Κείμενο εργασίας για την επανεκκίνηση της γερμανικής οικονομίας συνέταξε το Wirtschaftsbeirat, ένα πολιτικά ουδέτερο Φόρουμ διαλόγου, διοργάνωσης εκδηλώσεων, ανταλλαγής απόψεων, ανάλυσης προβλημάτων και επεξεργασίας προτάσεων οικονομικής πολιτικής, το οποίο απολαμβάνει της εμπιστοσύνης τόσο του πολιτικού κόσμου όσο και της επιχειρηματικής κοινότητας.
Στην αναλυτική του έκθεση, το Wirtschaftsbeirat επισημαίνει καταρχήν ότι το συνολικό πακέτο κρατικών ενισχύσεων και εγγυήσεων για την τόνωση της οικονομίας της Γερμανίας και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού ανέρχεται σε περισσότερα από 1,3 τρισ. ευρώ και αντιπροσωπεύει το ήμισυ σχεδόν του συνόλου των κρατικών ενισχύσεων στην Ευρώπη, ενώ ξεπερνά και το αντίστοιχο των Η.Π.Α. συγκρινόμενο με το επίπεδο του ΑΕΠ.
Δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι η δυνατότητα χορήγησης ενός τόσο γενναιόδωρου προγράμματος κρατικών ενισχύσεων οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στη συγκρατημένη και συνετή δημοσιονομική διαχείριση της τελευταίας τουλάχιστον 15ετίας, η οποία βασίστηκε στην αρχή των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών και στην προσπάθεια σταθερής μείωσης του δημοσίου χρέους. Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμα και μετά το τεράστιο αυτό πακέτο για την επανεκκίνηση της οικονομίας, το δημόσιο χρέος αναμένεται να συγκρατηθεί σε 80% του ΑΕΠ, από περίπου 60% σήμερα.
Παρά ταύτα, τα μέτρα που περιλαμβάνει το πρόγραμμα κρατικών ενισχύσεων, όπως κυρίως η ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, η παροχή κρατικών εγγυήσεων για χορήγηση δανείων και την ανακεφαλαιοποίηση τους, η διασφάλιση θέσεων εργασίας και εισοδήματος μέσω κρατικών επιδοτήσεων, δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την κατακόρυφη μείωση του κύκλου εργασιών, η οποία οδηγεί στην μεγαλύτερη ύφεση της μεταπολεμικής περιόδου.
Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες του Wirtschaftsbeirat κάθε εβδομάδα lockdown στοίχισε στη Γερμανία 30 δισ. ευρώ. Προκειμένου, να αποφευχθεί κάθε στρέβλωση του ανταγωνισμού που θα απέρρεε από τις διαφορετικές δημοσιονομικές δυνατότητες των κρατών μελών, η Γερμανία οφείλει να αξιοποιήσει το εξάμηνο της προεδρίας της στο Συμβούλιο της Ε.Ε. για να προωθήσει μια συντονισμένη ευρωπαϊκή στρατηγική με βάση τη γαλλογερμανική πρωτοβουλία χρηματοδότησης μέσω ενός πακέτου 750 δισ. της ανάκαμψης της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Η ευρωπαϊκή αυτή πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται αμοιβαιοποίηση του χρέους ή έκδοση ευρωομολόγων, που θα έθεταν ενδεχομένως σε κίνδυνο την αλληλεγγύη στο πλαίσιο της Ε.Ε.. Αντίθετα, προϋποθέτει σαφείς κανόνες δημοσιονομικής πολιτικής για την εκταμίευση των ενισχύσεων, και στη συνέχεια για την αποπληρωμή και σταδιακή μείωση του κοινού χρέους. Επιπρόσθετα, η διατήρηση των θέσεων απασχόλησης μέσω κρατικών επιδοτήσεων θα εξακολουθήσει να βασίζεται στην αρχή της επικουρικότητας.
Το πρόγραμμα επανεκκίνησης και ανάκαμψης της γερμανικής οικονομίας είναι σταθερά προσανατολισμένο στην επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και της μετάβασης στη λεγόμενη πράσινη οικονομία. Στο πλαίσιο αυτό, περιλαμβάνει εξαιρετικά σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις όπως:
-ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών και μετάβαση μέχρι το 2025 στην ψηφιακή διοίκηση
-μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων κατά 25% κατά μέσο όρο
-περιορισμός των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και γενικότερα του μη μισθολογικού κόστους εργασίας σε επίπεδα κάτω από 40%
-ενίσχυση δημόσιου συστήματος υγείας και παροχή κινήτρων για επανεγκατάσταση εντός συνόρων μονάδων παραγωγής κρίσιμου φαρμακευτικού υλικού και υγειονομικού εξοπλισμού
-ριζική φορολογική ελάφρυνση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης
-διεύρυνση και απλοποίηση διαδικασιών αύξησης κεφαλαίου και χρήσης δανειακών πόρων από το Ταμείο σταθεροποίησης της οικονομίας
-εκσυγχρονισμός και ευελιξία στην οργάνωση των εργασιακών σχέσεων, μέσω κυρίως της διευθέτησης του χρόνου εργασίας σε εβδομαδιαία βάση
-συγκερασμός του στόχου για κλιματική ουδετερότητα και αποφασιστική ενίσχυση των ΑΠΕ, με παράλληλη διατήρηση διεθνώς ανταγωνιστικών τιμών ηλεκτρικού ρεύματος
-ολοκληρωτική κατάργηση εισφορών αλληλεγγύης υπέρ των κρατιδίων της πρώην Ανατ. Γερμανίας
-εισαγωγή συστήματος φθίνουσας απόσβεσης των επενδύσεων
-μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση και γαστρονομία στο 7%
-δημιουργία μηχανισμών διασφάλισης ρευστότητας για την αντιμετώπιση απότομων συγκυριακών διακυμάνσεων της οικονομικής δραστηριότητας
-σύσταση Ταμείου ύψους 100 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση, με κρατική ενδεχομένως συμμετοχή, στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων οι οποίες επλήγησαν από την πανδημία και αποτροπή κατ΄αυτό τον τρόπο απειλής εξαγοράς τους από επιχειρήσεις τρίτων χωρών.
Ορισμένοι οικονομολόγοι εξέφρασαν την ανησυχία ότι αρκετά από τα ανωτέρω μέτρα σηματοδοτούν μετατόπιση της φιλοσοφίας της κυβερνητικής διαχείρισης της οικονομίας από φιλικές προς την αγορά πολιτικές προς έναν ιδιότυπο κρατικό παρεμβατισμό, ο οποίος αντιβαίνει τη μεταπολεμική φιλελεύθερη παράδοση του γερμανικού Ordoliberalismus.