Ο Υπουργός Οικονομίας, Οικονομικών και Ανάκαμψης της Γαλλίας, κ. Bruno Le Maire εκτίμησε ότι από το 2022 η γαλλική οικονομία θα ανακτήσει τα επίπεδα του 2019.
Επίσης, αναγνώρισε ότι το ΑΕΠ θα μπορούσε να μειωθεί στα τέλη 2020, σημειώνοντας εκ νέου αρνητικούς ρυθμούς, αναφέροντας ότι αυτό "δεν αποτελεί έκπληξη". Εκτός από το εν εξελίξει δεύτερο κύμα του κορωνοϊού και τα πρόσφατα περιοριστικά μέτρα που το συνοδεύουν η οικονομική δραστηριότητα επιβαρύνεται και από διεθνείς αβεβαιότητες, συμπεριλαμβανομένων των αμερικανικών εκλογών και του Brexit.
Όπως ανακοινώθηκε η Γαλλία προτίθεται να δανειστεί στις αγορές 260 δισ. ευρώ το 2021 για τη χρηματοδότηση του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού, το οποίο εκτιμάται στα 152,8 δισ. ευρώ το 2021. Το 2020 ανήλθε σε 206 δισ. Ευρώ, λόγω της πανδημίας και του Σχεδίου ανάκαμψης, από 93,1 δισ. Ευρώ που ήταν το 2019. Η Γαλλία, ωστόσο, επωφελείται από τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες δανεισμού, μετά και τις αποφάσεις της ΕΚΤ και αναμένει να χρηματοδοτηθεί εξ' ολοκλήρου με αρνητικά επιτόκια. Το μέσο κόστος του βραχυπρόθεσμου δανεισμού της είναι -0,54% και -0,11% για το μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο χρέος, ενώ τα επιτόκια δανεισμού εξελίσσονται κάτω από 0% για λήξεις έως και περίπου 15 χρόνια.
Ωστόσο, η σταθεροποίηση του Χρέους γύρω από το ιστορικό επίπεδο του 117% του ΑΕΠ σε πενταετή ορίζοντα, αντικατοπτρίζει και την κλίμακα των δημοσιονομικών προκλήσεων. Το Ανώτατο Συμβούλιο Δημοσίων Οικονομικών εξέφρασε την ανησυχία ότι η βιωσιμότητα του χρέους θα είναι κεντρικό ζήτημα μεσοπρόθεσμα, με τον κ. Le Maire να υποστηρίζει ότι "το χρέος είναι επένδυση, που μπορεί να εξοφληθεί, μέσω της ανάπτυξης, της ευθύνης σε θέματα δημόσιων οικονομικών και της επιδίωξης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων".