Γενναίες περικοπές στα υποκαταστήματα των τραπεζικών ιδρυμάτων στην Ισπανία
Τα τελευταία χρόνια το ένα τρίτο των υποκαταστημάτων των Τραπεζών έχουν σταματήσει την λειτουργία τους.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ισπανίας, κατά τη διάρκεια των ετών 2016 - 2021, έκλεισαν 9.685 γραφεία και, συνεπώς, από το σύνολο των 29.023, απέμειναν 19.338. Οι Κοινότητες με τις περισσότερες απώλειες υποκαταστημάτων είναι η Καταλονία και η Καστίλη και Λεόν, στις οποίες κατέληξε να κλείνει άνω του 40% των υποκαταστημάτων σε 7 επαρχίες τους. Η ευρύτερη περικοπή πραγματοποιήθηκε στην Ταραγόνα, όπου το 50,1% των υποκαταστημάτων έπαψαν να λειτουργούν. Σημειώνεται ότι η Βαρκελώνη και η Κοινότητα της Μαδρίτης έχουν μειώσει τον αριθμό αυτό κατά 44,1% και 35,9% αντίστοιχα, ενώ η περιοχή που εμφανίζει την χαμηλότερη μείωση σε υποκαταστήματα τραπεζών είναι η Κουένκα (της Αυτόνομης Κοινότητας της Καστίλη Λα Μάντσα), που έχει υποστεί μείωση, ύψους 9,7%.
Το σταδιακό κλείσιμο των υποκαταστημάτων των τραπεζών ξεκίνησε με την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όμως συνεχίστηκε λόγω της ψηφιοποίησης και των χαμηλών επιτοκίων που επικρατούσαν στην αγορά, ενώ σε συνδυασμό με την πανδημία, η κατάσταση επιβαρύνθηκε, με τις τράπεζες να επιταχύνουν τη δεδομένη διαδικασία, στο πλαίσιο εξοικονόμησης των δαπανών τους. Κατά συνέπεια, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ισπανίας, σε περισσότερους από τους μισούς δήμους στη χώρα (σε ποσοστό 54%), δεν υπάρχει πρόσβαση σε κάποιο τραπεζικό γραφείο, κάτι που πρακτικά σημαίνει ότι πάνω από 1,6 εκατ. άτομα δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν στο δήμο που ανήκουν, αριθμός που αντιπροσωπεύει το 3,5% του συνολικού πληθυσμού της Ισπανίας. Αν σε αυτό προστεθεί το γεγονός ότι οι περικοπές των υποκαταστημάτων πραγματοποιούνται σε αγροτικές περιοχές, όπου ζουν άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, που δυσκολεύονται να χρησιμοποιήσουν τα τεχνολογικά μέσα, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η κατάσταση για αυτό το τμήμα του πληθυσμού γίνεται πιο περίπλοκη.
Στο πλαίσιο της μετάβασης από την παραδοσιακή, διά ζώσης, εξυπηρέτηση στην ψηφιακή, η στρατηγική, που ακολουθούν οι ισπανικές τράπεζες, συνίσταται στο κλείσιμο καταστημάτων, μικρότερων και όσων βρίσκονται σε κοντινές περιοχές, με σκοπό τη δημιουργία μεγαλύτερων καταστημάτων, που θα παρέχουν εξατομικευμένη συμβουλευτική υποστήριξη στους πελάτες.
Αυτός ο τρόπος δράσης βασίζεται στη λογική ότι οι τελευταίοι θα εξυπηρετούνται, μέσω των διαδικτυακών υπηρεσιών και θα επισκέπτονται κάποιο γραφείο, μόνο όταν χρειάζονται τη βοήθεια ενός ειδικού σε ζητήματα πιο περίπλοκα. Ωστόσο, επειδή γίνεται αντιληπτό ότι, με αυτόν τον τρόπο, διευρύνεται το ψηφιακό χάσμα μεταξύ των νεότερων και των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας, έχουν ήδη αρχίσει να καταγράφονται προσπάθειες συρρίκνωσης του φαινομένου.
Συγκεκριμένα, οι τραπεζικές οργανώσεις CECA, AEB και Unacc υπέγραψαν πρόσφατα ένα πρωτόκολλο δέκα μέτρων, που στοχεύει στην παροχή βοήθειας σε ηλικιακά μεγαλύτερους και πιο ευάλωτους πελάτες, έτσι ώστε να ξεπεραστούν τα εμπόδια ψηφιοποίησής τους. Σε αυτό, περιλαμβάνονται μέτρα, όπως η επέκταση του, διά ζώσης, ωραρίου εξυπηρέτησης για υπηρεσίες ταμείου με ελάχιστη διάρκεια, από τις 9.00 π.μ. έως τις 14.00 μ.μ., καθώς και η υποχρεωτική εξειδικευμένη επιμόρφωση του προσωπικού σχετικά με την κάλυψη των αναγκών των ατόμων άνω των 65 ετών.
Οι πληροφορίες προέρχονται από το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στη Μαδρίτη.