Η αδυναμία εύρεσης εξειδικευμένου προσωπικού και οι καθυστερήσεις στις παραδόσεις πρώτων υλών και προϊόντων αποτελούν, αυτή τη στιγμή, τους δύο βασικούς παράγοντες που διαμορφώνουν το επιχειρηματικό περιβάλλον για τους βιοτέχνες λαϊκής τέχνης και τις επιχειρήσεις τουριστικών ειδών, όπως αποτυπώνεται στη νέα εκτενή μελέτη του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ. Σε τούτο το σημείο να τονιστεί ότι τα ευρήματα της έρευνας, μέσα από αντιστοίχιση απαντήσεων προμηθευτών και καταστημάτων, αναδεικνύουν έναν κλάδο που λειτουργεί με έντονη εποχικότητα και σημαντικές λειτουργικές πιέσεις, παρά την πολιτιστική και οικονομική του αξία.
Την ίδια στιγμή, τα προβλήματα δεν προέκυψαν εν κενώ. Η πανδημία, οι διαταραχές των παγκόσμιων logistics, οι αυξημένες ανάγκες των τουριστικών καταστημάτων και οι γεωπολιτικές αναταράξεις δημιούργησαν μια συσσωρευμένη πίεση σε έναν κλάδο που κατά παράδοση αποτελείται από μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις με περιορισμένο προσωπικό και υψηλές απαιτήσεις παραγωγής.
Η έλλειψη εργατικού δυναμικού οδηγεί σε ντόμινο καθυστερήσεων
Πέντε στις δέκα επιχειρήσεις χονδρικής δηλώνουν ότι δεν μπορούν να βρουν προσωπικό, ενώ επτά στις δέκα χρειάζονται έκτακτους εργαζόμενους τους μήνες της υψηλής ζήτησης, χωρίς όμως να τους βρίσκουν. Η παραγωγή αντικειμένων λαϊκής τέχνης απαιτεί εξειδικευμένη τεχνογνωσία, χρόνο εκπαίδευσης και σταθερή εργασία. Στον αντίποδα, η αγορά εργασίας δεν προσφέρει διαθέσιμους τεχνίτες, με αποτέλεσμα οι παραγγελίες να εκτελούνται αργά και οι βιοτέχνες να εργάζονται συστηματικά πάνω από ογδόντα ώρες την εβδομάδα.
Αυτές οι καθυστερήσεις αποτυπώνονται και στην εφοδιαστική αλυσίδα: το 50% των προμηθευτών δεν καταφέρνει να παραδίδει εγκαίρως στα τουριστικά καταστήματα. Η διάρκεια των καθυστερήσεων κυμαίνεται από δύο έως οκτώ εβδομάδες, πλήττοντας τον κύκλο εργασιών και τη συνέπεια προς τους συνεργάτες. Την ίδια στιγμή, η καθυστέρηση στην παραλαβή πρώτων υλών –κυρίως από Κίνα, Τουρκία και Ιταλία– επιτείνει το πρόβλημα, προκαλώντας επιπλέον φραγμούς στην παραγωγή.
Όπως τονίστηκε στη μελέτη, η υποστελέχωση και η διαταραχή των εισαγωγών έχουν δημιουργήσει ένα μόνιμο επιχειρησιακό «κενό», που οι μικρές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να καλύψουν. Το αποτέλεσμα είναι μια αλυσίδα καθυστερήσεων που ξεκινά από το εργαστήριο και φτάνει μέχρι το ράφι του νησιωτικού καταστήματος.
Η πίεση στη ρευστότητα μεγαλώνει – η εποχικότητα χτυπά τον χειμώνα
Εξάλλου να τονιστεί πως ο χειμώνας παραμένει η πιο δύσκολη περίοδος για τα οικονομικά των επιχειρήσεων, καθώς η εποχικότητα του τουρισμού στερεύει τις πωλήσεις αλλά όχι τα κόστη. Οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν σοβαρή έλλειψη ρευστότητας, που συχνά αντιμετωπίζεται με ανάλωση αποθεματικών, δανεισμό από συγγενείς ή καθυστερήσεις πληρωμών προς προμηθευτές.
Προς επίρρωση τούτου, το 47% των επιχειρήσεων αναγκάζεται να «τραβά» από τα ταμειακά αποθέματα για να καλύψει τρέχουσες ανάγκες, ενώ μόνο το 13% έχει πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό, στοιχείο που αναδεικνύει τα όρια της χρηματοδότησης των πολύ μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα.
Η έκθεση τέχνημα – λαϊκή τέχνη – παρουσίες παραμένει ο σταθερός πυλώνας του κλάδου
Μέσα σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, η έκθεση Τέχνημα λειτουργεί ως κυρίαρχος εμπορικός θεσμός. Εννέα στις δέκα επιχειρήσεις λαμβάνουν μέρος κάθε χρόνο, ενώ περίπου τέσσερις στις δέκα εξασφαλίζουν από εκεί το 26% έως 50% των ετήσιων παραγγελιών τους. Για κάποιους, το ποσοστό αυτό ξεπερνά ακόμη και το 75%.
Η έκθεση δεν αποτελεί απλώς πλατφόρμα παραγγελιοληψίας αλλά πυλώνα δικτύωσης, διατήρησης συνεργασιών και παρακολούθησης των τάσεων της αγοράς. Στο μεταξύ, παραμένει ανοικτή η συζήτηση για ενδεχόμενη μεταφορά της σε προγενέστερο μήνα. Παρά τις διαφορετικές απόψεις, τα δύο τρίτα των επαγγελματιών επιμένουν στον Ιανουάριο, που διαχρονικά έχει διαμορφώσει την επιχειρηματική τους ρουτίνα.
Στήριγμα της νησιωτικής λιανικής – η άλλη πλευρά της έρευνας
Στην πλευρά της λιανικής, τα τουριστικά καταστήματα –κυρίαρχα σε Νότιο Αιγαίο, Αττική και Κρήτη– επιβεβαιώνουν τις ίδιες προκλήσεις από άλλη οπτική. Το 63% εμπορεύεται προϊόντα ένδυσης, το 82% σουβενίρ και το 86% κοσμήματα, ενώ οι περισσότεροι επιχειρηματίες λειτουργούν για πάνω από 15 χρόνια.
Η καθυστέρηση στην παραλαβή προϊόντων έχει άμεση επίπτωση στον φόρτο εργασίας, καθώς όταν οι παραλαβές γίνονται εκτός χρονοδιαγράμματος, οι επιχειρήσεις καλούνται να επανατοποθετήσουν στοκ, να αναπροσαρμόσουν παραγγελίες και να διαχειριστούν αυξημένες ανάγκες προσωπικού μέσα σε λίγες ημέρες. Την ίδια στιγμή, ένα στα τρία καταστήματα δυσκολεύεται να βρει προσωπικό, γεγονός που επιβαρύνει ιδιαίτερα τις νησιωτικές περιοχές.
Η έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ ρίχνει φως σε έναν κλάδο με ισχυρές ρίζες, βαθιά διασύνδεση με την ελληνική ταυτότητα και καθοριστική συμβολή στο τουριστικό προϊόν της χώρας. Παράλληλα, καταδεικνύει μια πραγματικότητα υψηλής πίεσης. Έτσι η λαϊκή τέχνη, παραδοσιακά ανθεκτική και πολυμορφική, καλείται σήμερα να ανταποκριθεί σε ένα περιβάλλον που απαιτεί καλύτερη οργάνωση, επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό και ανανέωση των εργαλείων στήριξης. Η μετάβαση σε μια πιο σύγχρονη, ανταγωνιστική και βιώσιμη μορφή επιχειρηματικότητας αποτελεί προϋπόθεση ώστε ο κλάδος να συνεχίσει να στηρίζει την τουριστική οικονομία και να μεταφέρει την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά στις νέες γενιές.









