Το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών της Γερμανίας κατέγραψε τις προβλέψεις και εκτιμήσεις για τις συνθήκες που επικρατούν στη γερμανική οικονομία και σε διάφορους κλάδους της γερμανικής παραγωγής κατά το δεύτερο κύμα της πανδημίας καθώς και τα αρνητικά αποτελέσματα και επιπτώσεις από την εφαρμογή ενός αυστηρότερου Lockdown που επιβραδύνει για δεύτερη φορά την γερμανική οικονομία στο σύνολό της.
Σύμφωνα με τα δημοσιευθέντα στοιχεία και τις εκτιμήσεις οικονομικών αναλυτών η οικονομική ανάκαμψη είναι πολύ πιθανόν να επιβραδυνθεί καθώς και το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν να συρρικνωθεί κατά το τελευταίο τέταρτο τρίμηνο. Συνολικά η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να μειωθεί κατά 5,1% το 2020. Από την άλλη πλευρά, τα μέτρα που ελήφθησαν τον περασμένο Νοέμβριο για τον έλεγχο της πανδημίας και την σταδιακή μείωση των κρουσμάτων και των θανάτων λόγω κορωνοϊού θα παραμείνουν ως έχουν τουλάχιστον μέχρι και τον προσεχή Μάρτιο 2021 και αυστηροποιούνται ακόμη περισσότερο, ειδικότερα μετά και την εφαρμογή του δεύτερου πιο σκληρού «Lockdown». Μέσα σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες το Γερμανικό ΑΕΠ αναμένεται για το 2021 να παρουσιάσει σχετική αύξηση 4,2%.
Η ανάκαμψη της γερμανικής οικονομίας είναι πιθανόν να σταματήσει ή να επιβραδυνθεί σε μεγάλο βαθμό ενώ και το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα σημειώσει καθοδική τάση κατά το τελευταίο τέταρτο τρίμηνο. Ωστόσο η μείωση του ΑΕΠ κατανέμεται τελείως άνισα μεταξύ των διαφόρων τομέων της οικονομίας. Ενώ η προστιθέμενη αξία στην τουριστική βιομηχανία και στον ξενοδοχειακό τομέα, στα εστιατόρια και σε άλλες υπηρεσίες ψυχαγωγίας παρουσιάζει σημάδια κατάρρευσης με διψήφια νούμερα, ο μεταποιητικός τομέας εξακολουθεί να σημειώνει ανοδικές τάσεις. Μέχρι στιγμής η παγκόσμια βιομηχανική δραστηριότητα συνεχίζει να επεκτείνεται γεγονός που αντανακλάται και στις αυξημένες νέες παραγγελίες. Ως συνέπεια αυτού είναι η σημειούμενη αύξηση στις νέες επενδύσεις και στις εξαγωγές κατά το τελευταίο τρίμηνο ενώ οι ιδιωτικές καταναλωτικές δαπάνες παρουσιάζουν τάσεις περαιτέρω συρρίκνωσης. Το γεγονός ότι η μείωση που παρατηρείται δεν έχει λάβει διαστάσεις χιονοστιβάδας οφείλεται κυρίως στην αύξηση του ΦΠΑ από τον Ιανουάριο 2021 με αποτέλεσμα πολλές από τις προγραμματιζόμενες αγορές να γίνουν προς το τέλος του έτους. Οσον αφορά τις εξαγωγές, αυτές επωφελούνται στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή από την συσσώρευση πολλών προϊόντων και αγαθών στην αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου και λόγω της πλήρους αβεβαιότητας που ισχύει για τους μελλοντικούς εμπορικούς και επιχειρηματικούς δεσμούς της Μεγάλης Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η κρίση της πανδημίας δημιούργησε αρκετά προβλήματα στην αγορά εργασίας, διέκοψε τις όποιες προσπάθειες ανάκαμψης και άφησε σαφή σημάδια, παρά την αύξηση της βραχυπρόθεσμης εργασίας. Για το τρέχον έτος ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να φθάσει στα 2,7 εκατομμύρια. Δεδομένου του υψηλού επιπέδου ανεργίας στα τέλη του 2020, το μέσο ποσοστό ανεργίας και για το επόμενο έτος είναι πιθανόν να παραμείνει στα ίδια επίπεδα. Το 2022 κατά μέσον όρο 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι θα εξακολουθούν να είναι εγγεγραμμένοι ως άνεργοι. Το ποσοστό ανεργίας εκτιμάται ότι θα αυξηθεί από 5,0% σε 5,9% για το τρέχον έτος και για το 2021, ενώ για το 2022 αναμένεται να μειωθεί στο 5,5%.
Το δεύτερο κύμα της πανδημίας επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και την ιδιωτική κατανάλωση. Για την ερχόμενη χειμερινή περίοδο 2020-2021 οι ιδιωτικές καταναλωτικές δαπάνες αναμένεται να παρουσιάσουν επίσης αισθητή μείωση. Ωστόσο το δεύτερο πιο αυστηρό «lockdown» διαφέρει από εκείνο της περασμένης άνοιξης καθώς μέχρι στιγμής μόνο ο τομέας της εστίασης και του τουρισμού έχουν επηρεασθεί σημαντικά από τα νέα πιο αυστηρά και περιοριστικά μέτρα. Ο τομέας των ξενοδοχείων, τα εστιατόρια και οι επιχειρήσεις οργάνωσης διαφόρων ψυχαγωγικών και άλλων εκδηλώσεων φαίνεται ότι έχουν επηρεασθεί σημαντικά.
Οι ιδιωτικές καταναλωτικές δαπάνες αναμένεται για το τέταρτο τρίμηνο να παρουσιάσουν μείωση της τάξεως του 0,8%, εξέλιξη που σηματοδοτείται από διάφορους κορυφαίους δείκτες. Για παράδειγμα η εμπιστοσύνη των καταναλωτών μειώθηκε για δεύτερη φορά κυρίως μετά τον Νοέμβριο, ενώ και η προθυμία των περισσοτέρων για αγορές μεγαλύτερης κλίμακας έχει σημαντικά μειωθεί. Με την σταδιακή χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων που πιθανολογείται μετά το δεύτερο τρίμηνο του 2021, οι ιδιωτικές καταναλωτικές δαπάνες αναμένεται να παρουσιάσουν αύξηση κατά 3,1% με προοπτικές μεγαλύτερης αύξησης για τα επόμενα τρίμηνα του 2021.
Οι εταιρικές επενδύσεις είναι πιθανόν να παρουσιάσουν μέχρι το τέλος τ.έ. μείωση κατά 7%, δηλαδή μόλις το ήμισυ της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2009. Ειδικότερα οι ιδιωτικές επενδύσεις σε εξοπλισμό είναι πολύ πιθανόν να ξεπεράσουν την παρούσα υγειονομική κρίση περισσότερο άθικτες, σημειώνοντας μείωση της τάξεως του 14%. Για το 2021 εκτιμάται ότι θα σημειωθεί ισχυρή ανάκαμψη 6,8%.
Το τρέχον πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής κυριαρχείται από εκτεταμένα κυβερνητικά μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας και των επιπτώσεων που έχει σε όλους σχεδόν τους τομείς της οικονομίας. Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι ότι ο φετινός προϋπολογισμός θα κλείσει με σημαντικό έλλειμμα 160 δισ. ευρώ ή περίπου στο 4,8% του γερμανικού ΑΕΠ. Για το 2021 το έλλειμμα θα μειωθεί στα 133 δισ. ευρώ ή 3,8% του ΑΕΠ και για το 2022 θα σημειώσει περαιτέρω μείωση στα 84 δισ. ευρώ.
Οι πληροφορίες προέρχονται από έκθεση της Πρεσβείας της Ελλάδος στο Βερολίνο.