back to top

Αγόριανη: Στις σιωπηλές κοιλάδες του Παρνασσού

Υπάρχουν τόποι που δεν φωνάζουν τη γοητεία τους. Δεν χρειάζονται προβολείς ούτε πινακίδες. Η μαγεία τους αναδύεται σιγανά, σαν τον καπνό από κάποια καμινάδα. Στη βόρεια πλαγιά του Παρνασσού, εκεί που το βουνό γυρίζει την πλάτη του στη θάλασσα και κοιτάζει τη Στερεά, δύο οικισμοί διατηρούν κάτι που έχει γίνει σπάνιο: την ηρεμία που συνδυάζεται με την προσβασιμότητα.

Ο Βοιωτικός Κηφισός γλιστράει στη βάση αυτού του δασωμένου κόσμου, όπου τα έλατα ανεβαίνουν σε ύψη που προκαλούν δέος και ο αέρας κρατάει εκείνη τη διαύγεια που υπενθυμίζει στους αστικούς επισκέπτες πόσο πολλά έχουν ξεχάσει. Από την πρωτεύουσα, ο δρόμος διαρκεί κοντά τρεις ώρες. Αρκετός για να νιώσεις ότι έφυγες, όχι τόσος ώστε να το μετανιώσεις. Όταν το φθινόπωρο σκεπάζει τα βουνά με τις πρώτες βροχές και ο χειμώνας απλώνει το λευκό του μανδύα, αυτά τα μέρη ξυπνούν. Οι επισκέπτες πληθαίνουν, τα τζάκια ανάβουν, τα παλιά πλακόστρωτα γυαλίζουν από την υγρασία.

Η μνήμη που ξαναγεννήθηκε

Το ταξίδι ξεκινάει από την κατώτερη των δύο κοινοτήτων, εκείνη που μέχρι το 1928 φερόταν ως Λιλαία και σήμερα είναι γνωστή ως Κάτω Αγόριανη. Χτισμένη στους πρόποδες σε υψόμετρο τριακοσίων τριάντα μέτρων, απλώνεται σε ένα τοπίο γαλήνης που αγκαλιάζεται από το πράσινο. Αλλά η ομορφιά εδώ κρύβει και σκληρές ιστορίες. Στην είσοδο, η επιγραφή «Μαρτυρικό χωριό» δεν είναι διακόσμηση, είναι μαρτυρία.

Οκτώβριος 1943. Οι γερμανικές δυνάμεις κατέκαψαν ολοσχερώς τον οικισμό, αφήνοντας μόνο ερείπια και πόνο. Με το τέλος του πολέμου, όμως, όσοι επέζησαν επέστρεψαν. Και δεν έχτισαν κάτι νέο, αναδημιούργησαν το παλιό. Πέτρα πάνω σε πέτρα, σύμφωνα με τα αρχικά σχέδια, με σεβασμό στην παραδοσιακή γραμμή που χαρακτήριζε την αρχιτεκτονική τους. Το αποτέλεσμα; Ένα δείγμα αυθεντικότητας που δεν προσποιείται.

Στο κέντρο, μια ήσυχη πλατεία φιλοξενεί τα δύο Κεφαλόβρυσα, πέτρινα, αρχοντικά, εμβληματικά. Εδώ, με θέα την εκκλησία, μπορεί κανείς να πιει τον πρωινό του καφέ ή να σταματήσει για μια στιγμή ανάπαυσης. Για όσους ενδιαφέρονται για την ιστορία της Αντίστασης, το ομώνυμο μουσείο στεγάζεται στο σπίτι του αγωνιστή Γιάννη Αλεξάνδρου, ένας χώρος που αξίζει την προσοχή πριν κανείς χαθεί στα γραφικά δρομάκια που σκαρφαλώνουν τους λόφους.

Ο Επτάλοφος και η φύση του

Πεντακόσια μέτρα ψηλότερα, ο δεύτερος οικισμός απλώνεται σε μια γεωγραφία που δικαιολογεί το επίσημο όνομά του: Επτάλοφος. Επτά πράσινοι λόφοι φιλοξενούν τα πέτρινα σπίτια, που φαίνονται σαν να είναι φυτρωμένα ανάμεσα στα έλατα. Από εδώ, είκοσι χιλιόμετρα μακριά λειτουργεί το Χιονοδρομικό Κέντρο Παρνασσού, ενώ η πιο κοσμοπολίτικη Αράχωβα βρίσκεται σε απόσταση είκοσι τεσσάρων χιλιομέτρων.

Η Αγόριανη προσελκύει επισκέπτες που αναζητούν κάτι πέρα από τη λάμψη, έναν προορισμό όπου η φύση είναι πρωταγωνίστρια και ο χρόνος κυλάει πιο αργά. Το ύψωμα όπου στέκει η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής προσφέρει την ιδανική πανοραμική εικόνα του χωριού. Από εκεί, τα μάτια ταξιδεύουν σε δάση και κοιλάδες, σε δρόμους που στριφογυρίζουν και σε στέγες που καπνίζουν.

Τα σοκάκια κρύβουν δεκάδες μαγαζιά με τοπικά προϊόντα και χειροποίητα αντικείμενα. Η κεντρική πλατεία, με τη θέα που ξεχωρίζει, γίνεται το φυσικό σημείο συγκέντρωσης. Για τους λάτρεις της ηθογραφίας, το Λαογραφικό Μουσείο Επταλόφου αποτελεί έναν θησαυρό.Πληροφορίες, αντικείμενα και ιστορίες που ρίχνουν φως στην ταυτότητα αυτού του μέρους.

Ο Αγοριανίτης ποταμός, με τον μικρό αλλά εντυπωσιακό καταρράκτη του, κρύβεται μέσα σε πυκνή βλάστηση. Ένα στολίδι που αποκαλύπτεται μόνο σε όσους το ψάξουν. Η ορεινή φύση εδώ δεν είναι διακοσμητική, είναι βιωματική. Ακόμα και όταν τα Σαββατοκύριακα φέρνουν κοσμοσυρροή, κάτι στην ατμόσφαιρα του τόπου παραμένει χαλαρό, σχεδόν συνωμοτικό. Τα εστιατόρια γεμίζουν, τα καφέ δέχονται παρέες, αλλά η αίσθηση της ηρεμίας δεν εξαφανίζεται.

Κάποιοι τόποι δεν ζητούν να τους θυμάσαι, απλά δεν σου επιτρέπουν να τους ξεχάσεις. Η Αγόριανη και η Κάτω Αγόριανη ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Όχι γιατί είναι θεαματικές με την έννοια των καρτ ποστάλ, αλλά γιατί σου προσφέρουν κάτι που στη σύγχρονη ζωή σπανίζει: χρόνο που κυλάει με τους δικούς του όρους. Ένα ποτήρι κρασί δίπλα σε αναμμένο τζάκι, ένα επιτραπέζιο με παλιούς φίλους, μια βόλτα στα υγρά πλακόστρωτα χωρίς προορισμό. Είναι αυτές οι μικρές ανεπανάληπτες στιγμές που δικαιολογούν το ταξίδι.

Όταν φύγεις, κουβαλάς μαζί σου όχι φωτογραφίες, κουβαλάς αναπνοές. Και μια υπόσχεση: ότι θα ξανάρθεις. Γιατί μερικά μέρη δεν επισκέπτεσαι. Επιστρέφεις σε αυτά.

Δημήτρης Σταθόπουλος
+ posts

Follow Us

Εγγραφείτε στο Newsletter

Για να ενημερώνεστε για όλα τα τελευταία νέα.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ