Ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ισπανία διαμορφώθηκε για το μήνα Οκτώβριο στο 3,5% σε ετήσια βάση, πράγμα που σημαίνει ότι παρέμεινε ο ίδιος με τον μήνα Σεπτέμβριο σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία που δημοσίευσε το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής της χώρας.
Με αυτή τη στασιμότητα, ο ΔΤΚ βάζει τέλος σε τρεις συνεχόμενους μήνες αυξήσεων, αν και παραμένει στο υψηλότερο επίπεδο από τον περασμένο Απρίλιο. Επιπλέον, ο υποκείμενος πληθωρισμός - ο οποίος δεν περιλαμβάνει τα νωπά τρόφιμα και τα ενεργειακά προϊόντα, καθώς είναι τα πιο ευμετάβλητα - μειώθηκε εκ νέου κατά έξι δέκατα της ποσοστιαίας μονάδας, ανερχόμενος στο 5,2%.
Το σημείωμα του Ινστιτούτου δεν αναλύει την εξέλιξη των τιμών στα τρόφιμα, ούτε παρέχει περισσότερες λεπτομέρειες, καθώς πρόκειται για προσωρινά στοιχεία. Ωστόσο, επισημαίνει ότι αν και η ηλεκτρική ενέργεια έχει ωθήσει προς τα πάνω τον δείκτη πληθωρισμού, αυτό αντισταθμίζεται από τη συγκράτηση των τιμών στα καύσιμα (των οποίων οι τιμές έχουν μειωθεί) και στα τρόφιμα, καθώς και στα μη αλκοολούχα ποτά (των οποίων η άνοδος είναι λιγότερο έντονη από ό,τι πέρυσι).
Ενόψει της θετικής αυτής εξέλιξης, το Υπουργείο Οικονομίας επεσήμανε ότι «η Ισπανία εδραιώνει τη θέση της ως μία από τις κύριες οικονομίες της ευρωζώνης με χαμηλότερο πληθωρισμό και υψηλότερη ανάπτυξη» και ότι «τα μέτρα οικονομικής πολιτικής που υιοθετεί η Κυβέρνηση ευνοούν την αύξηση της αγοραστικής δύναμης των μισθών».
Σε κάθε περίπτωση, τα προσωρινά στοιχεία του ΔΤΚ για τον μήνα Οκτώβριο αντανακλούν την αύξηση των τιμών κατά 0,3% σε σύγκριση με τον Σεπτέμβριο, γεγονός που αποτυπώνει την επίδραση της εποχικής ζήτησης στις τιμές, καθώς αυτόν τον μήνα η ζήτηση σε προϊόντα ένδυσης και υπόδησης αυξάνεται με την άφιξη της νέας φθινοπωρινής-χειμερινής περιόδου.
Από την έναρξη της πληθωριστικής κρίσης, τα τρόφιμα και η ενέργεια πλήττουν την αγοραστική δύναμη των Ισπανών, καθώς η αύξηση των τιμών των εν λόγω προϊόντων τον τελευταίο χρόνο ξεπέρασε το 10% στα τέλη Σεπτεμβρίου. Και παρόλο που ο πληθωρισμός αναμένεται να μετριαστεί το επόμενο έτος, αναλυτές εκτιμούν ότι η χώρα δεν αναμένεται να πλησιάσει το επιθυμητό 2%, τουλάχιστον έως το 2025.