες περιοχές θα κυμαίνονται στο ενδιάμεσο. Στη Μέση Ανατολή, οι παγκόσμιες αφίξεις αυξήθηκαν κατά 287% από Ιανουάριο μέχρι Ιούλιο του 2022, προσεγγίζοντας τα επίπεδα του 2019, ενώ συγκεκριμένα η Σαουδική Αραβία έχει θέσει μεγαλεπήβολα σχέδια για τον τουριστικό τομέα της, όπως το υπό υλοποίηση έργου της Ερυθράς Θάλασσας.
- Γενικότερα, σύμφωνα με τον WTTC εκτιμάται ότι ο παγκόσμιος τουριστικός τομέας θα αναπτύσσεται κατά μέσο όρο με ρυθμό 5.8% για τα επόμενα 10 χρόνια, πολύ ταχύτερα από τους ρυθμούς ανάπτυξης του παγκόσμιου ΑΕΠ. Προ πανδημίας, η Κίνα αποτελούσε τη χώρα προέλευσης περίπου του 10% των παγκόσμιων αναχωρήσεων. Φυσιολογικά, επομένως, μια από τις κυριότερες αιτίες καθυστέρησης στην ανάκαμψη του παγκόσμιου τουρισμού είναι η αυστηρή στρατηγική της Κίνας προς διαχείριση του COVID-19. Σε ένα συντηρητικά ευνοϊκό σενάριο όπου η πολιτική αυτή θα αρχίσει να χαλαρώνει γύρω στα μέσα του 2023, μειώνοντας τους περιορισμούς στις διακινήσεις αλλά και τους ελέγχους σε εισερχόμενους επισκέπτες, οι αναλυτές του EIU εκτιμούν ότι ο αριθμός αναχωρήσεων από την Κίνα θα υπερδιπλασιαστεί το 2023, φτάνοντας τα 59 εκατομμύρια (αναχωρήσεις 2019: 155 εκ).
- Γενικότερα, όμως, η βιομηχανία βρίσκεται κάτω από συνεχιζόμενες πιέσεις. Η ικανοποιητική διαχείριση των αποθεμάτων σε καύσιμα, περιλαμβανομένων και των σημαντικών συμβολαίων μελλοντικής παράδοσης, επέτρεψε στις αεροπορικές εταιρείες να διαχειριστούν τις αυξήσεις στις τιμές πετρελαίου χωρίς σοβαρά προβλήματα μέσα στο 2022. Αυτή η ικανότητα πλέον εξαντλείται μέσα στο 2023 και η έκθεση των αερομεταφορών στις τιμές καυσίμων είναι μεγαλύτερη, την ώρα μάλιστα που οι ελλείψεις σε προσωπικό ασκούν πιέσεις στο μισθολόγιό τους
- Παρομοίως, ξενοδοχειακές μονάδες, αεροδρόμια, και άλλες εταιρείες μεταφορών και τουρισμού, προέβησαν σε μαζικές απολύσεις πλεοναζόντων υπαλλήλων κατά την πανδημία, με αποτέλεσμα σήμερα να αδυνατούν να επαναφέρουν το προσωπικό τους σε πλήρη βαθμό εφόσον έχει γίνει αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας με το εργατικό δυναμικό να έχει στραφεί-αναγκαστικά-σε άλλους τομείς για απασχόληση. Η υποαπασχόληση αυτή έχει οδηγήσει σε μεγάλη αποδιοργάνωση αεροδρομίων και έχει προκαλέσει δαπανηρές καθυστερήσεις και ακυρώσεις πτήσεων, απώλειες αποσκευών αλλά και περιορισμούς στους αριθμούς των επιβατών. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται ακόμη πιο έντονα στο Ηνωμένο Βασίλειο όπου το συνολικό εργατικό δυναμικό είχε συρρικνωθεί ως αποτέλεσμα της αποχώρησης της χώρας από την ΕΕ και της εξόδου των εποχιακών εργαζομένων από τη χώρα. Αυξημένο είναι επίσης το ρίσκο εργασιακών αναταραχών προς διεκδίκηση υψηλότερων μισθών λόγω και του συνεχιζόμενου πληθωρισμού. Σε μια θετικότερη νότα όμως, σύμφωνα με τον WTTC εκτιμάται ότι ο τουριστικός τομέας θα παρέχει 324εκ θέσεις εργασίας το 2023, επίπεδο κοντά στα προ-πανδημίας επίπεδα.