Η λήψη των νέων μέτρων που έλαβε η Τυνησία για τον περιορισμό της πανδημίας ενδέχεται να έχουν καταστροφικές κοινωνικές συνέπειες σε μια χώρα που ήδη δοκιμάζεται οικονομικά από τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους.
Σε ισχύ βρίσκεται από τις 8 Οκτωβρίου η επαναφορά της απαγόρευσης κυκλοφορίας κατά τις βραδινές ώρες στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας (Τύνιδα, Ben Arous, Ariana και Manouba) με αρχική διάρκεια δύο εβδομάδων. Η απαγόρευση ισχύει για τις εργάσιμες ημέρες από 21:00 έως 05:00 και τα Σαββατοκύριακα από 19:00 έως 05:00. Οι εβδομαδιαίες αγορές παραμένουν κλειστές ενώ και η προσευχή της Παρασκευής δεν πραγματοποιείται κατά το εν λόγω διάστημα. Αντίστοιχο μέτρο είχε επιβληθεί και στις διοικητικές ενότητες των πόλεων Sousse και Monastir, τουριστικές περιοχές στα παράλια της χώρας. Εν συνεχεία το μέτρο επεκτάθηκε και ισχύει πλέον στα δύο τρίτα των Περιφερειών της χώρας.
Σύμφωνα με τη βασική εργοδοτική Ένωση UTICA, το πρώτο κύμα της επιδημίας (από τον Μάρτιο έως τον Ιούνιο,) είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια 165.000 θέσεων εργασίας. Συγκεκριμένα το 40% των βιοτεχνιών χειροτεχνίας έχουν ήδη κλείσει και περίπου το 35% των ΜΜΕ απειλούνται με πτώχευση.
Το πρώτο εξάμηνο του έτους, το ποσοστό ανεργίας από 15% ανήλθε στο 18%, σύμφωνα με το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής (INS), ενώ θα μπορούσε να φτάσει το 21,6% έως το τέλος του έτους σύμφωνα με κοινή μελέτη της κυβέρνησης και του ΟΗΕ. Αυτό θα αντιστοιχούσε σε σχεδόν 274.500 επιπλέον άνεργους το 2020. Πολλές θέσεις εργασίας έχουν χαθεί ακόμη και στο χώρο της παραοικονομίας και της αδήλωτης εργασίας, ο οποίος απασχολεί περίπου το 44% των εργαζομένων της Τυνησίας σύμφωνα με το INS. Βασικοί τομείς που χτυπήθηκαν σκληρά από την πανδημία είναι η εστίαση, το εμπόριο και ο τουρισμός. Για παράδειγμα στην Τύνιδα και σε άλλες περιοχές που πλήττονται σοβαρά από την πανδημία, απαγορεύτηκαν από τις αρχές τα τραπεζοκαθίσματα σε καφετέριες. Σύμφωνα με το σωματείο των ιδιοκτητών των καφέ, η απόφαση θέτει σε κίνδυνο 100.000 οικογένειες και απαιτείται κρατική βοήθεια επί τουλάχιστον των μισθών και των εισφορών ασφάλισης των υπαλλήλων προκειμένου να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας.