Η πλειονότητα των Τσέχων διατηρεί παραδοσιακά προσήλωση στα διατροφικά πρότυπα της πατρίδας του, και ως εκ τούτου η παρουσία τροφίμων από άλλες χώρες είναι σχετικά περιορισμένη στα ράφια των super markets και στα καταστήματα delicatessen (με την πλειοψηφία αυτών να είναι ιταλικής ή -σε μικρότερο βαθμό- γαλλικής προέλευσης, καθώς επίσης και ασιατικής (ιδιαίτερα από Βιετνάμ λόγω και της μακρόχρονης και πολυπληθούς βιετναμέζικης ομογένειας).
Παράλληλα, ιδιαίτερα στην Πράγα και το Μπρνο υπάρχει μεγάλη ποικιλία μοντέρνων εστιατορίων/ μπιστρό ξένης κουζίνας που διαρκώς επεκτείνεται, όπου όμως η ελληνική παρουσία είναι πολύ περιορισμένη (κάτω των δέκα τα ελληνικά εστιατόρια/ καταστήματα delicatessen στην Πράγα).
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό Τσέχων τουριστών που επισκέπτονται την Ελλάδα και την τάση, λόγω και της αυξανόμενης μεσαίας τάξης, για υιοθέτηση νέων διατροφικών επιλογών οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Τσεχία μπορεί να αποτελεί μια νέα αγορά για τα ποιοτικά ελληνικά τρόφιμα και για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να αναληφθούν διαφημιστικές εκστρατείες ενημέρωσης του τσέχικου κοινού, με προτεραιότητα σε προϊόντα που υπάρχει σχετική ζήτηση (ελαιόλαδο, φέτα, γιαούρτι) αλλά και σε προϊόντα βιολογικής παραγωγής ή ΠΟΠ/ΠΓΕ.