Η Banca d’ Italia σε πρόσφατη έκθεσή της, αναφέρει ότι η απότομη συρρίκνωση του ΑΕΠ, κατά περίπου 9% το 2020 θα ωθήσει 2.800 επιχειρήσεις στην πτώχευση έως το 2022.
Όπως εξηγείται σχετικά μια κατακόρυφη πτώση του ΑΕΠ, συνοδεύεται, κατά κανόνα, από αύξηση πτωχεύσεων σε ορίζοντα διετίας, μετά το έτος αναφοράς.
Εντούτοις, ακόμη και αν στον ως άνω αριθμό πτωχεύσεων είχαν προστεθεί άλλες 3.700 εταιρίες το 2020, που δεν οδηγήθηκαν τελικώς στην πτώχευση εξαιτίας των έκτακτων προστατευτικών νομοθετικών ρυθμίσεων, ο συνολικός αριθμός των πτωχεύσεων για το έτος 2020, θα ανέρχοταν σε 6.500, σαφώς χαμηλότερος σε σύγκριση με περίπου 11.000 που καταγράφηκαν το 2019.
Το γεγονός αυτό οφείλεται, αφενός, στο πάγωμα των δανειακών υποχρεώσεων και την περιορισμένη λειτουργία των δικαστηρίων, που συνέβαλαν στην αναστολή των διαδικασιών πτώχευσης και, αφετέρου, στα μέτρα στήριξης που για σειρά επιχειρήσεων απέβησαν ιδιαίτερα ευεργετικά για τη διάσωσή τους. Αν και τα μέτρα για την στήριξη των επιχειρήσεων έχουν απορροφήσει σημαντικά τον αντίκτυπο της κρίσης, η αβεβαιότητα σχετικά με τις προοπτικές της οικονομίας, η αύξηση του εταιρικού χρέους και η υποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών, εγείρουν ερωτήματα για δυνητική συγκράτηση εξέλιξης των πτωχεύσεων τους επόμενους μήνες, λόγω του προσωρινού παγώματος της διαδικασίας πτώχευσης, αλλά και για τη διαμορφούμενη κατάσταση μετά την απόσυρση των μέτρων στήριξης.
Στην έκθεση της Banca d’ Italia υπογραμμίζεται η αδυναμία εκτίμησης της πραγματικής διάστασης και της εξελικτικής τροχιάς των πτωχεύσεων εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης, καθώς πρόκειται για ένα εξαιρετικό γεγονός με μη πρότερη εμπειρία.