Η πολιτική ένταση μεταξύ Βερολίνου και Άγκυρας κρατά πολλούς Γερμανούς τουρίστες μακριά από την Τουρκία. Η χώρα επιχειρεί να προσελκύσει τώρα περισσότερους επισκέπτες από τη Μέση Ανατολή. Διαβάστε το δημοσίευμα της DW...
Η τουρκική ριβιέρα στις ακτές της Μεσογείου φαινόταν να μην επηρεάζεται καθόλου από τις πολιτικές εξελίξεις στην Άγκυρα. Μέχρι και πριν από δύο χρόνια η περιοχή προσέλκυε αναρίθμητους τουρίστες από την Ευρώπη. Ωστόσο, η κλιμακούμενη πολιτική αντιπαράθεση μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ πλήττει πλέον και τον τουρκικό τουρισμό.
Ο Νετσμετίν Τσαν Γκιουλσεβέν, ιδιοκτήτης ενός καφέ-μπαρ στην καρδιά της Αττάλειας, κάθεται σε ένα από τα πολλά άδεια τραπέζια του μαγαζιού του. Όπως λέει, πάει καιρός από τότε που είδε τελευταία φορά μεγάλα γκρουπ Ευρωπαίων τουριστών στη συνοικία του. «Πριν από μερικά χρόνια κάθε βράδυ 15 τραπέζια ήταν κατειλημμένα από Ευρωπαίους, κυρίως Γερμανούς», λέει ο Τούρκος επιχειρηματίας στην DW, προσθέτοντας ότι «την περασμένη Παρασκευή είχαμε μόλις τρία τραπέζια με Ευρωπαίους. Αυτό είναι άσχημο αν σκεφθεί κανείς ότι διανύουμε την κύρια τουριστική περίοδο». Κατά τον Γκιουλσεβέν αιτία για τη μείωση της τουριστικής κίνησης είναι οι χειρότερες συνθήκες που επικρατούν μετά την περσινή απόπειρα πραξικοπήματος και τη σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων που σημειώθηκαν στη χώρα. Όπως παρατηρεί ο ίδιος, τα αυξημένα μέτρα ασφαλείας και οι αστυνομικοί έλεγχοι προκαλούν νευρικότητα στους τουρίστες.
Εν δυνάμει σοβαρό πλήγμα η γερμανική ταξιδιωτική οδηγία
Ένα ακόμη σοβαρό πλήγμα για τον τουρκικό τουρισμό είναι η πρόσφατη ταξιδιωτική οδηγία της γερμανικής κυβέρνησης. Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Ζίγκμαρ Γκάμπριελ κατέστησε σαφές ότι η ασφάλεια των Γερμανών τουριστών στην Τουρκία δεν είναι εγγυημένη. Αφορμή για τις γερμανικές προειδοποιήσεις ήταν και η πρόσφατη σύλληψη του Πέτερ Στόιντνερ, γερμανού ακτιβιστή για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο οποίος βρισκόταν στη χώρα. Οι επιπτώσεις της γερμανικής ταξιδιωτικής οδηγίας μπορεί να αποβούν καταστροφικές για την Τουρκία, καθώς οι Γερμανοί τουρίστες αποτελούσαν τη μεγαλύτερη ομάδα αλλοδαπών τουριστών. Πέρσι το 15% του συνόλου των τουριστών είχαν ταξιδέψει εκεί από τη Γερμανία. Πάντως από το 2014 ο αριθμός των Ευρωπαίων τουριστών στη χώρα μειώνεται. Δεδομένου ότι ο τουριστικός κλάδος συνεισφέρει το 13% στο τουρκικό ΑΕΠ, πολλοί ξενοδόχοι στην Αττάλεια έχουν ήδη αρχίσει να διαφημίζουν το τουριστικό τους προϊόν στη Μέση Ανατολή αλλά και στα Βαλκάνια προκειμένου να περιορίσουν τις εισπρακτικές απώλειες.
Ο Σαβάς, υπεύθυνος του ξενοδοχείου Sealife Family Resort στην Αττάλεια δεν χάνει ωστόσο την αισιοδοξία του. Όπως λέει, από το 1988 που εργάζεται στον τουριστικό κλάδου έχει δει πολλές πολιτικές κρίσεις «να έρχονται και να παρέρχονται». Η σημερινή πολιτική κρίση μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας θα είναι, όπως εκτιμά, περιορισμένης διάρκειας. Ο Σαβάς αναφέρει το παράδειγμα της ρωσοτουρκικής κρίσης εξαιτίας της κατάρριψης ενός ρωσικού αεροσκάφους από την τουρκική πλευρά. Όπως λέει, μετά από μια προσωρινή κάμψη πέρσι, φέτος ο αριθμός των Ρώσων τουριστών επανήλθε ξανά στα υψηλά επίπεδα του 2015.
Δυσκολίες για τα μικρά ξενοδοχεία
Φέτος το καλοκαίρι επισκέπτονται την Τουρκία περισσότεροι τουρίστες από το Ιράν, το Ιράκ και τα Βαλκάνια. Παρά τη μείωση των κρατήσεων από τη Γερμανία πάντως, αρκετοί ξενοδοχειακοί υπάλληλοι τονίζουν ότι έχουν σταθερή πελατεία από τη Γερμανία και αναφέρουν ότι δέχονται τηλεφωνήματα από Γερμανούς επισκέπτες που επιβεβαιώνουν τις κρατήσεις τους παρά την ταξιδιωτική οδηγία.
Την ώρα που τα μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα μπορούν να αντεπεξέλθουν στις διαρκείς μεταπτώσεις του αριθμού των τουριστών, τα μικρότερα πολυτελή ξενοδοχεία στην παλιά πόλη της Αττάλειας δυσκολεύονται να διαχειριστούν την κατάσταση. Για παράδειγμα το ξενοδοχείο Reutlingen (από την ομώνυμη γερμανική πόλη) είχε κάθε χρόνο κρατήσεις σε ποσοστό 70% από τη Γερμανία. Το ποσοστό έχει πέσει φέτος στο 10%, λέει ο Μουσταφά, υπάλληλος του ξενοδοχείου. Όπως διευκρινίζει, τώρα έρχονται κυρίως Άραβες τουρίστες, αλλά τα έσοδα είναι τόσο περιορισμένα ώστε είναι δύσκολο να μείνει ανοιχτό το ξενοδοχείο καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, όπως παλιότερα, «στις καλές εποχές».
Πηγή: Deutsche Welle