Το γιαούρτι στη Γερμανία είναι ένα δημοφιλές προϊόν διατροφής με μεγάλη αποδοχή από το καταναλωτικό κοινό.
Το ελληνικό γιαούρτι κατέχει τα πρωτεία στις προτιμήσεις των Γερμανών καταναλωτών, στο πλαίσιο της καθημερινής διατροφής με φυσικά προϊόντα καθώς και της ιδιαίτερα αυξανόμενης ευαισθητοποίησης τους για προϊόντα που συμβάλλουν στη διατήρηση της υγείας και της ευζωίας. Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στο Μόναχο η αγορά του ελληνικού στραγγιστού γιαουρτιού γνώρισε σημαντική ανάπτυξη τα προηγούμενα χρόνια και διαδραμάτισε, ως κινητήρια δύναμη, καταλυτικό ρόλο στην μεγέθυνση της αγοράς του φυσικού γιαουρτιού στη Γερμανία. Σύμφωνα με στοιχεία, παρατηρείται σημαντική στροφή των καταναλωτών προτιμήσεων από γιαούρτια με πρόσθετα συστατικά σε προϊόντα με φυσική γεύση και αυξημένα ποσοστά πρωτεϊνών. Η αγορά εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να αναπτύσσεται, ωστόσο με βραδύτερους ρυθμούς σε σχέση με την παρελθούσα δεκαετία.
Η γερμανική αγορά των γαλακτοκομικών προϊόντων κυριαρχείται από επιχειρηματικούς κολοσσούς του κλάδου της γαλακτοβιομηχανίας, οι οποίοι κατέχουν δεσπόζουσα θέση. Οι μεγάλες αυτές παραγωγικές επιχειρήσεις έχουν διαμορφώσει ένα έντονο ανταγωνιστικό περιβάλλον για τα ελληνικά προϊόντα γιαουρτιού, τουλάχιστον σε όρους τιμής προϊόντος. Αυτό οφείλεται πρωτίστως στις φθηνότερες πρώτες ύλες (γάλα), στις μεγάλες παραγωγικές τους δυνατότητες και στην αξιοποίηση των υφιστάμενων επιχειρηματικών τους συνεργασιών με τις μεγάλες αλυσίδες λιανεμπορίου τροφίμων και σε άλλα προϊόντα γάλακτος (γάλα, τυροκομικά κ.λπ.).
Το ελληνικό στραγγιστό γιαούρτι έχει καταστεί αντικείμενο απομίμησης, καθώς σχεδόν όλες οι γερμανικές βιομηχανίες γάλακτος παράγουν γιαούρτια «ελληνικού τύπου», τα οποία φέρουν στις συσκευασίες τους εικαστικές αναπαραστάσεις, σύμβολα και εικόνες που παραπέμπουν στην Ελλάδα. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο προκαλείται σύγχυση και παραπλάνηση του καταναλωτή ως προς την πραγματική προέλευση και ταυτότητα των προϊόντων αυτών, εις βάρος των ελληνικών εισαγόμενων προϊόντων. Παράλληλα, οι Γερμανοί καταναλωτές συνηθίζουν στις γευστικές αποχρώσεις και στην υφή των γερμανικών αυτών γιαουρτιών, που υπολείπονται των ποιοτικών χαρακτηριστικών του γνήσιου ελληνικού γιαουρτιού.
Στο πλαίσιο καταγραφής, από το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στο Μόναχο, προϊόντων ελληνικού γιαουρτιού και «ελληνικού τύπου» που κυκλοφορούν στη βαυαρική αγορά έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα 16 brands «ελληνικού τύπου» γιαούρτι σε πληθώρα διαφορετικών τύπων και γεύσεων, όπως φυσική, φρούτων, με μέλι, μειωμένα λιπαρά, χωρίς λακτόζη κ.λπ., τα οποία διατίθενται προς πώληση σε καταστήματα λιανικής πώλησης και μεγάλες αλυσίδες τροφίμων στο Μόναχο.
Τα ελληνικά εισαγόμενα προϊόντα δεν προσφέρονται στη γερμανική αγορά σε ανταγωνιστικές τιμές σε σχέση με τα γερμανικά γιαούρτια «ελληνικού τύπου». Κατά συνέπεια θα πρέπει οι Έλληνες παραγωγοί να επενδύσουν στο ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα, δηλαδή στην άυλη προστιθέμενη αξία της φήμης, της ποιότητας και της αυθεντικής / μοναδικής συνταγής και γεύσης του ελληνικού γιαουρτιού. Επιπρόσθετα, θα ήταν σκόπιμο να εξετασθεί, τουλάχιστον για τις πιο καταφανείς περιπτώσεις παραπλάνησης του καταναλωτικού κοινού ως προς την προέλευση του προϊόντος (χρήση ελληνικών συμβόλων και ονομασιών), η δυνατότητα άσκησης προσφυγών σε ευρωπαϊκά ή εθνικά δικαιοδοτικά όργανα, εκ μέρους είτε κρατικών φορέων και υπηρεσιών, είτε επαγγελματικών και κλαδικών επιχειρηματικών συνδέσμων. Στο ανωτέρω πλαίσιο, οι προοπτικές για μεγαλύτερη παρουσία των ελληνικών γαλακτοκομικών επιχειρήσεων στον κλάδο του γιαουρτιού στη γερμανική αγορά παραμένουν πολύ θετικές. Στόχος είναι η ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελληνικού γιαουρτιού, η προβολή και η διεθνής αναγνώριση της φήμης του.