Ο τομέας της διεθνούς ναυτιλίας αντιπροσωπεύει το 70% των συνολικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στη ναυτιλία σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του IRENA.
Εάν, δε, ήταν χώρα, η διεθνής ναυτιλία θα ήταν ο έκτος ή έβδομος ρυπαντής σε εκπομπές CO2. Μέσω της διεθνούς ναυτιλίας, διακινείται 80-90% του παγκόσμιου εμπορίου. Περίπου 20% του παγκόσμιου ναυτιλιακού στόλου αντιπροσωπεύουν τα πετρελαιοφόρα, τα πλοία μεταφοράς χύδην φορτίου και τα φορτηγά πλοία (containerships), τα οποία, όμως, είναι υπεύθυνα για το 85% των καθαρών εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου (GHG) στη ναυτιλία.
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, τα καύσιμα βασισμένα σε πράσινο υδρογόνο θα συμβάλλουν καθοριστικά στην απανθρακοποίηση της ναυτιλίας μέχρι το 2050.
Πάντως, η στρατηγική απαλλαγής από τον άνθρακα στον κλάδο της ναυτιλίας πρέπει να περιλαμβάνει συνδυασμό επίτευξης ενεργειακής απόδοσης και ανανεώσιμων καυσίμων. Η άμεση υιοθέτηση μέτρων ενεργειακής απόδοσης θα είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση της ενεργειακής ζήτησης και συνεπώς των εκπομπών CO2. Βραχυπρόθεσμα, τα προηγμένα βιοκαύσιμα θα διαδραματίσουν βασικό ρόλο στη μείωση των εκπομπών CO2. Μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, όμως, τα καύσιμα με βάση το πράσινο υδρογόνο πρόκειται να αποβούν καθοριστικά για την απαλλαγή από τον άνθρακα. Ιδίως, η ανανεώσιμη ηλεκτρονική αμμωνία θα διαδραματίσει κεντρικό ρόλο.
Έως το 2050 θα χρειαστούν 183 εκατομμύρια τόνοι ανανεώσιμης αμμωνίας μόνο για τη διεθνή ναυτιλία - συγκρίσιμο ποσό με τη σημερινή συνολική παραγωγή αμμωνίας. Η αναμενόμενη μέχρι το 2023 ανάπτυξη της μηχανής από αμμωνία θα έχει θετικό αντίκτυπο στον κλάδο της ναυτιλίας και θα ξεκλειδώσει ευκαιρίες για παραγωγούς ανανεώσιμης αμμωνίας.
Η Έκθεση εκτιμά ότι παρότι το κόστος παραγωγής ανανεώσιμων καυσίμων είναι επί του παρόντος υψηλό, τις επόμενες δεκαετίες, τα ανανεώσιμα καύσιμα θα γίνουν ανταγωνιστικά ως προς το κόστος και θα προστατεύσουν τον τομέα της ναυτιλίας από τη μεταβλητότητα που χαρακτηρίζει την αγορά ορυκτών καυσίμων.