Η Βουλγαρία τα τελευταία χρόνια καλύπτει ολοένα και περισσότερο τις εγχώριες ανάγκες της σε φρούτα και λαχανικά από εισαγωγές.
Η Ελλάδα αποτελεί τον 2ο σημαντικότερο προμηθευτή οπωροκηπευτικών της Βουλγαρίας παγκοσμίως μετά την Τουρκία και τον 1ο σημαντικότερο προμηθευτή από τα κράτη - μέλη της ΕΕ.
Οι πωλήσεις φρούτων και λαχανικών έχουν σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης στη Βουλγαρία. Τα ιδανικά φρούτα και λαχανικά που προτιμώνται από τους Βούλγαρους καταναλωτές είναι τα φρέσκα (νωπά), καλής ποιότητας και εμπορικού τύπου (σε εύχρηστες συσκευασίες). Το 76% των ενηλίκων της Βουλγαρίας αγοράζουν φρούτα και λαχανικά τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα, ένα μικρότερο ποσοστό το κάνει αυτό κάθε μέρα και περίπου το ένα τέταρτο μπορεί να τα παράξει από μόνο του.
Σχεδόν τα δύο τρίτα όλων των εισαγωγών νωπών φρούτων στη Βουλγαρία το 2022 προήλθαν από την Ελλάδα (39,1%) και την Τουρκία (25,2%).
Να σημειωθεί ότι η Βουλγαρία αποτελεί τα τελευταία έτη, σε απόλυτους αριθμούς, τον σημαντικότερο οικονομικό και εμπορικό εταίρο της χώρας μας στα Βαλκάνια και έναν από τους σημαντικότερους παγκοσμίως. To γεγονός αυτό, επιβεβαιώθηκε και μέσα στο έτος 2022 με τις εξαγωγές μας προς τη Βουλγαρία να καταρρίπτουν κάθε προηγούμενο ρεκόρ και να ανέρχονται σε 4,2 δισ. ευρώ (2ος σημαντικότερος εξαγωγικός εταίρος της Ελλάδας παγκοσμίως, πίσω από την Ιταλία) και τον συνολικό όγκο διμερούς εμπορίου να φθάνει τα 6,8 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα εξάγει στη Βουλγαρία περίπου 2.500 βιομηχανικά και 400 αγροτικά προϊόντα. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τα αγροδιατροφικά προϊόντα, την τελευταία πενταετία έχει σημειωθεί εντυπωσιακή αύξηση των εξαγωγών μας της τάξης του 62,8%.