Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επανεκτίμησε τη μεταβολή του ΑΕΠ για το τρέχον έτος για ένα σύνολο χωρών, σε σχέση με παλαιότερες εκτιμήσεις.
Η επανεκτίμηση ήταν προς τα άνω σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, πλην της Ισπανίας, στην οποία το ΔΝΤ συνεχίζει να θεωρεί ότι θα εμφανιστεί ύφεση της τάξης του 12,8%. Χειρότερες προβλέψεις είχε κάνει και η Κυβέρνηση της χώρας, η οποία υπολογίζει ύφεση 11,2% για το 2020 από 9,2% που είχε εκτιμήσει νωρίτερα.
Η χώρα είναι η πιο πληγείσα μεταξύ των ανεπτυγμένων χωρών, καθώς η πανδημία έχει παραλύσει σε μεγάλο βαθμό την οικονομία της, αυξάνοντας τον αριθμό των ανέργων και μειώνοντας τόσο την επιχειρηματική όσο και την καταναλωτική εμπιστοσύνη, καθώς το ποσοστό αποταμιεύσεων έχει φθάσει σε ιστορικά υψηλά.
Οικονομικοί αναλυτές έχουν εκτιμήσει την πορεία της ισπανικής οικονομίας, σημειώνοντας τα τρωτά της σημεία και προτείνοντας λύσεις, οι οποίες στηρίζονται στην αποτελεσματικότητα των κρατικών βοηθειών. Σημαντικό εργαλείο αποτελούν τα 140 δισ. ευρώ της Ε.Ε. που θα δοθούν στην Ισπανία το διάστημα 2021-2026 και αφορούν τον επανασχεδιασμό της εθνικής οικονομίας, δίνοντας έμφαση στην οικολογική, ψηφιακή και επιστημονική μετάβαση για τον εκσυγχρονισμό και την προσαρμογή της στα σύγχρονα δεδομένα.
Η Κυβέρνηση ανακοίνωσε τριετές Σχέδιο Ανάκαμψης της οικονομίας, στο οποίο περιλαμβάνονται επενδύσεις σε διάφορους τομείς της οικονομίας και ιδιαίτερα στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την ψηφιοποίηση και την ανάπτυξη του εργατικού δυναμικού, στοιχεία απαραίτητα για την αποτροπή μίας μακροχρόνιας κρίσης για την οικονομολόγο Alicia García Herrero, η οποία αποτελεί και μέλος της συμβουλευτικής ομάδας της Υπουργού Οικονομικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Μετάβασης, κα. Νάδια Καλβίνιο.
Σημειώνει ότι, προς το παρόν, η ύφεση δεν είναι βαθιά και λαμβάνοντας τα αναγκαία μέτρα, μπορεί να αποφευχθεί η στασιμότητα και η Ισπανία να συνεχίσει να αναπτύσσεται σε μεσοπρόθεσμο πλαίσιο. Για τον οικονομολόγο κ. Gonzalo de Cadenas-Santiago, προκειμένου να επέλθει η ανάπτυξη, είναι αναγκαία η ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού στις σύγχρονες προκλήσεις, καθώς πρακτικές του παρελθόντος δεν είναι πλέον αποτελεσματικές, όπως οι επενδύσεις αποκλειστικά σε υποδομές, οι οποίες είναι μεν αναγκαίες αλλά απαιτούν και την παράλληλη εκπαίδευση των εργαζομένων.
Η Ισπανία είναι ένα κράτος το οποίο κατάφερε και απέτρεψε σχετικά γρήγορα την οικονομική κρίση του 2008, παρότι πλήγηκε σε μεγάλο βαθμό από αυτήν. Έκτοτε, τόσο το Κράτος όσο και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν βελτιώσει τα οικονομικά τους, το πρώτο μειώνοντας συνεχώς το χρέος και τα δεύτερα αυξάνοντας τις δικλείδες ασφαλείας τους. Θεωρείται όμως δεδομένο ότι η τωρινή κρίση είναι διαφορετικού χαρακτήρα από αυτήν του 2008 και η Ισπανία είναι σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με άλλα κράτη, το οποίο απειλεί τη μεσοπρόθεσμη ανταγωνιστικότητά της.
Συγκεκριμένα, το βάρος της ισπανικής οικονομίας πέφτει στον τομέα των υπηρεσιών, ενώ άλλοι τομείς όπως ο κατασκευαστικός και η αυτοκινητοβιομηχανία, αμφότεροι βαριά πληγμένοι από την πανδημία, έχουν επίσης υψηλό ποσοστό συμβολής. Επομένως, από τη μία πλευρά, η Ισπανία βασίζεται σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες αλλά και τον τουρισμό, τομείς τους οποίους η πανδημία έχει πλήξει και θα συνεχίζει να πλήττει, τουλάχιστον σε βραχυχρόνιο πλαίσιο. Από την άλλη, παρατηρείται ότι ο βιομηχανικός τομέας έχει επιστρέψει σε μεγάλο βαθμό σε επίπεδα προ κρίσεως και αφορά συγκεκριμένες βιομηχανίες και, επιπλέον, οι τομείς της τεχνολογίας και της ιατρικής έχουν ανθίσει τους τελευταίους μήνες, με την Ισπανία, όμως να μην έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στους τομείς αυτούς. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Χρηματιστηρίου της Μαδρίτης, Ibex, καθώς σε αυτό, πλην ορισμένων εξαιρέσεων, βρίσκονται κυρίως χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και κατασκευαστικές εταιρίες, απουσιάζοντας ο μεγάλος αριθμός τεχνολογικών και τηλεπικοινωνιακών εταιριών.
Σημειώνεται βέβαια ότι τα τελευταία έτη η χώρα έχει κάνει σημαντικά βήματα για την ανάπτυξη του τομέα της τεχνολογίας. Επιπλέον, πέραν της σωστής χρήσης των ευρωπαϊκών βοηθειών, τα αποτελέσματα των οποίων όμως δεν θα είναι άμεσα εμφανή, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στα μακροοικονομικά στοιχεία του Κράτους και την επενδυτική εμπιστοσύνη σε αυτό. Το χρέος θα αυξηθεί σε ιστορικά υψηλά και η Κυβέρνηση πρέπει να βρει τρόπους μείωσής τους από τη στιγμή της επιστροφής σε θετικά νούμερα. Υψηλό χρέος μπορεί να θεωρηθεί από πολλούς επενδυτές ως αχίλλειος πτέρνα της οικονομίας.