Η Τράπεζα της Ισπανίας θεωρεί ότι στην τωρινή συνθήκη της μερικής, άνισης και αβέβαιης ανάκαμψης, η διατήρηση κινήτρων είναι ζωτικής σημασίας.
Τα εν λόγω κίνητρα πρέπει να εστιάζουν στους παράγοντες που επηρεάζονται περισσότερο και να προσαρμόζονται προσωρινά και όσο διαρκεί η περίοδος της κρίσης. Η επιδείνωση της κρίσης και οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα θα απαιτούσαν επιπλέον ισχυρή ευρωπαϊκή στήριξη. Η οικονομική πολιτική πρέπει να στοχεύει στη διευκόλυνση και υποστήριξη της προσαρμογής της παραγωγικότητας και των εργαζομένων, στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, στην αποτελεσματική ανακατανομή πόρων μεταξύ τομέων και εταιριών και στις ζημίες που προκαλούνται από την πανδημία.
Επομένως, η Τράπεζα της Ισπανίας προειδοποιεί ότι οι περιορισμοί που απορρέουν από το δεύτερο κύμα της πανδημίας θα εντείνουν τους κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και πιθανόν θα μειώσουν την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, η οποία έως το τέλος του 2022 δεν αναμένεται να έχει φτάσει στα επίπεδα πριν από την κρίση. Ταυτόχρονα, οι αρνητικές επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στη φερεγγυότητα της Τράπεζας.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της, όμως, το τραπεζικό σύστημα δείχνει ότι είναι σε θέση να αντέξει τη διαδικασία άγχους και τον υψηλό οικονομικό αντίκτυπο της κρίσης υγείας, παρόλη τη μείωση των προγραμμάτων οικονομικής και χρηματοοικονομικής στήριξης. Δεδομένης της κατάστασης, δεν θα μπορέσουν όλες οι εταιρίες να ανακτήσουν ένα επίπεδο δραστηριότητας παρόμοιο με εκείνο που είχαν πριν από την πανδημία, ενώ ταυτόχρονα, οι εταιρίες οι οποίες βιώνουν ασθενέστερη ανάκαμψη ή έχουν συσσωρεύσει πολύ μεγάλο όγκο χρέους θα δυσκολευτούν να εκπληρώσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις.
Ως άμεσο κίνδυνο, η Τράπεζα της Ισπανίας διαβεβαιώνει ότι μία βραδύτερη, από την αναμενόμενη, ανάκαμψη θα σήμαινε ότι το εισόδημα των εταιριών και των νοικοκυριών θα ήταν πιο μετριοπαθές και ότι η οικονομική τους ευπάθεια θα ήταν μεγαλύτερη, καθυστερώντας περαιτέρω την επανεκκίνηση της απασχόλησης και της κατανάλωσης και των επενδυτικών δαπανών. Η εν λόγω κατάσταση, θα επηρέαζε τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία θα έβλεπαν την κερδοφορία τους να μειώνεται, καθώς θα πρέπει να αναλαμβάνουν υψηλότερο κόστος, λόγω της επιδείνωσης των περιουσιακών τους στοιχείων. Επιπλέον, η μεγαλύτερη αδυναμία της δραστηριότητας θα οδηγούσε σε περαιτέρω επιδείνωση των δημόσιων λογαριασμών.
H Τράπεζα της Ισπανίας υποστηρίζει ότι υπάρχει κίνδυνος να υπάρξει επιβράδυνση της κατανάλωσης και των επενδύσεων και αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, κατάσταση η οποία θα είχε άμεσο αντίκτυπο στα αποτελέσματα των τραπεζών και των δημόσιων λογαριασμών. Στην πραγματικότητα, και σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ισπανίας, οι μη πληρωμές σε τομείς που σχετίζονται με την κατανάλωση, όπως εστιατόρια, ξενοδοχεία και καταλύματα έχουν αυξηθεί κατά 20%.
Tέλος η Τράπεζα της Ισπανίας επισημαίνει ότι τα πιστωτικά μορατόριουμ, τα οποία ανέρχονται στο 4,7% του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων, έχουν χρησιμοποιηθεί σε μεγαλύτερο βαθμό από τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά, γεγονός που κάνει τον Τράπεζα να προβλέψει, ότι μόλις τελειώσει η περίοδος χάριτος, θα υπάρξει υψηλός κίνδυνος αυτά τα νοικοκυριά να αντιμετωπίσουν αμφιβολίες, εάν η οικονομική δραστηριότητα δεν έχει εξομαλυνθεί. Ανάλογη κατάσταση επικρατεί και στις πιστώσεις που εγγυάται ο ICO. Για όλους του παραπάνω λόγους η Τράπεζα της Ισπανίας υπογραμμίζει ότι είναι απαραίτητη μία συνετή και τακτική προσαρμογή αυτών των προγραμμάτων στην ανάπτυξη της οικονομικής κατάστασης για να αποφευχθούν πιθανά επεισόδια κρίσεων ρευστότητας.