Δύο από τα μεγαλύτερα private equity funds του κόσμου ετοιμάζονται να αποκτήσουν το 30% της Essendi, του πρώην ξενοδοχειακού βραχίονα της Accor, με στόχο τον έλεγχο ενός χαρτοφυλακίου 550 ξενοδοχείων αξίας 7 δισ. ευρώ.
Ο ξενοδοχειακός κολοσσός Accor φαίνεται να περνά σε ένα νέο κεφάλαιο της στρατηγικής του “asset-light”, αποδεσμευόμενος σταδιακά από τις ιδιοκτησίες του για να επικεντρωθεί στη διαχείριση και τα brands. Όπως αποκαλύπτει η Les Echos, η Accor βρίσκεται ένα βήμα πριν από την πώληση του 30% που εξακολουθεί να κατέχει στην Essendi (πρώην Accor Invest), εταιρεία που διαθέτει ή διαχειρίζεται περισσότερα από 550 ξενοδοχεία στην Ευρώπη.
Η αξία του πακέτου εκτιμάται σε περίπου 850 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το σύνολο του χαρτοφυλακίου ανέρχεται σε 7 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με τον CEO της Accor, Sébastien Bazin. Η κίνηση αυτή δεν αποτελεί απλώς μια εμπορική συναλλαγή, αλλά ένα ακόμη βήμα στη μετάβαση του ομίλου σε ένα μοντέλο χαμηλότερου κόστους και ταχύτερης ανάπτυξης, βασισμένο σε συμβάσεις διαχείρισης και franchise.
Brookfield και Blackstone στο προσκήνιο
Οι Brookfield και Blackstone, δύο από τα ισχυρότερα ονόματα της παγκόσμιας αγοράς private equity, συγκαταλέγονται μεταξύ των βασικών υποψηφίων για την εξαγορά του μεριδίου της Accor. Η είσοδός τους στην Essendi θα τους φέρει δίπλα σε «βαριά χαρτιά» της διεθνούς επενδυτικής σκηνής, όπως το Public Investment Fund (PIF) της Σαουδικής Αραβίας, το GIC της Σιγκαπούρης και τον όμιλο Crédit Agricole, που ήδη ελέγχουν σημαντικά ποσοστά.
Αν και η Accor έχει προειδοποιήσει ότι η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει έως το καλοκαίρι του 2026, εκτιμάται ότι μια συμφωνία επί της αρχής θα μπορούσε να ανακοινωθεί ήδη στις αρχές του 2026. Οι ενδεικτικές προσφορές έχουν ήδη υποβληθεί, και το ενδιαφέρον είναι έντονο, δεδομένου ότι το χαρτοφυλάκιο της Essendi θεωρείται από πολλούς «το καλύτερο ξενοδοχειακό πακέτο στην Ευρώπη».
Η Colony, οι κρατικοί μέτοχοι και η μάχη του ελέγχου
Το επενδυτικό fund Colony Capital, ιστορικός συνεργάτης της Accor, κατέχει ήδη περίπου 21% και φέρεται έτοιμο να αυξήσει τη συμμετοχή του, ξεπερνώντας το όριο του ελέγχου. Ωστόσο, η πιθανή είσοδος των Brookfield και Blackstone αλλάζει τα δεδομένα, καθώς πρόκειται για funds που δεν αρκούνται σε ρόλο μειοψηφικού μετόχου.
Παράλληλα, τα κρατικά επενδυτικά ταμεία PIF και GIC, καθώς και η Crédit Agricole, τηρούν στάση αναμονής – χωρίς να αποκλείεται η μερική αποεπένδυση. Εφόσον ένας εκ των δύο υποψηφίων εξασφαλίσει το 30%, είναι πιθανό να επιδιώξει σταδιακή απόκτηση πλειοψηφικού ποσοστού, με στόχο τον έλεγχο της Essendi και μιας στρατηγικής τοποθέτησης στον ευρωπαϊκό τουρισμό.
Η Essendi μετά το «διαζύγιο» με την Accor
Η Essendi, που μετά την πανδημία προχώρησε σε αναδιάρθρωση και πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, επικεντρώνεται πλέον στην Ευρώπη και στα μεσαίας κατηγορίας ξενοδοχεία. Με τη διοίκηση του Gilles Clavié, ο όμιλος επιδιώκει να ξανακερδίσει έδαφος και να αξιοποιήσει το αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον για τον ξενοδοχειακό κλάδο.
Η πλήρης αποσύνδεσή της από την Accor -ακόμα και σε επίπεδο ονόματος- σηματοδοτεί μια νέα εποχή. Αν τελικά Brookfield ή Blackstone αποκτήσουν το μερίδιο, η Essendi θα ενισχυθεί με «βαθιές τσέπες» και νέα στρατηγική κατεύθυνση, ανοίγοντας τον δρόμο για επενδύσεις που εκτιμώνται μεταξύ 500 εκατ. και 2 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια.
Ο ευρωπαϊκός ξενοδοχειακός χάρτης αλλάζει
Η υπόθεση Essendi δεν αφορά μόνο την Accor. Αντιπροσωπεύει ένα ευρύτερο φαινόμενο: την επιστροφή των μεγάλων private equity funds στα τουριστικά assets, σε μια περίοδο που οι αποδόσεις των ξενοδοχειακών ακινήτων στην Ευρώπη επανέρχονται δυναμικά.
Αν η συμφωνία ολοκληρωθεί, θα αποτελέσει μια από τις σημαντικότερες κινήσεις του 2026 στον ευρωπαϊκό hospitality κλάδο, εδραιώνοντας περαιτέρω τη θέση των Brookfield και Blackstone ως τους «νέους παίκτες» που επανασχεδιάζουν τον ξενοδοχειακό χάρτη της ηπείρου.







