Το Υπουργείο Οικονομικών της Τσεχίας αναθεώρησε τις προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας της χώρας το 2022.
Σύμφωνα με τις νέες προβλέψεις του Υπουργείου, το 2022 αναμένεται χαμηλότερος ρυθμός ανάπτυξης, δηλαδή στο 3,1%, έναντι 4,1% που εκτιμάτο στις προβλέψεις του περασμένου Νοεμβρίου. Κατά τις ίδιες εκτιμήσεις, ο ρυθμός ανάπτυξης το 2021 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 2,9%.
Επιπλέον, ο μέσος πληθωρισμός για το τρέχον έτος αναμένεται στο 8,5% - σημαντικά υψηλότερος σε σύγκριση με τις φθινοπωρινές εκτιμήσεις (κατά τις οποίες αναμενόταν πληθωρισμός 6,1%).
Σημειώνεται ότι οι ανωτέρω προβλέψεις θα αποτελέσουν βασικό έγγραφο αναφοράς για τη σύνταξη του νέου προϋπολογισμού, που πρόκειται να υποβληθεί προς έγκριση στο Κοινοβούλιο τον προσεχή Μάρτιο, καθώς επί του παρόντος το κράτος λειτουργεί υπό προσωρινό προϋπολογισμό.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών, στη φετινή οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να συμβάλουν πρωτίστως οι επενδυτικές δαπάνες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, καθώς και η ιδιωτική κατανάλωση. Ωστόσο, η ανάπτυξη αναμένεται να επηρεασθεί αρνητικά, λόγω του υψηλού πληθωρισμού, εξ αιτίας των αυξήσεων των τιμών ηλεκτρισμού, φυσικού αερίου, πετρελαίου καθώς και του αυξανόμενου κόστους εργασίας. Προς συγκράτηση των πληθωριστικών τάσεων, η Κυβέρνηση έχει προβεί σε αυξήσεις των τραπεζικών επιτοκίων, ισχυροποιώντας το εθνικό νόμισμα και σύμφωνα με τις προβλέψεις, η μέση ισοτιμία κορώνας αναμένεται να διαμορφωθεί στις 24,4 κορώνες ανά Ευρώ, το τρέχον έτος.
Σχετικά με τα δημόσια οικονομικά, το Υπουργείο Οικονομικών, εκτιμά, επίσης, ότι το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού θα διαμορφωθεί το 2021 στο 6,1% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος στο 42 % του ΑΕΠ (μικρότερο σε σχέση με προηγούμενες φθινοπωρινές προβλέψεις που υπολόγιζαν σε 7,2% το έλλειμμα και 43,3% το χρέος αντίστοιχα). Η αύξηση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του χρέους οφείλεται, κυρίως στην λήψη των έκτακτων μέτρων στήριξης της οικονομίας προς αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας. Οσον αφορά την ανεργία αναμένεται, να μειωθεί περαιτέρω στο 2,3% το τρέχον έτος, έναντι 2,8% το 2021, αναδεικνύοντας το πρόβλημα της διαχρονικής έλλειψης εργατικού δυναμικού που παρουσιάζει η αγορά εργασίας της χώρας.