- Toυ Κωστή Χαλκιαδάκη
Δεν είναι πρώτη φορά που θα έχετε διαβάσει για μεγάλα επενδυτικά σχέδια με όραμα και προοπτική είτε ματαιώθηκαν είτε πέρασαν από τις συμπληγάδες της γραφειοκρατίας προκειμένου αυτά να τεθούν σε τροχιά υλοποίησης, πάντα στην Ελλάδα.
Ισως το πιο μεγαλεπήβολο παράδειγμα επιμονής και ιώβειας υπομονής Ελληνα επιχειρηματία με ευτυχή κατάληξη είναι το Costa Navarino, που πλέον έχει αλλάξει τα δεδομένα ενός ολόκληρου προορισμού.Στον αντίποδα δεκάδες είναι τα επενδυτικά σχέδια Ελλήνων και ξένων επενδυτών που εξαντλήθηκαν αναμένοντας την τελική υπογραφή για να εκκινήσουν την πραγμάτωση του επενδυτικού τους σχεδίου.
Παραμένοντας στο πεδίο του τουρισμού, χαρακτηριστικό είναι το τo φιλόδοξο σχέδιο της Minoan Plc της τουριστικής επένδυση των 300 εκατ. ευρώ στο Κάβο Σίδερο στην Κρήτη που φαίνεται ότι δεν θα υλοποιηθεί, μετά από αγώνα των μετόχων που ξεπερνά τα 15 χρόνια.
Προς επίρρωση των παραπάνω εύλογα γεννάται το ερώτημα, μπορεί το βαθύ κράτος να αποτελέσει τροχοπέδη για μια οραματική επένδυση; Η απάντηση είναι σαφώς καταφατική. Αλλά αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η διήθηση των λεπτομερειών που “βγάζουν τους εμπλεκόμενους” από τα ρούχα τους.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Hellenic Seaplanes, που ο επικεφαλής της Νικόλας Χαραλάμπους έχει βαλθεί να κάνει την Ελλάδα παγκόσμιο κέντρο των υδροπλάνων. Εδω και 13 χρόνια προσπαθεί να κάνει πράξη ένα όραμα που και αξία θα δώσει στο ελληνικό τουριστικό προϊόν και θα συμβάλλει με 1 και πλέον δισ ευρώ στα δημόσια οικονομικά.
Τι και αν έχει την εκπεφρασμένη στήριξη του Πρωθυπουργό για το εγχείρημα της έλευσης των υδροπλάνων στην Ελλάδα,τι και αν οι εμπλεκόμενοι υπουργοί δίνουν το πράσινο φως για το μεγαλόπνοο σχέδιο, φτάνει ένας λιμενάρχης, ένα στέλεχος της τοπικής αυτοδιοίκησης να μπλοκάρει την επένδυση. Μιλώντας άλλωστε σε πρόσφατη συνέντευξη του στο ΤΝ ο κ. Χαραλάμπους επεσήμανε ακριβώς αυτή την αντιστοιχία της βούλησης στην κορυφή της διοικητικής πυραμίδας στην Ελλάδα με τη βάση της δημόσιας διοίκησης.
Παρά το γεγονός ότι η εταιρία έχει ολοκληρώσει ένα κύκλο αδειοδοτήσεων και δεκάδων εγγράφων για τα 250 υδατοδρόμια και υδάτινα πεδία που έχει προτείνει, η εμπορική άδεια μπορεί να κολλήσει σε δεκάδες εμπόδια που ορθώνονται από άτομα που στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν είναι γνώστες του αντικειμένου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ζητήθηκε από την εταιρία να προβλέψει αισθητήρες κυματισμού στα υδατοδρόμια που θα προσεγγίζουν τα υδροπλάνα, όπως επίσης και μηχανήματα ανίχνευσης μετάλλων, οπως αυτά που συναντά κανείς στα αεροδρόμια όλου του κόσμου. Τα παραπάνω είναι ζητήματα που προκαλούν ενόχληση και προβληματισμό, αφού ορθώνονται ως εμπόδια για την ευόδωση του στόχου της εταιρίας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η κοινή λογική και η ευελιξία.
Με δεδομένη την εκτόξευση του κόστους της επένδυσης, που θα την καταστήσουν μη βιώσιμη ο κ. Χαραλάμπους διερωτάται…ποιος οργανισμός θα συλλέγει τα στοιχεία από τους αισθητήρες κυματισμού και θα αποφασίζει για το αν πρέπει να προσθαλασσωθεί ένα υδροπλάνο; Όταν μάλιστα με βάση τα δεδομένα που έχει η εταιρία, δεν τίθεται θέμα ασφάλειας στα υδατοδρόμια που έχουν προταθεί. Την ίδια στιγμή τι νόημα έχει ένα μηχάνημα ακτίνων χ σε ένα περιφερειακό υδατοδρόμιο με ελάχιστη κίνηση, όταν ο έλεγχος των επιβατών μπορεί να γίνει και χειροκίνητα, διερωτάται ο κ.Χαραλάμπους.
Από τα παραπάνω τελικά, αυτό που αναδεικνύεται είναι ότι:
- Η πολιτική βούληση από μόνη της δεν αρκεί, αν δεν συνοδεύεται από θεσμικό εξορθολογισμό.
- Η επιμονή των επενδυτών δοκιμάζεται στα όρια, με τον κίνδυνο το επενδυτικό σχέδιο να καταστεί μη βιώσιμο.
- Η γραφειοκρατία λειτουργεί ως τροχοπέδη ανάπτυξης, αντί να υπηρετεί την ασφάλεια και την πρόοδο.
Παρά τις αντιξοότητες και τη μακρόχρονη αναμονή, ο Νίκος Χαραλάμπους επιμένει να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει: «Σε τρίτες χώρες, όπως οι Μαλδίβες, τα υδροπλάνα λειτουργούν με ασφάλεια και συνέπεια. Η Ελλάδα είναι ο φυσικός τους χώρος. Αν ξεπεράσουμε τα γραφειοκρατικά εμπόδια, μπορούμε να στείλουμε το μήνυμα ότι η χώρα μας μπορεί να γίνει το παγκόσμιο κέντρο των υδροπλάνων».









