Η Μύκονος απέδειξε για ακόμη μία χρονιά ότι διατηρεί την ανθεκτικότητά της ως κορυφαίος διεθνής προορισμός, παρά τις δυσκολίες ενός καλοκαιριού που ξεκίνησε μουδιασμένα και σημαδεύτηκε από ασταθή καιρικά φαινόμενα. Στο επίκεντρο, ωστόσο, της φετινής συζήτησης βρίσκεται η πτώση της επισκεψιμότητας στη Δήλο, το εμβληματικό νησί–μνημείο της UNESCO που αποτελεί το πολιτιστικό αντίβαρο της Μυκόνου.
Όπως δήλωσε στο Tornos News η αντιδήμαρχος τουρισμού Μυκόνου Έλενα Κοντιζά, «η Δήλος είναι ένα ανοιχτό μουσείο, μια ζωντανή μαρτυρία του ελληνικού πολιτισμού. Κι όμως, φέτος είχαμε μικρότερη επισκεψιμότητα, γιατί το κόστος για να φτάσει κάποιος εκεί έχει εκτοξευθεί». Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, ο συνδυασμός εισιτηρίου και μεταφοράς ανέρχεται περίπου στα 45 ευρώ ανά άτομο, ενώ για τους επιβάτες κρουαζιέρας που επιβαρύνονται επιπλέον με το τέλος των 20 ευρώ, η συνολική δαπάνη αγγίζει τα 65 ευρώ για μία μόνο επίσκεψη. «Αυτό λειτουργεί αποτρεπτικά. Αντί να δίνουμε κίνητρα για να γνωρίσει ο επισκέπτης τον πολιτισμό, βάζουμε εμπόδια» τόνισε χαρακτηριστικά.
Σε τούτο το σημείο να τονιστεί ότι η Μύκονος έζησε ένα διττό καλοκαίρι. Η σεζόν ξεκίνησε υποτονικά, με τις βροχοπτώσεις του Σεπτεμβρίου να επηρεάζουν αρνητικά τη ζήτηση, ωστόσο στη συνέχεια το νησί ανέκαμψε, φτάνοντας σε υψηλά επίπεδα πληρότητας στο πικ του καλοκαιριού. Όπως ανέφερε η κ. Κοντιζά, «δεν ήταν η καλύτερη στιγμή μας, αλλά ούτε και η χειρότερη. Η σεζόν κύλησε ικανοποιητικά και αυτή τη στιγμή η κρουαζιέρα συνεχίζεται δυναμικά μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε και στη συνεισφορά της κρουαζιέρας, που φέτος σημείωσε άνοδο, με περισσότερα πλοία από πέρυσι και τη Μύκονο να πλησιάζει ή και να ξεπερνά τη Σαντορίνη σε αφίξεις. Παράλληλα, υπογράμμισε τη σημασία της ισορροπίας ανάμεσα στη φήμη και την ουσία του προορισμού. «Η Μύκονος έχει περάσει μια θύελλα αρνητικής δημοσιότητας. Δεν μπορούμε, όμως, να συνεχίζουμε να χτυπάμε τους δύο μεγαλύτερους προορισμούς της χώρας. Παρά τα πλήγματα, το νησί απέδειξε ότι έχει αντοχές και διατηρεί το brand του ισχυρό».
Όπως επεσήμανε, η τουριστική κίνηση προήλθε κυρίως από την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και τις αραβικές χώρες, ενώ οι τιμές, παρότι χαμηλές στην εκκίνηση της περιόδου, ανέκαμψαν προς τα μέσα του καλοκαιριού. «Η Μύκονος έχει τα ακριβά της, αλλά έχει και επιλογές για όλα τα εισοδήματα. Αυτό που πρέπει να αλλάξει είναι η νοοτροπία ότι μπορούμε να απολαμβάνουμε τα καλύτερα πληρώνοντας τα λιγότερα» σημείωσε με έμφαση. 
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα παραλιακά ξενοδοχεία έχουν ολοκληρώσει τη λειτουργία τους, ενώ παραμένουν ανοιχτά τα καταλύματα στη Χώρα και τον ευρύτερο ιστό της, διατηρώντας μια πιο ήρεμη και γνήσια όψη του νησιού. «Τον χειμώνα η Μύκονος είναι άλλη. Πιο γαλήνια, πιο αυθεντική, με άλλη ενέργεια. Είναι ένας τόπος για όσους αναζητούν ηρεμία και απολαύσεις διαφορετικού τύπου» πρόσθεσε.
Την ίδια στιγμή, το ζήτημα της προσβασιμότητας στη Δήλο αναδεικνύεται σε κρίσιμο στοίχημα για την επόμενη σεζόν, καθώς η πολιτιστική εμπειρία αποτελεί σημαντικό κομμάτι της τουριστικής αξίας του νησιού. Τούτων λεχθέντων, η Μύκονος παραμένει σημείο αναφοράς για τον ελληνικό τουρισμό, ισορροπώντας ανάμεσα στην κοσμοπολίτικη αίγλη και τη διαχρονική πολιτιστική της ρίζα.


 
                                    




