Έντονο αίσθημα ανακούφισης επικρατεί στην τουριστική αγορά της Γερμανίας μετά την απόφαση της επιτροπής συνασπισμού της χώρας να αναιρέσει την περσινή αύξηση στον φόρο πτήσεων.
Η μείωση, που θα εφαρμοστεί από την 1η Ιουλίου του 2026, θεωρείται σωτήρια για την αγορά, η οποία τα τελευταία χρόνια πιεζόταν από συνεχείς επιβαρύνσεις.
Ο πρόεδρος της Γερμανικής Ένωσης Ταξιδιών (DRV), Albin Loidl, έκανε λόγο για ένα «αναγκαίο και σημαντικό πρώτο βήμα ώστε οι διακοπές να παραμείνουν οικονομικά προσιτές για όλους».
Πρόσφατα, εκτός από την αύξηση του φόρου επιβατών, υπήρξαν και άλλες αυξήσεις τελών και χρεώσεων οι οποίες καθιστούσαν τα αεροπορικά ταξίδια ακριβή υπόθεση για πολλούς Γερμανούς.
Όπως εξηγει ο κ. Loidl, μόνο από τον φόρο επιβατών, μια τετραμελής οικογένεια μπορούσε να πληρώνει έως και 300 ευρώ, πέρα από τις χρεώσεις αεροδρομίου και τα κόστη ασφάλισης.
«Δεν πρόκειται απλώς για μια οικονομική επιβάρυνση, αλλά για κοινωνικό ζήτημα», είπε και πρόσθεσε ότι «οι διακοπές θα πρέπει να παραμείνουν προσιτές, ιδιαίτερα για τις οικογένειες».
Πνοή για την οικονομία και τη διεθνή συνδεσιμότητα
Για τον Loidl, η σημασία της απόφασης δεν περιορίζεται στον τουρισμό: «Η αεροπορική μετακίνηση είναι κινητήριος δύναμη της οικονομίας, είναι σύνδεση ανθρώπων, αγορών και ιδεών». Σύμφωνα με τον ίδιο, χωρίς ανταγωνιστικές αεροπορικές συνδέσεις, η Γερμανία θυσιάζει τη θέση της στον διεθνή χάρτη, επηρεάζοντας εξαγωγές, επιχειρηματικές επαφές και καινοτομία.
Ολόκληρη η ταξιδιωτική αλυσίδα εξαρτάται από τις αερομεταφορές: ταξιδιωτικά γραφεία, tour operators, αεροπορικές εταιρείες και αεροδρόμια στηρίζουν εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας. Παράλληλα, σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, ο τουρισμός λειτουργεί ως «οικονομικός σταθεροποιητής», προσφέροντας εισόδημα και απασχόληση, αναφέρει.
Επιπλέον μέτρα που φέρνουν ανάσα μέχρι το 2029
Η αντιστροφή της αύξησης του φόρου συνοδεύεται και από ένα πακέτο μελλοντικών μειώσεων που ενισχύουν το αίσθημα αισιοδοξίας.
Στην κατεύθυνση αυτή, έχουν ανακοινωθεί περαιτέρω μέτρα ελάφρυνσης, όπως το γεγονός ότι το κόστος ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας δεν αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω το 2026, αλλά μάλλον να μειωθεί, και ότι τα τέλη θα μειωθούν σημαντικά κατά περισσότερο από 10% συνολικά έως το 2029.
Η επιτροπή του συνασπισμού δήλωσε επίσης ότι το κόστος για τους ελέγχους ασφάλειας της αεροπορίας στα αεροδρόμια πρόκειται να μειωθεί μέσω βελτιώσεων στις διαδικασίες και την αποτελεσματικότητα. Αυτό στηρίζει επίσης την πορεία προς μια κλιματικά ουδέτερη κινητικότητα.
Το μεγάλο στοίχημα: η παραγωγή βιώσιμων καυσίμων
Παρά την ανακούφιση, ο Loidl τονίζει ότι η πορεία προς το κλιματικά ουδέτερο ταξίδι παραμένει το μεγάλο ζητούμενο: «Πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να διασφαλίσουμε ότι τα ταξίδια θα μπορούν να πραγματοποιούνται σύντομα με σημαντικά μειωμένες εκπομπές CO2 και, μακροπρόθεσμα, θα είναι κλιματικά ουδέτερα», συνέχισε.
«Αυτό που λείπει, ωστόσο, είναι τα βιώσιμα καύσιμα», προειδοποίησε. Ο κλάδος των ταξιδιών χρειάζεται επιτέλους τις κατάλληλες πολιτικές αποφάσεις σε αυτόν τον τομέα. «Αυτό αφορά κυρίως τη διαθεσιμότητα οικολογικών καυσίμων για αεροπορικά ταξίδια και κρουαζιέρες».
Οι κανονισμοί της ΕΕ είναι ανεπαρκείς. «Πρέπει να αυξήσουμε τη βιομηχανική παραγωγή σε προσιτές τιμές – και χρειαζόμαστε πολιτική υποστήριξη για αυτό», τόνισε.







