Τρίτος δημοφιλέστερος προορισμός των Γερμανών ταξιδιωτών που αναζητούν διακοπές το καλοκαίρι του 2025 με οργανωμένο πακέτο είναι η Ελλάδα, με πρώτη την Τουρκία και δεύτερη την Ισπανία. Την ίδια ώρα, οι ταξιδιώτες φαίνεται να βάζουν σε δεύτερη μοίρα τα βιώσιμα ταξίδια, καθώς σε ένα περιβάλλον έντονων οικονομικών προκλήσεων, βασικό κριτήριο επιλογής διακοπών παραμένει η τιμή.
Αυτά είναι μερικά από τα συμπεράσματα που καταγράφονται από την ΙΤΒ Berlin σχετικά με τις τρέχουσες τάσεις στην Γερμανική ταξιδιωτική αγορά.
Οι αριθμοί προκρατήσεων στη Γερμανική αγορά συνεχίζουν να ανεβαίνουν για τους δημοφιλείς προορισμούς της Μεσογείου με τις οικογένειες των Γερμανών να προκρίνουν την Τουρκία χάρη στην ευρεία γκάμα διακοπών all inclusive που προσφέρει.
Τα ταξίδια βρίσκονται για άλλη μια χρονιά στην κορυφή της λίστας επιθυμιών των Γερμανών καταναλωτών παρά τις οικονομικές και γεωπολιτικές προκλήσεις, επισημαίνει ο πρόεδρος της ένωσης ταξιδιών Γερμανίας (DRV), Norbert Fiebig. Φαίνεται, συνεχίζει, ότι τα ταξίδια και οι διακοπές είναι το τελευταίο πράγμα που οι Γερμανοί θέλουν να αποχωριστούν.
Η αισιοδοξία που καταγράφεται στη Γερμανική ταξιδιωτική αγορά έρχεται σε αντίθεση με τις διεθνείς τάσεις οι οποίες σε σύγκριση με την περυσινή χρονιά έχουν επιδεινωθεί σε πολλά σημεία της τουριστικής αλυσίδας αξίας. Η σημαντική άνοδος του κόστους πτήσης και διαμονής παγκοσμίως, καθώς και η αδύναμη οικονομία πολλών χωρών, επηρεάζουν όλο και περισσότερο την αγορά, επισημαίνει η εκτελεστική διευθύντρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού (UN Tourism), Zoritsa Urosevic.
Το “σοκ” των τιμών
Παρολ’ αυτά, ο πληθωρισμός έχει ρίξει τη σκιά του και στη Γερμανική αγορά. Παρά το γεγονός ότι το ένα τέταρτο των Γερμανών σκοπεύουν να δαπανήσουν περισσότερα για τις εφετινές διακοπές τους, φαίνεται ότι επηρεάζονται όλο και περισσότερο από το κόστος στην επιλογή προορισμών, με φθηνότερες επιλογές όπως η Βουλγαρία και Τυνησία να κερδίζουν έδαφος. Η Αίγυπτος, με μέτριες αυξήσεις τιμών, καταγράφει υψηλότερη ζήτηση, ενώ και τα συγκριτικά πιο «προσιτά» Βαλκάνια (Μαυροβούνιο, Αλβανία) καταγράφουν μικρή άνοδο στις κρατήσεις.
Το ίδιο επιβεβαιώνεται και από έρευνα της ADAC Travel Monitor, σύμφωνα με την οποία για έναν στους 3 Γερμανούς, η εξοικονόμηση χρημάτων έχει γίνει ο κανόνας στο σχεδιασμό των καλοκαιρινών διακοπών, ενώ το ποσοστό όσων επιθυμούν να κάνουν διακοπές αλλά δεν μπορούν να καλύψουν το κόστος τους αυξάνεται, με το 32% των Γερμανών να μην είναι σε θέση να κάνουν βασικό ταξίδι διακοπών μέσα το 2025, έναντι αντίστοιχου ποσοστού μόλις 17% το 2022.
Οι αυξήσεις τιμών περιορίζουν την καταναλωτική εμπιστοσύνη και στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, όμως τα στοιχεία από την ταξιδιωτική βιομηχανία είναι ανεβασμένα. Παρόλ’ αυτά, εάν οι αρνητικές οικονομικές τάσεις συνεχιστούν, τότε θα επηρεάσουν και την ταξιδιωτική συμπεριφορά, προειδοποιεί ο πρόεδρος της DRV.
Σε δεύτερη μοίρα η ποιοτική διάσταση των διακοπών
Σε ένα περιβάλλον όπου οι τιμές καθορίζουν τις επιλογές διακοπών των καταναλωτών, η ποιοτική διάσταση παραμένει λιγότερο σημαντική. Τα κριτήρια βιωσιμότητας, όπως το αποτύπωμα άνθρακα ενός ταξιδιού ή οι επιλογές μεταφοράς στον προορισμό, εξακολουθούν να αποτελούν χαμηλή προτεραιότητα στις κρατήσεις. Σύμφωνα με το ADAC Travel Monitor, μόνο το 20% των ταξιδιωτών είναι πρόθυμοι να πληρώσουν επιπλέον ποσό για περισσότρες επιλογές βιωσιμότητας, όπως τα τοπικά προϊόντα.
Ταυτόχρονα, και περισσότερο από ποτέ, οι άνθρωποι επιθυμούν ιδανικές συνθήκες περιβάλλοντος με το 18% να λαμβάνουν υπόψη κατά τον προγραμματισμό των διακοπών τον κίνδυνο πιθανών φυσικών καταστροφών, όπως οι δασικές πυρκαγιές, οι πλημμύρες ή άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα, έναντι μόνο 14% το 2022.
Οριακός ο αντίκτυπος των ακραίων φυσικών φαινομένων στη Μεσόγειο
Τέτοιες ανησυχίες είναι πιθανό να αυξηθούν στο μέλλον υπό την επίδραση της κλιματικής αλλαγής. «Εκτός από τις τρέχουσες γεωπολιτικές εντάσεις, η αύξηση των ακραίων καιρικών φαινομένων είναι αυτή που επηρεάζει σημαντικά την ανάπτυξη του παγκόσμιου τουρισμού», επισημαίνει η κ. Urosevic.
Ωστόσο, οι πλημμύρες που σχετίζονται με το κλίμα, όπως στην περιοχή της Βαλένθια, ή οι καύσωνες σε περιοχές της Μεσογείου το καλοκαίρι του 2024, έχουν μέχρι στιγμής μόνο οριακό αντίκτυπο στη συμπεριφορά κράτησης. Υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι ταξιδιώτες αποφεύγουν τη Μεσόγειο λόγω του αυξανόμενου κινδύνου ακραίων καιρικών φαινομένων και στρέφονται προς τη βόρεια Ευρώπη, για παράδειγμα, αν και αυτό μπορεί να οφείλεται και στη σημαντική διαφορά τιμών στους σκανδιναβικούς και τους νοτιοευρωπαϊκούς προορισμούς διακοπών.
Το «χάσμα συμπεριφοράς» αποθαρρύνει τις βιώσιμες επιλογές
Η τρέχουσα συμπεριφορά κρατήσεων επιβεβαιώνει μια τάση που είναι πιθανό να αυξηθεί ενόψει των οικονομικών κρίσεων και της στασιμότητας της αγοραστικής δύναμης: Αυξανόμενος αριθμός ταξιδιωτών είναι διχασμένοι ανάμεσα στη συνείδησή τους και την πραγματικότητα. Παρά το γεγονός ότι πολλοί συνειδητοποιούν ολοένα και περισσότερο την ανάγκη για βιώσιμη δράση, αυτό μόλις που αντικατοπτρίζεται στην πραγματικότητα. Για τους ταξιδιώτες, αυτό που είναι πολύ πιο σημαντικό από τη δράση για το κλίμα είναι το πόσο ελκυστικός είναι ένας προορισμός, καθώς και το κόστος – ένα φαινόμενο που έχει ονομαστεί επιστημονικά «χάσμα συμπεριφοράς».
Η βιωσιμότητα ευθύνη ως των τουρ οπερέιτορ
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απίθανο η τιμολόγηση από μόνη της να πείσει τους ταξιδιώτες να επιλέξουν μια πιο βιώσιμη ταξιδιωτική συμπεριφορά. Ο Heinz-Dieter Quack, καθηγητής Διοίκησης Τουρισμού στο Ostfalia Hochschule, είναι μεταξύ των επιστημόνων που πιστεύουν ότι η ευθύνη για την επίλυση αυτού του προβλήματος βαρύνει την τουριστική βιομηχανία. «Η βιωσιμότητα δεν καθοδηγείται από τη ζήτηση. Αντί για τους παραθεριστές, οι τουρ οπερέιτορ είναι αυτοί που πρέπει να ηγηθούν», επισημαίνει. Σύμφωνα με τον ίδιο, δεν πρόκειται μόνο για τη δημιουργία βιώσιμων εννοιών και την ενσωμάτωσή τους στα τουριστικά προϊόντα, αλλά και για την προβολή τους ως μέρος μιας εταιρικής στρατηγικής μάρκετινγκ.
Κατά την άποψη του κ. Hochschule, οι τουρ οπερέιτορ πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν προβλήματα όπως ο υπερτουρισμός. Εδώ, οι ψηφιακές λύσεις για τη ρύθμιση των τουριστικών ροών και, σε ακραίες περιπτώσεις, την απαγόρευση ανεπιθύμητων τουριστικών δραστηριοτήτων θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην προστασία του περιβάλλοντος και της ποιότητας της διαμονής των επισκεπτών στους προορισμούς.
Η Χριστίνα Λαϊνοπούλου είναι δημοσιογράφος με πολυετή εμπειρία στο ελεύθερο και τουριστικό ρεπορτάζ.
Έχει εργαστεί σε εφημερίδες, τηλεόραση και τον ηλεκτρονικό Τύπο, και είναι απόφοιτος του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου.






