Σε πρόσφατη έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε από τη γερμανική Ένωση Επιμελητηρίων Εμπορίου και Βιομηχανίας) σε συνεργασία με το Γερμανο-Τουρκικό Επιμελητήριο με έδρα την Κωνσταντινούπολη, σε 4.000 από τις γερμανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία -επί συνόλου 7.500- ποσοστό 80% αυτών έχει αρνητικές προβλέψεις αναφορικά με τις εκτιμήσεις και τις προοπτικές για την οικονομία της χώρας μετά την πανδημία, καθώς και για το επόμενο έτος.
Ποσοστό 44% των εταιρειών κλίνει προς την επιλογή συρρίκνωσης των δραστηριοτήτων και μόνο 5% προσανατολίζεται στην επέκταση της επένδυσης.
Το 45% των εταιρειών αντιμετωπίζει προβλήματα στις διεθνείς αλυσίδες εφοδιασμού (κυρίως επιχειρησιακής συνέχειας) και το 29% στην προμήθεια αγαθών και υπηρεσιών. Βάσει του ερωτηματολογίου, η πλειονότητα των προβλημάτων στο διεθνές εμπόριο επικεντρώνεται στην Ασία και την Τουρκία.
Το 80% των ανωτέρω εταιρειών αναμένουν μείωση των εσόδων, ενώ το 15% εκτιμά ότι το εισόδημα μπορεί να μειωθεί κατά το ήμισυ.
Επίσης, στην έρευνα σημειώνεται ότι οι εταιρείες θεωρούν προϋπάρχοντα ζητήματα σε γραφειοκρατικά εμπόδια, καθώς και το έλλειμμα εργατικού δυναμικού θα επιδεινωθούν μετά την πανδημία και τονίζεται ότι οι υπηρεσίες και το εμπόριο θα είναι οι αγορές που θα πληγούν περισσότερο από την οικονομική κρίση.
Συνολικά, βάσει στοιχείων του Γερμανο-Τουρκικού Επιμελητηρίου, 7.500 περίπου γερμανικές εταιρείες λειτουργούν στην Τουρκία, επενδυμένου κεφαλαίου άνω των 14 δισ. δολαρίων και συνολικού αριθμού απασχολουμένων 140.000.
Η Γερμανία, την περίοδο 2002-2018, προέβη σε άμεσες ξένες επενδύσεις στην Τουρκία ύψους 10 δισ. δολαρίων, ενώ η Τουρκία αντιστοίχως σε επενδύσεις 2,4 δισ. δολαρίων. Περίπου 80.000 τουρκογερμανικές επιχειρήσεις λειτουργούν στη Γερμανία με ετήσιο τζίρο 52 δισ. ευρώ. Κατά προσέγγιση, απασχολούνται 500.000 άτομα σε 50 διαφορετικούς οικονομικούς τομείς.