back to top

Λαγκάδια: Όταν το βουνό δίδαξε την πέτρα να μιλάει

Στις απότομες πλαγιές του Μαινάλου, εκεί που η γη αρνείται να προσφέρει καρπό και η βαρύτητα δοκιμάζει κάθε ανθρώπινη κατασκευή, ένα χωριό κρέμεται στο κενό σαν αρχιτεκτονικό θαύμα. Χτισμένο σε κλίση εβδομήντα μοιρών, εννιακόσια ογδόντα μέτρα πάνω από τη θάλασσα, τα Λαγκάδια παραμένουν ζωντανή μαρτυρία του πώς η ανθρώπινη ευφυΐα μπορεί να μετατρέψει τη φυσική δυσκολία σε πολιτιστική ακμή.

Όταν η στέρηση γεννά τη δεξιοτεχνία

Ο ποταμός Τουθόας, χαράζει το φαράγγι του βίαια στα έγκατα της Γορτυνίας, δημιουργώντας ένα τοπίο που οι παλιοί το χαρακτήριζαν «σκληροτέρα γη». Εδώ, το σιτάρι αρνιόταν να φυτρώσει, το αμπέλι δεν άντεχε, η ελιά δεν προσφερόταν για καλλιέργεια. Άλλοι θα εγκατέλειπαν. Οι κάτοικοι όμως αυτού του τόπου ανακάλυψαν κάτι που η φύση τους παρείχε με αφθονία: πέτρα.

Κάπου στα μέσα του δέκατου πέμπτου αιώνα, μικροί οικισμοί συνενώθηκαν σε μία κοινότητα. Υπάρχουν θεωρίες πως οι πρώτοι κάτοικοι ήταν τεχνίτες που είχαν κατασκευάσει το κάστρο της Άκοβας δύο αιώνες νωρίτερα, αλλά η πιο πιθανή εκδοχή μιλά για αγρότες που αναγκάστηκαν να εξελιχθούν. Ο δέκατος όγδοος αιώνας τους βρήκε να έχουν στραφεί οριστικά προς μια νέα ταυτότητα: έγιναν οι μάστορες της πέτρας.

Το Μπουλούκι: Μια κοινωνία σε κίνηση

Η οργάνωση των λαγκαδινών χτιστών ήταν εκπληκτικά δομημένη. Σχημάτιζαν ομάδες, τα λεγόμενα “μπουλούκια”,που περιπλανιόνταν σε ολόκληρη την Πελοπόννησο αναζητώντας δουλειά. Κάθε συνεργείο είχε την ιεραρχία του: στην κορυφή ο πρωτομάστορας, που οργάνωνε τη μετακίνηση και διαπραγματευόταν με τους εργοδότες, ακολουθούσαν οι έμπειροι μάστοροι, μετά οι βοηθοί τους που τους αποκαλούσαν “τριότες” ή “λασπολόγους”, και στο τέλος τα “μαστορόπουλα”, οι μαθητευόμενοι.

Η περιοδεία αυτή, που περιλάμβανε τη μεταφορά εργαλείων και προμηθειών με μουλάρια και γαϊδούρια, είχε το δικό της όνομα: Κρεκονιά. Μια λέξη που κουβαλούσε μέσα της όλο τον κόπο, τον αποχωρισμό, τη νοσταλγία. Οι μάστοροι ανέπτυξαν ακόμα και τη δική τους συνθηματική γλώσσα για να επικοινωνούν μεταξύ τους. Δεν ήταν απλώς τεχνίτες – ήταν μια μεταναστευτική υποκουλτούρα με κώδικες, παραδόσεις, αξίες. Και ο κόσμος τους αναγνώριζε: «Οι Λαγκαδινοί μαστόροι χτίσανε τον κόσμο όλο!» έλεγαν.

Περπατώντας στα πέτρινα καλντερίμια του χωριού, αντικρίζει κανείς το αποτέλεσμα αιώνων εμπειρίας στην οικοδομική. Το κυρίαρχο κτίριο είναι το “μακρινάρι”,  ένα μακρόστενο πέτρινο σπίτι που προσαρμόζεται στην απότομη κλίση με δύο διαφορετικούς τρόπους.

Όταν η στενή πλευρά του κτιρίου ήταν παράλληλη με τις ισοϋψείς καμπύλες, το σπίτι “κολλούσε” πιο φυσικά στο βουνό. Αυτή η μορφή – το πλατυμέτωπο μακρινάρι – χρησιμοποιήθηκε κυρίως για κατοικίες. Αλλά όταν χρειαζόταν εμπορικό κατάστημα στον κεντρικό δρόμο, οι χτίστες τολμούσαν περισσότερα: έστρεφαν τη μακριά πλευρά προς τον δρόμο, δημιουργώντας το στενομέτωπο μακρινάρι με μεγάλα ανοίγματα για την προβολή των εμπορευμάτων.

Αυτή η διάκριση δεν είναι απλώς αρχιτεκτονική, είναι ιστορική. Καταγράφει τη στιγμή που τα Λαγκάδια μεταμορφώθηκαν από αγροτικό οικισμό σε εμπορικό κέντρο. Κάτω από κάθε σπίτι, υπόγειοι θολωτοί χώροι λειτουργούσαν ως κελάρια και αποθήκες, αντιμετωπίζοντας την πρόκληση της σταθερότητας στο επικλινές έδαφος.

Το χωριό, αναγνωρισμένο σήμερα ως διατηρητέος οικισμός, εκτείνεται αμφιθεατρικά με διώροφα και τριώροφα κτίσματα, πέτρινα μονοπάτια, καμαρωτές γέφυρες και νερόμυλους που μαρτυρούν την τεχνική αριστεία των κατασκευαστών του.

Από το εργαστήρι στην εξουσία

Ο πλούτος που έφερε η πέτρα δεν έμεινε στα χέρια των μαστόρων. Μετατράπηκε σε εμπόριο, σε εκπαίδευση, σε πολιτική δύναμη. Η οικογένεια Δεληγιάννη, που προήλθε από αυτή την ακμή, κυριάρχησε στην πολιτική ζωή του Μοριά επί δεκαετίες.

Το 1787, ο Ιωάννης Παπαγιαννόπουλος, γνωστός ως Δεληγιάννης, ανέλαβε το αξίωμα του Μοραγιάννη, γίνοντας επικεφαλής όλων των προεστών της Πελοποννήσου. Η εξουσία αυτή κράτησε ώσπου οι Τούρκοι τον δολοφόνησαν το 1816. Αλλά οι σπόροι είχαν ριζώσει.

Πριν από έναν αιώνα περίπου, ο παππούς του Δεληγιάννη, ο παπα-Ιωάννης Λίτινος, είχε ιδρύσει την «Ακαδημία των Λαγκαδίων» στα μέσα του δέκατου έβδομου αιώνα. Η εκπαίδευση έγινε όπλο. Νέοι Λαγκαδινοί σπούδαζαν στα μεγάλα αστικά κέντρα, επέστρεφαν με ιδέες, με όραμα. Όταν ήρθε η στιγμή του 1821, ήταν έτοιμοι.

Την πρώτη Απριλίου εκείνης της χρονιάς, ο Κανέλλος Δεληγιάννης κήρυξε την Επανάσταση στα Λαγκάδια. Τριακόσιοι άοπλοι Τούρκοι, σαράντα οικογένειες, σφαγιάστηκαν. Το τζαμί έγινε στάχτη. Ο τρόμος που προκάλεσε το γεγονός έσπρωξε τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής να ενταχθούν στις επαναστατικές δυνάμεις.

Η Γορτυνία, με τις οικογένειες Δεληγιάννη, Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα, έγινε ο πυρήνας της εξέγερσης. Οι Δεληγιάννηδες δεν πρόσφεραν μόνο ανθρώπους, έδωσαν χρήμα, σιτηρά, υποδομή. Ο Αναγνώστης Δεληγιάννης έπεισε τον Πέτρο Μαυρομιχάλη να συγκαλέσει την πρώτη Εθνική Συνέλευση της Πελοποννήσου στις Καλτεζές, που οδήγησε στη δημιουργία της Πελοποννησιακής Γερουσίας, του πρώτου διοικητικού οργάνου που νομιμοποίησε τον Αγώνα.

Το φαράγγι όπου η πίστη συναντά το νερό

Κάτω από το κρεμαστό χωριό, ο Λούσιος σκάβει το δρόμο του μέσα από τα σπλάχνα της γης. Το φαράγγι του είναι ένα οικοσύστημα μοναδικό, εκεί όπου η μοναστική ζωή και η προβιομηχανική τεχνολογία βρήκαν κοινό έδαφος.

Στις όχθες του ποταμού, μεταξύ των ερειπίων της αρχαίας Γόρτυνας, λειτουργούσαν κάποτε νερόμυλοι και μπαρουτόμυλοι. Πιο πάνω, κρεμασμένες σε απόκρημνους βράχους, οι μονές φυλάσσουν αιώνες ιστορίας.

Η Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, ιδρυμένη τον δωδέκατο ή δέκατο έκτο αιώνα, είναι χτισμένη διακόσια μέτρα πάνω από τα νερά του Λούσιου, στη βάση ενός κάθετου βράχου. Κατά την Επανάσταση έγινε νοσοκομείο και σημείο εφοδιασμού για τους μαχητές. Λειτουργεί ακόμα.

Η Μονή Φιλοσόφου έχει διπλή ταυτότητα: η Παλαιά Μονή χρονολογείται στον δέκατο αιώνα, την ίδρυσε ο Ιωάννης Λαμπαρδόπουλος. Η Νέα Μονή, του δέκατου έβδομου αιώνα, φιλοξένησε τη Σχολή Γορτυνίων Κληρικών, που ανέδειξε τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄.

Και εδώ κλείνει ο κύκλος: οι Λαγκαδινοί μάστορες, αιώνες μετά, ανέλαβαν την αποκατάσταση αυτών των ιερών μνημείων, συνεχίζοντας τη σύνδεσή τους με την πνευματική κληρονομιά του τόπου.

Σήμερα, το φαράγγι προσφέρεται για πεζοπορία. Διαδρομές μέτριας δυσκολίας, όπως αυτή που ξεκινά από τη Μονή Φιλοσόφου και διαρκεί τέσσερις ώρες, οδηγούν τον επισκέπτη μέσα από το οικοσύστημα του Μαινάλου, ενός ορεινού συγκροτήματος πάνω από επτακόσιες χιλιάδες στρέμματα, ενταγμένου στο δίκτυο Natura 2000.

Όταν η Λιτότητα Γίνεται Πολυτέλεια

Το 1896, τα Λαγκάδια μετρούσαν 6.815 κατοίκους. Το 2021, μόλις 291. Η μετανάστευση άδειασε το χωριό. Το εθνικό οδικό δίκτυο το παρέκαμψε, στερώντας του την κίνηση που για δεκαετίες το τροφοδοτούσε. Ώς τη δεκαετία του 1950, τα Λαγκάδια ήταν τοπικό εμπορικό κέντρο. Μετά, έπρεπε να ανακαλύψουν ξανά ποιοι είναι.

Η απάντηση βρίσκεται στην κληρονομιά τους. Οι πέτρινες κρήνες που κάποτε ήταν σημεία καθημερινής συνάντησης και κοινωνικής αλληλεπίδρασης, έχουν αναδειχθεί σε σύμβολα συλλογικής μνήμης. Τα αρχοντικά, οι εκκλησίες των Αγίων Ταξιαρχών και του Τιμίου Προδρόμου, οι παλιοί δρόμοι – όλα μιλούν για έναν τόπο που άλλαξε την Πελοπόννησο.

Η γαστρονομία επίσης αφηγείται την ιστορία της επιβίωσης. Σε ένα περιβάλλον όπου η γη δεν έδινε εύκολα, η κουζίνα βασίστηκε στη λιτότητα: χειροποίητα ζυμαρικά όπως χυλοπίτες και τραχανάς με αυγά και γάλα του χωριού, άγρια βότανα του Μαινάλου, λικέρ από τοπικούς καρπούς, μέλι, γλυκά του κουταλιού, τυροκομικά προϊόντα από κτηνοτρόφους της περιοχής. Αυτή η λιτή κουζίνα, που κάποτε ήταν ανάγκη, έχει μετατραπεί σε πλεονέκτημα. Μουσεία Μαγειρικής διατηρούν τις παλιές συνταγές. Επιχειρήσεις αναβιώνουν τον αρκαδικό τρόπο ζωής. Η φιλοξενία, θερμή και αυθεντική, μετατρέπει τον επισκέπτη σε προσκεκλημένο

Δημήτρης Σταθόπουλος
+ posts

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Εγγραφείτε στο Newsletter

Για να ενημερώνεστε για όλα τα τελευταία νέα.

Follow Us