Ανεκμετάλλευτες παραμένουν οι δυνατότητες ανάπτυξης του ιατρικού τουρισμού στη χώρα μας, με στόχευση στην προσέλκυση Βρετανών.
Πρόκειται για ένα παρθένο πεδίο διαμόρφωσης πολιτικών από την ελληνική πλευρά που μπορεί να αποφέρει σημαντικά έσοδα για την χώρα αν αναληφθούν στοχευμένες πρωτοβουλίες από τα συναρμόδια υπουργεία Τουρισμού και Υγείας.
Όπως αναφέρει σχετικά σε έκθεση του το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στο Λονδίνο ειδικά για τη βρετανική αγορά θα πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση της ανάπτυξης εναλλακτικών μορφών τουρισμού και ιδιαίτερα του ιατρικού τουρισμού στους τομείς των κέντρων μετάγγισης αίματος (kidney blood transfusion centers), κέντρων αποκατάστασης (rehabilitation centers) και ιαματικών κέντρων (thermal spa centers).
Πρέπει όμως να κατανοηθούν και διερευνηθούν τα εμπόδια που λειτουργούν αποτρεπτικά για την ανάπτυξή του. Όπως σημειώνει βασικό ανασταλτικό παράγοντα αποτελεί η απουσία διμερών συνεργασιών μεταξύ κρατικών και ιδιωτικών φορέων υγείας. Για παράδειγμα, το βρετανικό Moorefield’s Hospital έχει συνεργασία με το Dubai για οφθαλμολογικά.
Επίσης, σημαντικό στοιχείο είναι η αυστηρότητα του βρετανικού νόμου σχετικά με την ευθύνη των παρόχων τουριστικών πακέτων και τα δικαιώματα των ταξιδιωτών (ATOL protection - Air Travel Organiser's Licence - που εγγυάται η Βρετανική Πολιτική Αεροπορία) σε περίπτωση ακυρώσεων ή παύσης λειτουργίας του παρόχου. Έτσι, οι ταξιδιωτικοί πράκτορες αποφεύγουν τη δημιουργία πακέτων ιατρικού τουρισμού, τα οποία θα περιελάμβαναν μεγαλύτερες σχετικές απαιτήσεις.
Με βάση τα παραπάνω, το Γραφείο αναφέρει ότι θεωρούνται ως σκόπιμα τα εξής:
Οι Βρετανοί είναι παραδοσιακά μεταξύ των σημαντικότερων πελατών για το ελληνικό τουριστικό προϊόν. Με την εξαίρεση του 2020, που ήταν ιδιαίτερη χρονιά λόγω πανδημίας, περίπου 10% των συνολικών αφίξεων στην Ελλάδα κατ’ έτος και περίπου 14% των συνολικών τουριστικών εισπράξεων προέρχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο. Οι αφίξεις και αντίστοιχα οι τουριστικές εισπράξεις ανέκαμψαν μεν το 2021 (σχεδόν 1,6 εκατ. ταξιδιώτες που δαπάνησαν περίπου 1,5 δισ. ευρώ), αλλά απέχουν ακόμα σημαντικά από το επίπεδο του 2019, που ήταν και κορυφαία χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό.
Η εξέλιξη αυτή θα πρέπει να αποδίδεται κυρίως στους περιορισμούς για την αντιμετώπιση της πανδημίας που εξακολουθούσαν κατά τη διάρκεια του έτους, ενώ σε μικρότερο βαθμό μπορεί να έχει επηρεάσει και η υποχρεωτική επίδειξη διαβατηρίου για την είσοδο στην ΕΕ, που άρχισε να ισχύει από τον Οκτώβριο του 2021. Πάντως, για τη φετινή περίοδο αναμένεται να συνεχισθεί η ανάκαμψη της τουριστικής κίνησης από το Ηνωμένο Βασίλειο.