Η τουριστική σεζόν βρίσκει την Ελλάδα αντιμέτωπη με μια βαθιά αναντιστοιχία: οι ανάγκες του κλάδου ξεπερνούν τις 85.000 θέσεις εργασίας, ωστόσο οι εγκρίσεις μετακλήσεων δεν καλύπτουν ούτε το 10% αυτών. Το χάσμα αυτό μεταφράζεται σε σοβαρά λειτουργικά προβλήματα για τις ξενοδοχειακές μονάδες, με άμεσες συνέπειες στην εμπειρία των επισκεπτών αλλά και στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Ο Βαγγέλης Κανελλόπουλος, Διευθύνων Σύμβουλος της WorkInGreece.io, μιλά στο Tornos News για τα κενά σε κρίσιμες ειδικότητες, τις καθυστερήσεις στη διαδικασία αδειοδότησης, τη σημασία του ethical recruitment και τις παρεμβάσεις που μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα.
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:
Φέτος οι ανάγκες του τουριστικού κλάδου ξεπερνούν τις 80.000 θέσεις εργασίας, ενώ οι εγκρίσεις μετακλήσεων καλύπτουν ένα πολύ μικρό ποσοστό. Πόσο κρίσιμη είναι αυτή η αναντιστοιχία για τη λειτουργία των ξενοδοχειακών μονάδων;Το πρόβλημα είναι εξαιρετικά οξύ και αγγίζει πλέον τα όρια μιας δομικής κρίσης για τον ελληνικό τουρισμό. Οι ανάγκες της αγοράς πράγματι ξεπερνούν τους 85.000 εργαζόμενους (αυξημένες κατά 10% σε σχέση με το 2024), όμως οι εγκρίσεις που έχουν δοθεί για μετακλήσεις στον τουρισμό δεν ξεπερνούν τις 6.500. Με απλά λόγια, καλύπτουμε λιγότερο από το 10% των πραγματικών αναγκών. Αυτό δεν είναι απλώς μια στατιστική αναντιστοιχία είναι ένα χάσμα που μεταφράζεται σε σοβαρά λειτουργικά προβλήματα για τις ξενοδοχειακές μονάδες: οι επιχειρήσεις αναγκάζονται να περιορίζουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες, να απασχολούν εργαζόμενους με υπερωριακή εργασία. Σε μια χώρα όπου ο τουρισμός αποτελεί το 25% του ΑΕΠ και βασικό μοχλό ανάπτυξης, η αδυναμία κάλυψης των αναγκών δεν πλήττει μόνο τα ξενοδοχεία· πλήττει συνολικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και την εικόνα της χώρας μας στο εξωτερικό.
Τα μεγαλύτερα κενά εντοπίζονται σε βασικές ειδικότητες, από καμαριέρες και μάγειρες έως τεχνικό προσωπικό. Τι σημαίνει αυτό για την ποιότητα της εμπειρίας του επισκέπτη στην Ελλάδα;Τα κενά που εντοπίζονται σε βασικές ειδικότητες, όπως καμαριέρες, μάγειρες, βοηθοί κουζίνας, σερβιτόροι αλλά και τεχνικό προσωπικό, είναι ίσως το πιο ανησυχητικό στοιχείο. Αυτές οι θέσεις δεν είναι περιφερειακές βρίσκονται στην «καρδιά» της εμπειρίας του επισκέπτη. Αν δεν υπάρχει επαρκές προσωπικό στο housekeeping, η καθαριότητα και η εικόνα του δωματίου επηρεάζονται άμεσα. Αν λείπουν μάγειρες και βοηθοί κουζίνας, η ποιότητα και η ταχύτητα στο service πέφτουν αισθητά. Όταν δεν υπάρχουν αρκετοί σερβιτόροι ή bartenders, οι χρόνοι εξυπηρέτησης μεγαλώνουν και η εμπειρία του πελάτη υποβαθμίζεται. Τέλος, χωρίς τεχνικούς συντηρητές, ακόμη και μικρές βλάβες στις εγκαταστάσεις μπορεί να μείνουν άλυτες, επηρεάζοντας την καθημερινή λειτουργία του ξενοδοχείου. Σε μια αγορά όπως ο τουρισμός, όπου ο ανταγωνισμός είναι διεθνής και ο επισκέπτης συγκρίνει εμπειρίες από διαφορετικούς προορισμούς, αυτά τα κενά έχουν άμεση συνέπεια στη φήμη της χώρας. Ένα αρνητικό σχόλιο σε πλατφόρμες αξιολόγησης μπορεί να επηρεάσει πολλαπλάσιους μελλοντικούς επισκέπτες. Με απλά λόγια, η έλλειψη προσωπικού σε αυτές τις κρίσιμες ειδικότητες δεν υποβαθμίζει μόνο το επίπεδο υπηρεσιών υπονομεύει την εικόνα της Ελλάδας ως κορυφαίου τουριστικού προορισμού.
Η Ελλάδα φαίνεται να καθυστερεί σημαντικά στη διαδικασία αδειοδότησης σε σχέση με άλλες χώρες, όπως η Κροατία ή το Ηνωμένο Βασίλειο. Πόσο επηρεάζει αυτό την ικανότητα του τουριστικού κλάδου να ανταποκριθεί στη ζήτηση της σεζόν;Η καθυστέρηση στη διαδικασία μετάκλησης είναι ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο που αντιμετωπίζει ο ελληνικός τουρισμός σήμερα. Στην Κροατία, για παράδειγμα, η μετάκληση ολοκληρώνεται μέσα σε 2 μήνες, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο η διαδικασία έγκρισης μπορεί να ολοκληρωθεί ακόμη και σε 3 εβδομάδες. Στην Ελλάδα, όμως, η ίδια διαδικασία χρειάζεται κατά μέσο όρο 4 έως 6 μήνες. Αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι συχνά φτάνουν όταν η σεζόν έχει ήδη ξεκινήσει, ή ακόμη χειρότερα λίγο πριν λήξει, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να στερούνται προσωπικό ακριβώς τη στιγμή που υπάρχει η μεγαλύτερη ζήτηση. Η καθυστέρηση δεν είναι τυχαία οφείλεται σε δομικά προβλήματα του συστήματος: έλλειψη ψηφιοποίησης και υποστελέχωση δημόσιων υπηρεσιών. Έτσι, ενώ ο ανταγωνισμός μας έχει ήδη στη διάθεσή του το απαραίτητο εργατικό δυναμικό πριν από την έναρξη της τουριστικής περιόδου, η Ελλάδα «μπαίνει στον αγώνα» με μειονέκτημα. Αυτό οδηγεί σε χαμένα έσοδα, σε υπερκόπωση του προσωπικού που ήδη εργάζεται και σε υποβάθμιση της εμπειρίας του επισκέπτη. Σε μια διεθνή αγορά όπου ο χρόνος είναι κρίσιμος, η χώρα μας δεν αντέχει τέτοιες καθυστερήσεις αν θέλει να παραμείνει ανταγωνιστική.
Το ζήτημα του ethical recruitment αναδεικνύεται ως κομβικό. Ποιες είναι οι πρακτικές που εξασφαλίζουν διαφάνεια και αξιοπρεπείς συνθήκες για τους εργαζόμενους, και πώς αυτό επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού;Αγγίζετε πράγματι ένα λεπτό θέμα κοινωνικής εταιρικής ευθύνης, που αφορά όχι μόνο τις επιχειρήσεις αλλά και τη φήμη του ίδιου του ελληνικού τουρισμού διεθνώς. Το ethical recruitment σημαίνει ότι ο εργαζόμενος δεν επιβαρύνεται με παράνομα ή υπέρογκα κόστη για να έρθει στη χώρα μας, ότι ο εργοδότης αναλαμβάνει συγκεκριμένες παροχές, και ότι η διαδικασία γίνεται με απόλυτη διαφάνεια και σεβασμό στα δικαιώματα του εργαζόμενου. Αυτό είναι κρίσιμο, γιατί οι μεγάλοι διεθνείς tour operators ζητούν πλέον τέτοιες διασφαλίσεις από τα ξενοδοχεία διαφορετικά, αποσύρουν συνεργασίες. Δυστυχώς σε αρκετές περιπτώσεις που δεν ακολουθούνται σχετικές πρακτικές οι εργαζόμενοι παρανόμως μεταναστεύουν στη Δύση. Το ethical recruitment, λοιπόν, δεν είναι μόνο μια ηθική υποχρέωση είναι και στρατηγικό εργαλείο για να διατηρήσει η Ελλάδα το ανθρώπινο δυναμικό της και να διαφοροποιηθεί θετικά στον διεθνή ανταγωνισμό. Μια χώρα που φροντίζει για δίκαιες και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας μπορεί να προσελκύει και να κρατά τους καλύτερους εργαζόμενους, προσφέροντας έτσι υψηλότερη ποιότητα υπηρεσιών στους επισκέπτες της.
Ποιες παρεμβάσεις θεωρείτε πιο αναγκαίες ώστε το σύστημα να γίνει πραγματικά λειτουργικό; Θα μπορούσε ένα fast track μοντέλο και η πλήρης ψηφιοποίηση να αλλάξουν τα δεδομένα;Οι παρεμβάσεις που απαιτούνται είναι σαφείς και δεν επιδέχονται άλλη καθυστέρηση. Πρώτον, πρέπει να εφαρμοστεί ένα fast track μοντέλο για μεγάλες τουριστικές μονάδες και αλυσίδες, όπου οι ανάγκες είναι χιλιάδες κάθε σεζόν. Είναι αδιανόητο να χρειάζονται τέσσερις με έξι μήνες για μια διαδικασία που μπορεί να ολοκληρωθεί σε τέσσερις με έξι εβδομάδες, όπως γίνεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Δεύτερον, απαιτείται η πλήρης ψηφιοποίηση όλων των σταδίων της μετάκλησης — από την αίτηση του εργοδότη, μέχρι την έγκριση, την έκδοση visa και την απόδοση ΑΦΜ και ΑΜΚΑ στον εργαζόμενο. Σήμερα, κάθε βήμα περνάει από διαφορετικές υπηρεσίες, με “χειρόγραφα” δικαιολογητικά και φυσικές παρουσίες, κάτι που προκαλεί τεράστιες καθυστερήσεις. Επιπλέον, χρειάζεται ενιαία πλατφόρμα παρακολούθησης αιτήσεων ώστε εργοδότες, εργαζόμενοι και δημόσιες υπηρεσίες να γνωρίζουν σε πραγματικό χρόνο πού βρίσκεται κάθε αίτηση. Παράλληλα, πρέπει να υπάρξει ενίσχυση σε ανθρώπινο δυναμικό στις πρεσβείες και τις αρμόδιες υπηρεσίες στην Ελλάδα, ώστε να ανταποκρίνονται στον όγκο των αιτήσεων. Ένα τέτοιο μοντέλο θα άλλαζε πραγματικά τα δεδομένα. Θα εξασφάλιζε ότι οι εργαζόμενοι φτάνουν στην Ελλάδα εγκαίρως, δηλαδή πριν την έναρξη της τουριστικής σεζόν, και όχι όταν αυτή έχει ήδη κορυφωθεί ή πλησιάζει στο τέλος της. Έτσι, οι επιχειρήσεις θα μπορούν να λειτουργούν ομαλά, οι επισκέπτες να απολαμβάνουν υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, και η χώρα μας να παραμένει ανταγωνιστική σε μια ιδιαίτερα απαιτητική διεθνή αγορά.









